Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2016

Oι δικές μου τρεις κατηγορίες πολιτών...


“… ΄Εχω την πεποίθηση ότι πολιτικά οι άνθρωποι χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες:

α) σ’ εκείνους που νοιάζονται για το γενικό καλό και το μέλλον της ανθρωπότητας, άσχετα από την κομματική τους τοποθέτηση

β) στους αδιάφορους, και

γ) σ’ εκείνους που επιδιώκουν με κάθε μέσο μονάχα το ατομικό τους συμφέρον εις βάρος των άλλων, άσχετα και πάλι από την κομματική τους τοποθέτηση.

       Αν τώρα η πρώτη κατηγορία καταφέρει να ξυπνήσει τη δεύτερη, αν καταφέρει να ενεργοποιήσει τους αδιάφορους και να τους κάνει να ενδιαφερθούν, τότε θα βρεθούν δύο κατηγορίες εναντίον μιας – εναντίον των αδίστακτων κερδοσκόπων. Και μια μεγάλη μάχη θα έχει σίγουρα κερδηθεί”.

 
(Από το βιβλίο «Μιλώντας για τα παιδικά βιβλία»., σελ. 145.


 

Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2016

"Αδελφέ μου λύκε!"


 ... «Αδελφέ μου λύκε!»– συνέχισε ο παππούς την ιστορία με τον Άγιο Φραγκίσκο. «Εγώ γνωρίζω πως τα φοβερά που κάνεις είναι μόνο επειδή πεινάς. Από αύριο να έρχεσαι κάθε μέρα να σου δίνουμε τροφή εμείς και ν’ αφήσει ήσυχους του χωριανούς, ομοίως και τα ζωντανά τους».

     »Ο λύκος πλησίασε τον άγιο, ήμερος και υπάκουος σαν καλομαθημένος σκύλος,  κι από τότε πήγαινε κάθε μέρα πόρτα πόρτα και τον τάιζαν οι χωριανοί, ίσαμε το τέλος της ζωής του»...

 (από το βιβλίο «Το φιλί της λύκαινας», σελ. 143)
http://www.loty.gr/mythistorima_analyt_20.htm 

Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2016

Από τον "Φτωχούλη του Θεού " του Νίκου Καζαντζάκη


- Βρήκα στο δρόμο μια χήρα, αποκρίθηκε ο Φραγκίσκος χαμογελώντας, χρονιά τώρα γυρίζει ξυπόλητη, κουρελού, πεινασμένη, και κανένας δεν της ανοίγει την πόρτα να την ελεήσει, εμείς θα της ανοίξουμε την πόρτα αδερφοί μου.
.......
-Τη χήρα του Χριστού αδερφοί μου, μη γουρλώνετε τα μάτια, τη χήρα του Χριστού, τη Φτώχεια. Για το χατίρι του πρώτου αντρός της, εγώ θα την πάρω γυναίκα.
........
- Αδελφή Φτώχεια, είπε με συγκινημένη φωνή, αδελφή Φτώχεια, ακριβή, σεβαστή, πολυαγαπημένη συντρόφισσα του Χριστού μας, που σε όλη Του τη ζωή στάθηκες πιστή Του, γενναία συναθλητίνα και συνοδοιπόρισσα ως τα πόδια του σταυρού Του, ως τον τάφο, απλώνω το χέρι, σε περμαζώνω από τους δρόμους, σε παίρνω γυναίκα μου. Δώσ’ μου, κυρά μου, το χέρι σου!"

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2016

Στο εργαστήρι: Ο αποχωρισμός του χειρογράφου

(Από το βιβλίο: Το μικρόβιο της ευεξίας – γράφοντας βιβλία για παιδιά. Πατάκης, 2002*)



 Ο J.B. Pristley είπε κάποτε: «Η δεύτερη περίοδος ευφορίας (του συγγραφέα) είναι όταν έχεις ολοκληρώσει τη δουλειά σου και νιώθεις σαν να έφυγε ένα βάρος από τους ώμους σου. Μέσα στο σωρό των χειρογράφων βλέπεις τότε κάτι μοναδικό, κάτι που δημιουργήθηκε μια για πάντα. Έπειτα το χειρόγραφο φεύγει για τον εκδότη και τον τυπογράφο κι αρχίζεις να αναρωτιέσαι για το έργο σου. Η ελπίδα αναχωρεί και με την άφιξη των δοκιμίων για διορθώσεις η απελπισία επιστρέφει...»[i]
     Αυτή την αγωνία του συγγραφέα για το αποτέλεσμα της δουλειάς του, αυτή την απελπισία του, άλλοι την παρομοιάζουν με την κατάθλιψη της λοχείας. Όπως κι αν είναι, γεγονός παραμένει ότι το στάδιο αυτό κανένας πραγματικός συγγραφέας δεν το αποφεύγει κατά κανόνα. Είναι κάτι σαν το «τρακ» που έχουν και οι πιο διάσημοι ηθοποιοί πριν από την παράσταση. Θα παίξουν καλά; Θα ικανοποιήσουν το κοινό; Οι προηγούμενες τυχόν επιτυχίες ποτέ δεν είναι εγγύηση.
     Όμοια και ο συγγραφέας, ιδιαίτερα εκείνος που επιθυμεί ως αναγνωστικό του κοινό τα παιδιά, διακατέχεται από αμφιβολία, νιώθει αγωνία, διερωτάται αν δημιούργησε όντως κάτι αξιόλογο. «[Αποχωρίζομαι το γραφτό μου] όταν δεν μπορώ πια να του κάνω άλλο τράβηγμα, τέντωμα, αναποδογύρισμα, τίναγμα, λάξευμα, χάιδεμα, σκίσιμο, διόρθωμα, δέσιμο», λέει η σύγχρονη συγγραφέας παιδικών βιβλίων Virginia Euwer Wοlff. «Δεν νομίζω πως έρχεται κάποια λαμπερή στιγμή, που λες “Α, τώρα είναι τέλειο!”. Τίποτα τέτοιο. Μοιάζει περισσότερο με σήκωμα των ώμων, με μια τεράστια εκπνοή ανακούφισης. Και στην περίπτωσή μου υπάρχει πάντα το “νομίζω”. Δεν είμαι ποτέ απόλυτα σίγουρη. Για τίποτα»[ii] .
     Τις περισσότερες φορές ο συγγραφέας αισθάνεται απελπισμένος στη σκέψη ότι ίσως δεν κατάφερε ό,τι ακριβώς επιθυμούσε, ανησυχεί μήπως το πνευματικό του τέκνο δεν έχει τη δύναμη να επιζήσει στον κόσμο της λογοτεχνίας, όπως η λεχώνα ανησυχεί με το παραμικρό για την ικανότητα του νεογέννητου να επιζήσει και να βρει τη θέση του αργότερα στην κοινωνία. Υποσυνείδητα υποφέρει για τον αποχωρισμό της από το έμβρυο.

 Έρχεται όμως η εποχή που το βιβλίο εκδίδεται πια και κυκλοφορεί, βρίσκει την απήχηση που του αρμόζει – μεγάλη ή μικρή – και τότε σαν παιδί που στέκεται στα πόδια του, παίρνει τον δικό του το δρόμο. Ο πνευματικός «γονιός» του δεν μπορεί πια παρά να το παρακολουθεί από μακριά. Και να σκέφτεται τα γνωστά λόγια του Καρόλου Ντίκενς: "Αν στο βιβλίο μου έδωσα κάτι που μπορεί να χαρίσει μια στάλα χαράς ή παρηγοριάς σε γέρους ή μικρούς στις ώρες της δοκιμασίας, τότε θα πιστέψω πως κάτι κατάφερα - κάτι που θ’ αναθυμάμαι με ικανοποίηση στη μετέπειτα ζωή".

    



[i]   Αναφέρεται στο Author! Author!  Επιμέλεια: Richard Findlater, Faber and Faber, London: 1984, p. 174.


[ii]   “An interview with Virginia Euwer Wolff”, by Roger Sutton, The Horn Book Magazine, Μay/June 2001, p. 286.

* http://www.loty.gr/meletimata_analyt_5.htm



Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2016

Επάγγελμα: Αστροπώλης!


Φωτογραφείον «I. Καλλιγέρη» - Αιόλου 75, λέει πίσω η παλιά φωτογραφία. Κι από κάτω, γραμμένο από τη μάνα μου: Απόκριες 1950, η Ρούλη τριών ετών, ντυμένη ανθοπώλις.
   ΄Ηταν πολύ της μόδας τότε η στολή της ανθοπώλιδας για τα κοριτσάκια. Όμως το αγγελάκι μας – ναι, αγγελάκι, τι άλλο μπορεί να ήταν ένα τέτοιο χαρισματικό παιδάκι, που μας έφερε τόση χαρά εκείνα τα μίζερα χρόνια, με τον εμφύλιο να κατατρώει τα όνειρα της απελευθέρωσης – το αγγελάκι λοιπόν δεν ήθελε να λένε τη στολή του έτσι. Ζήτησε μάλιστα να έχει αστέρια στο καλαθάκι, όχι λουλούδια. Γιατί είχε κιόλας αποφασίσει τι θα γινόταν σα θα μεγάλωνε:
   - Αστροπώλης! έλεγε με καμάρι. 
   - Αρτοπώλης μήπως εννοείς; Φούρναρης; τη ρωτούσαμε.
   - Όχι! Αστροπώλης σάς λέω! Θα πουλάω τ’ άστρα τ’ ουρανού!
   - Και πόσο θα τα πουλάς; γελούσαμε.
  Το αγγελάκι σήκωνε τους ώμους.
    - Χωρίς λεφτά, έλεγε. Θα τα δίνω έτσι, για να έχει όλος ο κόσμος!
       Αν πρόλαβε να δώσει σε όλους αστέρια όσο ήταν στη γη δεν το ξέρω, τη δική μας τη ζωή πάντως τη φώτισε σαν αστέρι σαράντα οκτώ χρόνια και κάτι. Τα όσα ζήσαμε προσπάθησα να τα χωρέσω σ’ ένα βιβλίο, Ένα αγγελάκι στα Εξάρχεια  (*) το είπα. Και πιστεύω πάντα ότι και στον ουρανό που γύρισε, αυτό είναι το επάγγελμά της. (**)
         Αν λοιπόν κάποια νύχτα  δεις ένα αστέρι να πέφτει, να ξέρεις ότι μπορεί να είναι για σένα. ΄Ισως προσπαθεί να σου το στείλει ένα αγγελάκι που ήθελε κάποτε να γίνει αστροπώλης, για να μοιράζει τ’ άστρα τ’ ουρανού δωρεάν. 

 
 (**)