Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

Επειδή ο Αύγουστος φοβόταν τα σκοτάδια…


Ο τρίτος γιος, το στερνοπαίδι του Καλοκαιριού και της γυναίκας του της Ζέστης, όταν ήτανε μικρός φοβόταν τα σκοτάδια. Τη νύχτα δεν έλεγε να κοιμηθεί. Και μόλις έπαιρνε ο ύπνος τους γονείς του, στηνόταν στο παράθυρο και κοίταζε τ’ αστέρια ως το πρωί.
   - Εεεε! Γιατί δεν πας να κοιμηθείς εσύ, μικρέ; του φώναξε μια νύχτα ένα αστεράκι. Τι περιμένεις;
   - Περιμένω την αυγή, του αποκρίθηκε. Δε θέλω να ’μαι στα σκοτάδια…
   - ΄Ακου τι περιμένει μες στη νύχτα! γέλασε το αστέρι. Και πώς σε λένε φίλε;
   - Δεν έχω ακόμα όνομα, ντράπηκε κείνος. Ο παππούς ο Χρόνος όμως λέει πως, σαν έρθει η ώρα, θα με βαφτίσει ένας τρανός νονός, ο ΄Ηλιος!...
   ΄Ετσι κι έγινε. Σαν έκλεισε ο μικρός την έκτη μέρα, το Καλοκαίρι και η Ζέστη αποφάσισαν πως ήταν πια καιρός για τα βαφτίσια. Κάλεσαν φίλους, κάλεσαν συγγενείς κι ακούμπησαν το γιο τους στην πιο ψηλή κορφή ενός βουνού. Εκεί ο ΄Ηλιος, σαν νονός, πρώτα τον έλουσε και ύστερα τον τύλιξε με φως.
    - Τον ονομάζω Αύγουστο, είπε μ’ επίσημη φωνή και τον παρέδωσε στη Ζέστη.
    - Καλή φώτιση να ’χει, μουρμούρισε ο Χρόνος που, σαν παππούς, ήτανε πρώτος πρώτος καλεσμένος στα βαφτίσια και ήξερε το φόβο του εγγονού του.
    - ΄Εννοια σας και για τη φώτιση εγώ είμαι δω! δήλωσε ο ΄Ηλιος. ΄Ολη τη μέρα θα τον φωτίζω μοναχός μου. Και για τη νύχτα, θα του χαρίσω ένα καντήλι ασημένιο αλλά παράξενο: ΄Οσο ο αναδεξιμιός μου θα φοβάται τα σκοτάδια, το καντήλι αυτό θα μεγαλώνει. Όταν θα πάψει πια να τα φοβάται, θ’ αρχίσει να μικραίνει. Αυγουστιάτικο φεγγάρι θα το λένε και θα είναι το λαμπρότερο που έφτιαξα ποτέ!»….

(Aπό το βιβλίο «Τα παιδιά του Καλοκαιριού» - Σειρά: Ιστορίες με τους 12 μήνες, Πατάκης 1988, 20η έκδοση 2018. Εικ.: με κολάζ της Λ.Π.-Α.)

http://www.patakis.gr/viewshopproduct.aspx?id=176608


Κυριακή 28 Ιουλίου 2013

Τα χαρακτηριστικά και η αξία της παιδικής/νεανικής λογοτεχνίας (2)


Από το βιβλίο «“Όπως και στ’ αηδόνια” - για την παιδική λογοτεχνία χωρίς ψευδαισθήσεις, Πατάκης 1995  http://www.loty.gr/meletimata_analyt_3.htm
(Συνέχεια από την προηγούμενη ανάρτηση)

 Μήπως οδηγούμαστε λοιπόν στη σκέψη ότι είναι θέμα της ιδιοσυγκρασίας του συγγραφέα και της στάσης του έναντι της ζωής το αν γράφει ή όχι για παιδιά; Ναι, θα λέγαμε, εφόσον συνυπάρχει σ' αυτόν και η ξεχωριστή ικανότητα να παράγει κείμενα και με τ' άλλα χαρακτηριστικά που αναφέραμε, χωρίς να προδίδει την τέχνη του. Με άλλα λόγια, εφόσον διατηρεί όντως την παιδικότητα του, πράγμα που σημαίνει όχι μόνο ότι εξακολουθεί να θυμάται πώς ένιωθε όταν ήταν ο ίδιος παιδί αλλά ότι μπορεί και τώρα να νιώθει σαν παιδί, να βλέπει με παιδική ματιά τον κόσμο. Κι αυτό βέβαια χωρίς να απεμπολεί την ωριμότητά του που του επιτρέπει σήμερα, ανάμεσα στ' άλλα, να είναι ικανός για λογοτεχνική δημιουργία, να κάνει τις επιλογές του και να παίρνει τις αποφάσεις του.
     Να όμως εδώ που μπορεί άλλο ένα ερώτημα να τεθεί: Είναι πάντα επιλογή του συγγραφέα αν θα γράψει ή όχι για παιδιά και δική του απόφαση αν θα χαρακτηριστεί το βιβλίο του "παιδικό";
     Ασφαλώς δεν είναι πάντα. Βέβαια υπάρχουν συγγραφείς που από πείρα πια γνωρίζουν ότι αυτά που γράφουν έχουν τα χαρακτηριστικά των κειμένων για παιδιά. Στα "παιδικά/νεανικά" κατατάσσει ο εκδότης τα βιβλία τους κι εκείνοι αποδέχονται με χαρά τον τίτλο του "συγγραφέα παιδικών βιβλίων". Είναι δίχως άλλο γιατί πιστεύουν στη ρήση του C.S. Lewis ότι "μια ιστορία για παιδιά είναι η καλύτερη μορφή τέχνης για να πεις εκείνο που θέλεις".[i] 'Η γιατί προτιμούν κι εκτιμούν περισσότερο τα παιδιά ως αναγνώστες από τους ενήλικους, ως ειλικρινέστερα και πιο αυθόρμητα στις αντιδράσεις τους -κι αυτό φαίνεται π.χ. στα γράμματα που στέλνουν και στις ερωτήσεις που υποβάλλουν όταν ένας συγγραφέας επισκεφτεί το σχολείο, την παιδική βιβλιοθήκη ή τον όποιο χώρο τους. 'Η γιατί συντάσσονται με την άποψη του Llοyd Alexander ότι... "τα λογοτεχνικά βιβλία για παιδιά γράφονται για να διαβάζονται, τα βιβλία για μεγάλους γράφονται για να συζητιούνται στις κοσμικές συγκεντρώσεις"![ii]

Yπάρχουν όμως άλλοι συγγραφείς που δηλώνουν πως διόλου δεν τους απασχολεί η ηλικία του ενδεχόμενου αναγνωστικού τους κοινού, κι ότι άλλοι -οι εκδότες- αποφασίζουν τελικά πού θα τα κατατάξουν τα βιβλία τους.[iii]  Δεν μπορεί κανείς ν' αμφισβητήσει την ειλικρίνεια τέτοιων δηλώσεων. Μπαίνει ωστόσο στον πειρασμό να σκεφτεί ότι τέτοιες δηλώσεις γίνονται τις περισσότερες φορές απ' όσους προσπαθούν ν' αποφύγουν την ετικέτα "συγγραφέας παιδικών βιβλίων" και τη συγκατάβαση ή την "γκετοποίηση" που συχνά η ετικέτα αυτή συνεπάγεται, αφού στην εποχή μας υποτιμάται ακόμα η παιδική λογοτεχνία και οι δημιουργοί της όχι μόνο από μεγάλο τμήμα του ανίδεου κοινού αλλά και από μερίδα των πνευματικών ανθρώπων.[iv]
     Τέλος υπάρχουν και οι περιπτώσεις συγγραφέων που έχουν μεν την επιθυμία το βιβλίο τους να χαρακτηριστεί "παιδικό" και ο εκδότης δεν διαφωνεί, αλλά τελικά διαφωνούν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, τα παιδιά, αφού το βιβλίο δεν έχει τα χαρακτηριστικά που θα το κάνουν ελκυστικό γι' αυτά. 'Η διαφωνούν οι ενδιάμεσοι ενήλικοι (παιδαγωγοί, δάσκαλοι, γονείς, βιβλιοθηκονόμοι κ.λπ.) που συνήθως μεσολαβούν για να φτάσουν τα βιβλία στα παιδιά.
     Τούτο το τελευταίο συμβαίνει επειδή, πέρα από τα χαρακτηριστικά για τα οποία μιλήσαμε, οι ενδιάμεσοι αυτοί ενήλικοι αναζητούν κατά κανόνα και μερικά ακόμη, που τα θεωρούν απαραίτητα. Τρία είναι τα κυριότερα:
    (α) να μη χρησιμοποιείται η παιδική λογοτεχνία ως μέσο προπαγάνδας ή προσηλυτισμού,
    (β) να γίνεται πολύ προσεκτική προσέγγιση σε θέματα και σκηνές γύρω από το σεξ,
    (γ) ν' αποφεύγεται η βωμολοχία.
     Ευνόητο είναι ότι η αναζήτηση τέτοιων χαρακτηριστικών δεν υποδηλώνει -τουλάχιστον όχι πάντα- κάποια τάση λογοκρισίας ή σεμνοτυφίας των ενηλίκων, όπως π.χ. δε σημαίνει υποστήριξη της ποτοαπαγόρευσης η αντίρρηση τους να καταναλώνουν οι ανήλικοι οινοπνευματώδη ποτά.
     Ο αντίλογος εδώ είναι ότι τα σημερινά παιδιά, ακόμα και των πολύ μικρών ηλικιών, είναι εκτεθειμένα στον καθημερινό καταιγισμό εικόνων, πληροφοριών και διαφημίσεων από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και κυρίως από την τηλεόραση, όπου όλα τα βλέπουν κατά κόρον, και απ' όπου ασκούνται από τους μεγάλους, συνειδητά ή όχι, πλήθος προπαγάνδες (π.χ. υπέρ του καταναλωτισμού, του κομματισμού, της ασυδοσίας, της βίας, ακόμη και του εγκλήματος), οι οποίες βέβαια θεωρούνται απαράδεκτες για τα παιδικά λογοτεχνικά βιβλία. Σήμερα τα παιδιά τα ξέρουν όλα, σε τίποτα σχεδόν δε διαφέρουν από τους ενήλικους. 'Αρα;
     'Αρα δε μένει παρά να σημειώσουμε ό,τι και στην αρχή: "Εκείνοι που επιμένουν να θυμούνται την ανάγκη της παιδικής ηλικίας επιτελούν έργο πολύτιμο". Αν η λογοτεχνία για παιδιά δεν ξεχνάει την ανάγκη αυτή, τότε το έργο της είναι πολύτιμο και η αξία της μεγάλη.
     Οι αντιρρησίες έχουν ασφαλώς να κάνουν δύο ακόμη παρατηρήσεις: Η πρώτη είναι ότι τα λογοτεχνικά παιδικά βιβλία που κυκλοφορούν δεν είναι όλα υψηλής ποιότητας, συχνά μάλιστα εντοπίζονται και "σκουπίδια". Και η δεύτερη ότι η κάθε εποχή έχει τη δική της αντίληψη για το τι ακριβώς είναι ή πρέπει να είναι η παιδική ηλικία.
     Η απάντηση στην πρώτη παρατήρηση είναι ότι "σκουπίδια" μαζεύονται πάντα γύρω από κάθε τέχνη. Πλήθος οι αμφίβολης ποιότητας ποιητικές συλλογές, οι μέτριοι ζωγραφικοί πίνακες, οι αποτυχημένες μουσικές συνθέσεις, τα απαράδεκτα τραγούδια κ.λπ. Κανείς ωστόσο δε σκέφτηκε ν' αμφισβητήσει γι' αυτό την αξία της ποίησης, της ζωγραφικής ή της μουσικής. Απλώς χρειάζεται να προβληθούν τα αξιόλογα και να επικριθούν τα χαμηλής ποιότητας έργα. Κι αυτό είναι δουλειά της κριτικής. Μόνο που η κριτική, ως προς την παιδική λογοτεχνία, είναι γνωστό ότι στον τόπο μας υστερεί.[v]  Γι' αυτό και είναι αυξημένη η ευθύνη τόσο των εκδοτών όσο και των συγγραφέων που γράφουν για παιδιά. Κανείς βέβαια δεν μπορεί να ζητήσει ευθύνη από ένα λογοτέχνη, την ώρα της δημιουργίας. Την ώρα εκείνη είναι και πρέπει να είναι απόλυτα ελεύθερος να γράψει το κείμενο που θέλει. Από τη στιγμή όμως που αποδέχεται τον τίτλο του συγγραφέα βιβλίων για παιδιά ή απλώς δέχεται να περιληφθεί το βιβλίο του στους εκδοτικούς καταλόγους παιδικών βιβλίων, αυτόματα αναλαμβάνει και τις ανάλογες ευθύνες, άρα οφείλει να σέβεται το αναγνωστικό του κοινό αλλά -αναπόφευκτα- και τους "ενδιάμεσους" ενηλίκους.
 Ως προς τη δεύτερη παρατήρηση: Αναμφίβολα οι αντιλήψεις για τα γνωρίσματα και τις ιδιότητες τις παιδικής ηλικίας διαφοροποιούνται με το πέρασμα των χρόνων. Ασφαλώς και δεν ασπαζόμαστε σήμερα, π.χ., τη βικτωριανή αντίληψη περί "αγγελικής αθωότητας" της παιδικής ηλικίας. Σήμερα όλο και περισσότερο αντιλαμβανόμαστε την περίοδο αυτή της ζωής του ανθρώπου ως εποχή αδυναμίας και εξάρτησης από τους ενηλίκους που πρέπει να αντιμετωπιστεί με βαθύτερη ψυχολογική κατανόηση και ουσιαστικότερη συμπαράσταση. 'Εχει όμως και κάποια μόνιμα χαρακτηριστικά η παιδική ηλικία που σίγουρα μένουν αναλλοίωτα. Είναι η εποχή των μεγάλων ονείρων, της ειλικρίνειας, της δίψας για το καλό και το δίκιο, της αυθορμησίας, της φρέσκιας, καθαρής ματιάς που βλέπει τον αυτοκράτορα γυμνό και δε διστάζει να τ' ομολογήσει. Είναι η εποχή της συναισθηματικής επώασης του αυριανού ανανεωτή αλλά και συνεχιστή του ανθρώπινου πολιτισμού.
     Σήμερα, όπως ειπώθηκε ήδη, υποστηρίζεται ευρύτατα πως η κακή χρήση των μέσων μαζικής επικοινωνίας μετατρέπει τα παιδιά σε μικρομέγαλα πλάσματα και την παιδική ηλικία σε περίοδο άγχους, παρεξήγησης και, τελικά, απομόνωσης. Υποστηρίζεται επίσης ότι τα παιδιά "δέχονται δια της βίας λανθασμένη παιδεία" και ότι "το σύστημα παράγει μεγαλοφυΐες με μια υπερβολικά διανοουμενίστικη προσέγγιση στη ζωή, που όμως παραμένουν συναισθηματικά απαίδευτοι". [vi]  Τη συναισθηματική παιδεία που λείπει μπορεί, ως ένα βαθμό, να την αναλάβει η παιδική λογοτεχνία, ακριβώς λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της. Και εκεί κυρίως έγκειται σήμερα η αξία της. Αν φέρουμε όσο κοντύτερα γίνεται τα παιδιά με τα παιδικά βιβλία, τότε ασφαλώς η παιδική λογοτεχνία θα βοηθήσει -στο μέτρο των δυνατοτήτων της- να εξακολουθήσουν να υπάρχουν παιδιά πραγματικά και όχι πρόωρα γερασμένοι ανήλικοι. Γιατί "ένας κόσμος χωρίς παιδιά θα ήταν εφιαλτικός ακόμα και για τον κόσμο της Αποκάλυψης".[vii]




[i]. C.S.Lewis Οn Three Ways οf Writing fοr Children, στο Οnly Cοnnect, με διάφορα δοκίμια, επιμέλεια της Sheila Egοff, Οxfοrd Uniνersity Press, Canada: 1980, σελ.180.
[ii]. Βλ. Jane Yοlen Writing bοοks fοr children, Bοstοn: The Writer inc., 1984, σελ.1
[iii]. Bλ. π.χ. τις απόψεις του Michael Ende στο άρθρο του Το γράψιμο, ένα αυθόρμητο παιχνίδι, στο περιοδικό ΔIΑΔΡΟΜΕΣ, τ.5/1987, σελ.20-34.
[iv]. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα. Βλ. το άρθρο της Ann Thwaite Η δημιουργία παιδικών βιβλίων - Πρόθεση και σκοποί, στο περιοδικό ΔIΑΔΡΟΜΕΣ, ο.π. σελ.36-39.
[v]. Βλ. Λ. Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου Η παιδική λογοτεχνία στην εποχή μας, Aθήνα, Καστανιώτης 1990, σελ.79-96.
[vi]. Δήλωση του Καθηγητή Γουίτφιλντ, του Βρετανικού Οικογενειακού Συμβουλίου. Βλ. το άρθρο Σε αναζήτηση νέων υγιών προτύπων για την οικογένεια, εφημ. Η ΚΑΘΗΜΕΡIΝΗ, 21.11.93,σελ.40.
[vii]. J. Huizinga Hοmο Ludens, Λονδίνο 1938.

Σάββατο 27 Ιουλίου 2013

Τα χαρακτηριστικά και η αξία της παιδικής/νεανικής λογοτεχνίας (1)


(Από το βιβλίο “Όπως και στ’ αηδόνια” - για την παιδική λογοτεχνία χωρίς ψευδαισθήσεις, Πατάκης 1995) http://www.loty.gr/meletimata_analy t_3.htm
Δεν είναι λίγες οι μελέτες που δημοσιεύονται τα τελευταία χρόνια και επιβεβαιώνουν επιστημονικά κάτι που μπορεί να επισημάνει και κάθε απλός παρατηρητής των κοινωνικών φαινομένων: Η παιδική ηλικία τείνει να εξαφανιστεί, λόγω του σύγχρονου τρόπου ζωής και ειδικότερα εξαιτίας της τεράστιας, σαρωτικής επίδρασης που ασκεί καθημερινά η τηλεόραση.[1]  'Ολο και περισσότερο εκλείπουν οι διαφορές μεταξύ ενηλίκων και παιδιών στην πληροφόρηση, στους τρόπους εκφράσεις, στο ντύσιμο, στις αντιδράσεις. Στις σημερινές κοινωνίες το παιδί ωθείται από τους μεγάλους -συνειδητά ή όχι- να συμπεριφέρεται σαν ενήλικος. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργούνται "μικρομέγαλα" πλάσματα που δρουν όχι όπως είναι φυσικό για την ηλικία τους αλλά όπως τους υποδεικνύουν, άμεσα ή έμμεσα, κυρίως τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
     Προβληματισμένος βαθύτατα από τις διαπιστώσεις αυτές, ένας ξένος ερευνητής γράφει: "Είναι αδιανόητο ότι ο πολιτισμός μας θα ξεχάσει πως χρειάζεται παιδιά. Ωστόσο κοντεύει να ξεχάσει ότι τα παιδιά χρειάζονται την παιδική τους ηλικία. Εκείνοι που επιμένουν να το θυμούνται, επιτελούν έργο πολύτιμο".[2]
     Σε κείνους που δεν μπορούν να ξεχάσουν την ανάγκη της παιδικής ηλικίας συγκαταλέγεται και ο συγγραφέας που γράφει για παιδιά, ίσως γιατί την αισθάνεται έντονα ως δική του ανάγκη πρώτα. Είναι ο συγγραφέας που δεν έχασε και δε θέλει να χάσει το κομμάτι εκείνο του εαυτού που παραμένει παιδί. Γράφοντας, σ' αυτό το παιδί απευθύνεται, συνειδητά ή όχι, όσο κι αν ως ιδεατό αναγνώστη θεωρεί συχνά ένα άλλο παιδί, υπαρκτό ή όχι, γνωστό του ή άγνωστο.
     Εδώ πρέπει να προλάβουμε μια παρεξήγηση που ίσως δημιουργείται. Πολλοί νομίζουν ότι η ανάγκη αυτή είναι η ίδια μ' εκείνη που ίσως νιώθουν κάποτε ορισμένοι συγγραφείς να διηγηθούν τη δική τους παιδική ηλικία. Τέτοιες διηγήσεις αφθονούν. Το αποτέλεσμα ωστόσο δεν είναι πάντα ή μάλλον σπάνια είναι "βιβλίο για παιδιά".
     Οπότε προβάλλει το ερώτημα που συνήθως θέτουν όσοι δεν ασχολούνται σοβαρά με την παιδική λογοτεχνία ή συστηματικά με τη μελέτη της: Και τι είναι τελικά το παιδικό λογοτεχνικό βιβλίο; Πώς καθορίζεται αν ένα λογοτέχνημα είναι ή όχι για παιδιά -ή και για παιδιά;
K. Nτίκενς
     Ο ασφαλέστερος τρόπος που οδήγησε και εξακολουθεί να οδηγεί σε έγκυρα κριτήρια είναι η μελέτη των χαρακτηριστικών των λογοτεχνικών εκείνων βιβλίων, παλιών ή νέων, που έχει παρατηρηθεί ότι βρίσκουν μόνιμη απήχηση στα παιδιά. Ας μην ξεχνάμε ότι υπήρξαν βιβλία που έγιναν κτήμα των παιδιών μολονότι ο συγγραφέας τους δεν τα προόριζε ειδικά γι' αυτά ή και γι' αυτά. Κάτι τέτοιο, π.χ., έγινε με τα βιβλία του Ντίκενς, του Βερν και άλλων, όπως είχε γίνει πολύ παλιότερα και με τα λαϊκά παραμύθια.
     Από μια τέτοια μελέτη λοιπόν προκύπτει ότι συνυπάρχουν ορισμένες ιδιαιτερότητες σε όσα βιβλία έχουν απήχηση στο παιδικό αναγνωστικό κοινό[3]. Ας δούμε τις σημαντικότερες, που αφορούν κυρίως την πεζογραφία.
     Ως προς τη μορφή, η οπτική γωνία είναι συχνά και κυρίως εκείνη του παιδιού. Η αμεσότητα είναι έκδηλη. Κουραστικές περιγραφές δεν υπάρχουν. Οι χαρακτήρες μολονότι διαγράφονται καθαρά και ζωηρά, αφήνουν πάντα στον αναγνώστη περιθώριο για ταύτιση. Οι επίμονες "αυτοαναλύσεις" απουσιάζουν όπως απουσιάζει ο σαρκασμός και ο κυνισμός  -κι αυτό δεν είναι απορίας άξιο. Τα στοιχεία αυτά κλονίζουν την σταδιακά αναπτυσσόμενη, άρα εύθραυστη αυτοπεποίθηση των παιδιών, γι' αυτό και τα απωθούν.

Μ. Ende

  Τέλος, ο λόγος είναι λιτός και ξάστερος. Ακόμα και στις φανταστικές ιστορίες υπάρχει ευκρίνεια και διαύγεια -οι εικόνες είναι πεντακάθαρες. Βιβλία του Tοlkien, όπως το Χόμπιτ (Κέδρος), ή του Ende, όπως το Ιστορία χωρίς τέλος (Ψυχογιός), δείχνουν καθαρά τι υποστηρίζεται εδώ. Σε βιβλία σαν αυτά ο συγγραφέας έχει απόλυτη γνώση των φανταστικών τόπων και πλασμάτων που παρουσιάζει. Τίποτα δεν είναι θολό, ακατανόητα ονειρικό ή διατυπωμένο με ασάφεια. Αν και φανταστικά, είναι όλα ξεκάθαρα και ζωντανά στο μυαλό του συγγραφέα κι έτσι σχηματίζονται και στο μυαλό του αναγνώστη. Πρόκειται για μια ειδική ικανότητα προφανώς κληρονομημένη από τους παλιούς παραμυθάδες. Να πώς περιγράφει ο Καρκαβίτσας ένα παλιό ναυτικό παραμυθά:
A. Καρκαβίτσας
"... είχε την τέχνη απάνω στην αλήθεια ν' απλώνει τη μεταξωτή σκέπη του ονείρου και κάτω από τ' όνειρο να θεμελιώνει την ύλη την αληθινή, τεχνίτης θαυμαστός, όπως ο μέγας ήλιος που σύγκαιρα ιδανικεύει το πέτρινο βουνό και το ανεμόπλεχτο σύγνεφο... 'Ολα τα ήθελε ισόμετρα, ξάστερα κι αρμονικά. Κι ήθελε μόνο να τον ακούει το πλήρωμα".[4]
     Για να συναρπάζει κάποιος το σημερινό "πλήρωμα", τα παιδιά, σίγουρα υπάρχουν στα βιβλία του και κάποια ακόμα χαρακτηριστικά που αφορούν το περιεχόμενο. Ας δούμε τα κυριότερα:
- Υπάρχει μύθος με αρχή μέση και τέλος -και πώς να μην είναι έτσι, αφού βασική ανάγκη του ανθρώπου, ιδιαίτερα στη μικρή ηλικία, είναι ν' ακούει ιστορίες.
- Υπάρχει πλοκή έντονη και γρήγορη -και πώς να μην είναι έτσι, αφού κάτι τέτοιο ικανοποιεί τη χαρακτηριστική περιέργεια και την ανυπομονησία της παιδικής ηλικίας.
- Το κακό δεν θριαμβεύει τελικά, το καλό δεν νικιέται -και πώς να μην είναι έτσι αφού έντονο είναι στα παιδιά το αίσθημα της δικαιοσύνης. Σύμφωνα με την ψυχολογία, "τα παιδιά έχουν την τάση να βλέπουν το σύμπαν ως ένα οικοδόμημα βασικά ηθικό, που διέπεται από κάποια ενδογενή δικαιοσύνη, έτσι ώστε τελικά το καλό πάντα ν' ανταμείβεται και το κακό να τιμωρείται. Πολλά από αυτά, καθώς μεγαλώνουν, θ' αντιμετωπίζουν αυτή την αντίληψη με σκεπτικισμό, περνάει όμως πολύς καιρός ώσπου ένα παιδί να είναι έτοιμο συναισθηματικά ν' αντιμετωπίσει την πιθανότητα ενός απρόσωπου σύμπαντος και μιας τυχαίας εμφάνισης του ανθρώπου, και ν' αποφασίσει αν θα πιστέψει σε κάτι τέτοιο ή όχι".[5]
- Ακόμα κι όταν η επικράτηση του καλού δεν είναι απόλυτη ή χωρίς σημαντικές απώλειες, ή ακόμα κι όταν το κακό έχει κάνει βλάβες ανεπανόρθωτες, η ελπίδα παραμένει. Ενώ η τραγική όψη της ζωής δεν αποκρύβεται, οι σκληρές ρεαλιστικές σκηνές δεν λείπουν, οι αντιξοότητες και τα λογής προβλήματα του βίου δεν παραλείπονται, τελικά βρίσκεται διέξοδος, διαβλέπεται κάποια λύση, τονώνεται η πίστη στις αξίες της ζωής.
     Τούτο το τελευταίο είναι ίσως και το πιο βασικό, αξίζει λοιπόν να σταθούμε εδώ λίγο περισσότερο. Ακούγεται συχνά ο αντίλογος ότι η ζωή είναι πολύ σκληρή και οι απογοητεύσεις κανόνας, άρα το "καλό τέλος" δεν είναι διόλου ρεαλιστικό και συνεπώς ισοδυναμεί με εξαπάτηση των παιδιών. Ωστόσο εδώ εξετάζουμε τι συμβαίνει σε λογοτεχνήματα όντως αξιόλογα, όπου ελπιδοφόρα έκβαση δε σημαίνει γλυκερό "happy end". Σημαίνει ότι ο αναγνώστης κλείνει τελειώνοντας το βιβλίο με διάθεση κατάφασης για τη ζωή, με την πεποίθηση ότι αξίζει η πάλη για το σωστό και το δίκιο, με την αίσθηση ότι τελικά στον κόσμο μπορεί να βρεθεί ανθρώπινη ζεστασιά, πραγματική αγάπη, αληθινή φιλία.
 
Τα παραδείγματα που μπορούμε ν' αντλήσουμε από σύγχρονα και μάλιστα ελληνικά βιβλία είναι άφθονα. Ας αναφέρουμε τα: Πριν από το τέρμα (Πατάκης) της Γαλάτειας Σουρέλη, Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου (Κέδρος) της 'Αλκης Ζέη, Οι πελαργοί θα ξανάρθουν (Κέδρος) της Μαρούλας Κλιάφα, Μια ιστορία για δύο (Καστανιώτης) της Ειρήνης Μάρρα, Αρχίζει το ματς (Πατάκης) της Αγγελικής Βαρελλά, Η αόρατη σελίδα (Καστανιώτης) της 'Αλκης Γουλιμή, SΟS Κίνδυνος (Καστανιώτης) της Νίτσας Τζώρτζογλου, Το 'λεγαν Ξάστερο (Κέδρος) της 'Αννας Γκέρτσου-Σαρρή, κι ο κατάλογος βέβαια είναι πολύ μακρύτερος. Από τα παλιότερα, ας πάρουμε το Για την πατρίδα (Εστία) της Πηνελόπης Δέλτα. Την αποστολή τη "φέρει εις πέρας" μόνη της η Θέκλα, αφού έχει χάσει με τρόπο τραγικό τον Αλέξιο. Στον Καιρό του Βουλγαροκτόνου (Εστία), ο Κωνσταντίνος στο τέλος πεθαίνει. Ο αναγνώστης μολονότι θλίβεται, μένει με την αίσθηση ότι οι ήρωες των βιβλίων αυτών έζησαν μια ζωή νοηματισμένη, ότι μπορεί να υπάρξει φιλία πιο δυνατή κι απ' το θάνατο, ότι η βαθιά, πραγματική αγάπη δε λείπει.
     Με τέτοια πεποίθηση μένουν και οι αναγνώστες άλλων βιβλίων, όπου συχνά υπάρχει ένα είδος "ανοικτού τέλους" ή αφήνεται να εννοηθεί ότι ο ήρωας κέρδισε βέβαια μια μάχη μα κανείς δεν υπόσχεται ότι δε ξαναχρειαστεί αγώνας, αφού η ζωή συνεχίζεται. Παραδείγματα: Το ταξίδι που σκοτώνει (Καστανιώτης) του Μάνου Κοντολέων, Μια χαραμάδα φως (Κέδρος) της Κίρας Σίνου, Το αυγό της έχιδνας (Πατάκης) της Λίτσας Ψαραύτη κ.α. Πρόκειται όμως για μια ζωή που αξίζει κανείς να τη ζήσει παρ' όλους τους κινδύνους, τις παγίδες και τις απογοητεύσεις που επιφυλάσσει.
     Με άλλα λόγια, η λογοτεχνία που έχει απήχηση στα παιδιά, πέρα από το ότι παρέχει -στο βαθμό που κάθε βιβλίο το πετυχαίνει- ό,τι και η λογοτεχνία γενικά (δυνατότητα για διερεύνηση της ανθρώπινης εμπειρίας, έναν καθρέφτη όπου μπορεί κανείς ν' αναγνωρίσει και να γνωρίσει βαθύτερα τον εαυτό του, έναν τρόπο εμπλουτισμού των ανθρωπίνων συναισθημάτων και αντιλήψεων κλπ.) έχει και την ικανότητα να δίνει κουράγιο στον νεαρό αναγνώστη για το ταξίδι της ζωής που ξανοίγεται μπροστά του.
            Κι ευτυχώς που είναι έτσι. Ευτυχώς που κατά κανόνα τα παιδιά απεχθάνονται τα κείμενα που τα αποθαρρύνουν, θυμίζοντας μας μ' αυτόν τον τρόπο ότι κανένας δεν έχει το δικαίωμα, πριν αρχίσουν ουσιαστικά τη μάχη της ζωής, να τ' αφοπλίζει με τον κυνισμό, τον μηδενισμό, την απελπισία. Σίγουρα είναι "άνανδρη" μια τέτοια συμπεριφορά ενηλίκου προς ανήλικο. 'Ισως δεν υπάρχει τίποτα τρομακτικότερο για ένα παιδί από την αίσθηση που μπορεί να του δημιουργηθεί ότι είναι μάταιο να προσπαθήσει για ο,τιδήποτε, άσκοπο να περιμένει κάτι αξιόλογο από τη ζωή. Αντίθετα, η ελπίδα για το μέλλον το οδηγεί σε θετική στάση και θαρραλέα αντιμετώπιση της ζωής και το παρακινεί για βελτιώσεις στο κοινωνικό και το προσωπικό επίπεδο.
     Βέβαια, όπως έχει ειπωθεί, "γράφεις ό,τι είσαι και είσαι ό,τι γράφεις".[6]  Ο συγγραφέας πρέπει να νιώθει και να έχει ο ίδιος ελπίδα και κουράγιο για τη ζωή, για να τ' αφήσει να βλαστήσουν αυτά στα βιβλία του. Αλλιώς δεν είναι "γνήσιος", δεν είναι ειλικρινής με τον εαυτό του και τους αναγνώστες του.

Συνεχίζεται στην επόμενη ανάρτηση   
http://lotypetrovits.blogspot.gr/2013/07/2.html
Σημειώσεις



[1]. Βλ. Neil Pοstman The Disalppearance οf Childhοοd, New Yοrk: Delacοrte, 1982. Daνid Elind The Hurried Child, Reading, Massachusetts: Addisοn Wesley, 1981. Jοhn Irνine Technοlοgy οn Children and Childhοοd, στον τομο Changing Faces - Stοry and Children in an Electrοnic Age, Sydney: IBBY Austrtalia Publicatiοns, 1984. Iνar Frοnes/Trοnd Waage The Lοst Childhοοd - οr the New Οne, στον τόμο Children's Literature and the New Media (πρακτικά του 21ου Συνεδρίου της IΒΒΥ), Οslο, 1988.
[2]. Neil Pοstman The Disappearance οf Childhοοd, ο.π. σελ.153.
[3]. Βλ. Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου Σημεία αναγνώρισης της λογοτεχνίας για παιδιά και των δημιουργών της, στο περιοδικό ΔIΑΔΡΟΜΕΣ, τ.11/1988, σελ. 225-229, και Η Παιδική Λογοτεχνία στην εποχή μας, Αθήνα: Καστανιώτης, 1990, σελ.137-144.
[4]. Ανδρέα Καρκαβίτσα Λόγια της πλώρης, Αθήνα: Εστία, 1979, σελ.98-99.
[5]. Nichοlas Tucker (πρόλογος κι επιμέλεια) Suitable fοr Children? Sussex Uniνersity Press, 1978, σελ.20.
[6]. Jane Yοlen Writing Bοοks fοr Children, Bοstοn: The Writer inc., 1984, σελ.7.

Δευτέρα 22 Ιουλίου 2013

Ένα μύθο θα σας πω…

«Τ’ αρχαία χρόνια ένα ζευγάρι με πολλά χρόνια στη πλάτη ζούσε σ’ ένα φτωχικό σπιτάκι, στη Φρυγία - στη σημερινή βορειοδυτική Μικρά Ασία.  Φιλήμων και Βαυκίς τα ονόματά τους. Πάντα καλοσυνάτοι και φιλόξενοι κι οι δυο, βοηθούσαν όποιους είχανε ανάγκη, ενώ οι κάτοικοι της γύρω περιοχής ήταν εγωιστές και αφιλόξενοι.
     Μια μέρα ο Δίας αποφάσισε ν’ ακούσει από κοντά τι σκέφτονται γι’ αυτόν κάτω στη γη. Μεταμορφώθηκε λοιπόν σε οδοιπόρο, πήρε μαζί και τον Ερμή κι άρχισε να γυρίζει πόλεις και χωριά για να το μάθει.
     Περπατώντας σ’ όλη τη Φρυγία, μόνο εχθρότητα και αδιαφορία συναντούσαν, ώσπου χτύπησαν την θύρα του ηλικιωμένου ζευγαριού. Ο Φιλήμων κι η Βαυκίς τούς άνοιξαν με προθυμία. Τους φιλοξένησαν προσφέροντάς τους το περισσότερο από το λιγοστό κρασί και φαγητό που είχαν και στρώνοντάς τους για να κοιμηθούν στο πιο καλό δωμάτιο του φτωχικού τους.
     Κατάπληκτοι απ’ τη φιλοξενία αυτή, οι δυο θεοί πήρανε την πραγματική τους τη μορφή κι ο Δίας είπε στο ζευγάρι πως θα πραγματοποιούσε ευθύς την πιο μεγάλη του επιθυμία, όποια κι αν ήταν. Ο Φιλήμων κι η Βαυκίς το μόνο που του ζήτησαν ήταν να ζήσουνε μαζί κι αγαπημένοι όσα χρόνια τους απόμεναν και να κλείσουνε τα μάτια τους την ίδια μέρα. Τότε ο Δίας έκανε το σπίτι τους ναό, τους όρισε ιερείς και, όταν ήρθε η ώρα να φύγουν από τη ζωή, τον Φιλήμονα τον μεταμόρφωσε σε δρυ και τη Βαυκίδα σε φιλύρα - που πιο συχνά τη λέμε φλαμουριά - για να μπορούν να σιγοψιθυρίζουν μεταξύ τους λόγια αγάπης με το θρόϊσμα των φύλλων τους.
 “Τούτο το μύθο θύμισα λοιπόν στους φίλους μου, αντί για άλλη ευχή και δώρο” συνέχισε ο παππούς, “όταν μου είπανε πως έχουν λόγο που θέλουν να μας κάνουν το τραπέζι – νιώθω λίγο σαν τον Δία, βλέπεις, που με φιλοξενούν εδώ με τόση καλοσύνη! Σαν χτες είχανε παντρευτεί…”
Απόσπασμα από το βιβλίο Στη σκιά της πράσινης βασίλισσας (Πατάκης 2012)
http://www.i-read.i-teen.gr/book/sti-skia-tis-prasinis-basilissas
http://www.loty.gr/mythistorima_analyt_18.htm
 http://lotypetrovits.blogspot.gr/2013/04/blog-post.html
http://lotypetrovits.blogspot.gr/2012/06/2012.html
http://lotypetrovits.blogspot.gr/2012/06/2012-9.html
http://lotypetrovits.blogspot.gr/2012_05_01_archive.html
http://lotypetrovits.blogspot.gr/2012_09_01_archive.html


Παρασκευή 19 Ιουλίου 2013

Για την άλλη πατρίδα

του Χρήστου Κολιού
Φιλολόγου

(Από το εξαντλημένο βιβλίο  Το υφαντό της Πηνελόπης  – διαχρονικές αναγνώσεις για το έργο και την προσωπικότητα της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Επιμέλεια: Β.Δ. Αναγνωστόπουλος,  Εργαστήρι Λόγου και Πολιτισμού Πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Βόλος 2008).

΄Ενας υπέροχος ύμνος στον άνθρωπο που αγωνίζεται για μια ελεύθερη πατρίδα, που πασκίζει για τη δικαιοσύνη και την ειρήνη ανάμεσα στους ανθρώπους, που νιώθει ν’ αναβλύζει από μέσα του «αγάπη για όλο τον κόσμο, τον κάθε άνθρωπο, κάθε πλάσμα πάνω στη γη». Αυτές οι σκέψεις μου έρχονται στο μυαλό, καθώς τελειώνω την ανάγνωση του μυθιστορήματος της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου Για την άλλη πατρίδα.(*)
     «Σύγχρονο μυθιστόρημα για μεγάλα παιδιά» το ονομάζει η συγγραφέας. ΄Ομως είν’ αλήθεια πως και τον μεγάλο τον ελκύει, τον ενδιαφέρει και τον συγκινεί. Δεν είναι αυτό ένα από τα γνωρίσματα κάθε αξιόλογου έργου;
     Με το βιβλίο της αυτό η Λ.Π.-Α. μας χαρίζει ακόμα ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα, γεμάτο γνήσια ανθρωπιά. Το χαιρετίζουμε σαν θετική και σημαντική προσφορά στο χώρο της ελληνικής παιδικής βιβλιογραφίας και στο χώρο της εθνικής παιδείας.
     Η Λ.Π.-Α. γνωρίζει βαθιά και αγαπά σωστά το νέο άνθρωπο προς τον οποίο απευθύνεται. Γι’ αυτό κατορθώνει – φυσικά και αβίαστα – να προσεγγίσει με λεπτότητα, ευγένεια και ήθος τον ψυχικό κόσμο και να του προσφέρει αληθινή παιδεία χωρίς κανένα σημάδι διδακτισμού. Η συγγραφέας αιχμαλωτίζει την ψυχή του παιδιού με το φυσικό, λιτό, αληθινό της λόγο και την ίδια στιγμή του εναποθέτει με μαστοριά τα μηνύματα της αγάπης, της ειρήνης, της ανθρωπιάς, την πίστης στην ελευθερία, της πίστης στη ζωή, της αγάπης για την πατρίδα. Μ’ αυτό τον τρόπο πετυχαίνει ν’ ανοίξει εσωτερικό διάλογο με τον αναγνώστη και να του ξυπνήσει τα ανθρωπιστικά συναισθήματα. ΄Ετσι σιγά σιγά το παιδί, με τη βοήθεια του έργου, αποδεσμεύεται από την κυριαρχία του «εγώ» και οδεύει από μόνο του την πορεία προς το «εμείς».
      «Το μυθιστόρημα τούτο», σημειώνει η συγγραφέας, «είναι βασισμένο σε πραγματικά περιστατικά, σε αληθινές ιστορίες προσφύγων που μετακινήθηκαν στην πενταετία 1970-1975. Οι χώρες όμως που εκτυλίσσεται έχουν ονόματα φανταστικά. Και τούτο, γιατί παρόμοια περιστατικά συμβαίνουν σε πολλά σημεία της γης. Δεν έχει, λοιπόν, σημασία αν οι τόποι που έζησαν τα πρόσωπα της ιστορίας ήταν στην Ανατολή ή στη Δύση, το Βορρά ή το Νότο. Η ανθρώπινη αγωνία είναι η ίδια παντού. Κι η λαχτάρα που θα νιώσει ο μικρός ήρωας για ελευθερία, για ειρήνη, για δικαιοσύνη, είναι λαχτάρα χιλιάδων παιδιών, αίτημα εκατομμυρίων ανθρώπων σε πάμπολλα μέρη του κόσμου».
     Πραγματικά! Η συγγραφέας δίνει στην κατατρεγμένη οικογένεια του μικρού ήρωα Τέλη – που ζει την τραγωδία και την οδύσσεια των χαμένων πατρίδων – πανανθρώπινες διαστάσεις. Τη στήνει πάνω από την επώνυμη πατρίδα, την κάνει σύμβολο του κατατρεγμένου ανθρώπου που αναζητά με αγώνα κι αγωνία ένα κομμάτι ελεύθερης – αληθινά ελεύθερης – και ειρηνικής γης για να ριζώσει. Τούτο ακριβώς το ανυπότακτο πάθος της τραγικής οικογένειας για ελευθερία, ειρήνη, δικαιοσύνη την υψώνει σε σύμβολο πανανθρώπινο, ιδιαίτερα στους δικούς μας σκληρούς καιρούς.
     Οι χαρακτήρες του έργου διαγράφονται στέρεα και ολοκληρωμένα. Έχουν την πίστη τους, έχουν την ψυχική αντοχή τους, τη δύναμη για αντίσταση στην εμπλοκή των καιρών, τους διακρίνει μια εσωτερική αρχοντιά. Το κύριο πρόσωπο, ο μικρός Τέλης, είναι παιδί με πολλά χαρίσματα, πολύ πιο ώριμο απ’ ό,τι θα απαιτούσε η ηλικία του. «΄Ηταν όλοι περήφανοι για κείνον. Καλός μαθητής, καλό παιδί, σωστός άντρας κι ας ήταν δέκα χρόνων μονάχα». Είναι ένα παιδί σχεδόν τέλειο.
     Πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραματίζει και ο θείος Ιάσονας. Ο θείος ήταν «έξυπνος, ενθουσιώδης και ασυμβίβαστος, ορμητικός και ειλικρινής». Ο Τέλης τον λατρεύει, τον έχει πρότυπο και θέλει να του μοιάσει. Αυτούς τους δυο ήρωες τους συνδέουν στενές σχέσεις, γιατί τους δένουν κοινές πνευματικές καταβολές.
     Η οικογένεια του Τέλη είναι πατριαρχική, με ρίζες βαθιές. ΄Ολα τα μέλη της, μ’ επικεφαλής το σεβάσμιο γέροντα παππού, που ζει με τ’ όνειρο του γυρισμού στην πατρική γη, τη Γαλαζόνησο, είναι άνθρωποι που σέβονται την παράδοσή τους. Στην οικογένεια καλλιεργείται η εθνική συνείδηση, η αγάπη προς την πατρίδα και τη δικαιοσύνη, η εθνική γλώσσα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η οικογένεια του Τέλη βρίσκεται σε ξένη πατρίδα, όπου λειτουργεί ο νόμος της αυθαιρεσίας και της ανελευθερίας.
     Πλάι στην οικογένεια του Τέλη υπάρχουν και δένονται οργανικά ο καλός φίλος Βαρούχ, ο αντικαθεστωτικός συγγραφέας Στεφάν και άλλα δευτερεύοντα πρόσωπα.
     Στο έργο όλοι οι χαρακτήρες σφιχτοδένονται μ’ ένα στέρεο κρίκο: Το πάθος για γυρισμό στην ελεύθερη πατρική γη. Τούτο το πάθος καταντά ο μοναδικός σκοπός τους. Τα πάντα – σκέψεις και πράξεις τους – τείνουν στην πραγμάτωση του γαλάζιου ονείρου. Κανένα εμπόδιο, κανένας κίνδυνος, καμιά δοκιμασία, καμιά θυσία δεν τους κόβει το δρόμο. Είναι έτοιμοι για όλα, φτάνει να προσκυνήσουν τα χώματα της δικής τους πατρίδας.
     Το ύφος του μυθιστορήματος είναι απλό, με ρωμαλέο ωστόσο λυρισμό. Ο διάλογος ζωντανός, λιτός. Η πλοκή γεμάτη περιπέτεια που σε κρατά σε ψυχική ένταση.  Το συναίσθημα της αισιοδοξίας και απαισιοδοξίας διαδέχονται το ένα το άλλο. Το ίδιο η χαρά κι ο πόνος, η ελπίδα κι η απογοήτευση. Τελικά νικά η αισιοδοξία κι η προσμονή του καλύτερου.
 Εκείνο που κάνει το μυθιστόρημα ιδιαίτερα ενδιαφέρον και συναρπαστικό είναι η δραματικότητα και η επικαιρότητά του. Μιλά στην ψυχή του αναγνώστη, γιατί ακούεται η φωνή σύγχρονων σκληρών γεγονότων. Η φρικιαστική φωνή της προδοσίας, του πολέμου, της προσφυγιάς, του σπαραγμού. ΄Ομως κι η νότα της αισιοδοξίας για το κτίσιμο πάνω απ’ τα ερείπια του καινούριου κόσμου. Για το ελληνόπουλο της Κύπρου οι φωνές είναι πιο σπαραχτικές, πιο κατανοητές. Γιατί η τελευταία φάση της ατέλειωτης οδύσσειας της οικογένειας του Τέλη διαδραματίζεται στη Γαλαζόνησο, που είναι το συμβολικό όνομα του κομματιασμένου από την ασπλαχνία κι αδιαντροπιά των ισχυρών, νησιού μας.
     Είμαι σίγουρος πως το παιδί-αναγνώστης του μυθιστορήματος Για την άλλη πατρίδα, τελειώνοντας το βιβλίο, θα νιώθει πιο δυνατό, πιο αισιόδοξο, πιο ελεύθερο. Γιατί απ’ την αρχή ως το τέλος το έργο αποπνέει ένα μήνυμα ελπίδας κι ανθρωπιάς, που ανθίζουν μέσα στη δοκιμασία και τη συμφορά.
     Η Λ.Π.-Α. πρόσφερε σε μας και στα παιδιά μας ένα έργο «υψηλής ανθρώπινης κι εθνικής παιδείας».


      http://www.i-read.i-teen.gr/book/gia-tin-alli-patrida

Κυριακή 14 Ιουλίου 2013

Μια ιστορία… ένας μύθος… ένα βιβλίο


της Ελένης Μπετεινάκη
«Στη σκιά της πράσινης βασίλισσας»*

Το παραμύθι της ζωής μου, θα μπορούσε να είναι ένας  δεύτερος τίτλος για ένα υπέροχο βιβλίο που είχα την χαρά να δεχτώ σαν δώρο από την πολυαγαπημένη σε όλους μας συγγραφέα κ. Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου.
  Ένα βιβλίο που ο μύθος μπλέκει  με την ιστορία και  η πραγματικότητα με την σύγχρονη καθημερινότητα. Η ιστορία της Πράσινης βασίλισσας – της αιωνόβιας βελανιδιάς είναι συγκλονιστική. Ξεκινάει από τα βάθη των αιώνων κι ακόμα πιο παλιά από την δημιουργία του κόσμου τούτου και μέσα από απίστευτες εικόνες, πλάθεται ο μύθος της, «περνώντας» τον αναγνώστη από τα πιο σημαντικά ιστορικά γεγονότα που γνώρισε η  Ελλάδα και ο τόπος μας αναδεικνύοντας  περισσότερο την περιοχή του Μοριά και φτάνει ως τις μέρες μας.
     Ο μύθος της μικρής Αμαδρυάδας μοναδικός, όπως και οι ζωές της νεαρής έφηβης  Έλλης, του Μίλτου, της Χρύσας, του παππού, πρωταγωνιστές όλοι της σύγχρονης ιστορίας. Μόνο μια συγγραφέας με το ήθος, την ποιότητα και την ικανότητα της κ. Λότης Πέτροβιτς θα μπορούσε να συνδέσει και να πλάσει ένα τόσο συγκλονιστικό ανάγνωσμα , «ανακατεύοντας » τόσες ιστορίες και το αποτέλεσμα να σου κόβει την ανάσα όσο πλησιάζεις στο τέλος του.
     Η μήτρα της ιστορίας  είναι το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη που μοιάζει να είναι  και ο λόγος ύπαρξης αυτού του βιβλίου αφού μας  διηγείται και αυτό την ιστορία της βελανιδιάς και μάλιστα με την μοναδική και αυτούσια γλώσσα του Άγιου των Γραμμάτων όπως συχνά αποκαλείται ο μεγάλος αυτός συγγραφέας.
      Ένα μυθιστόρημα λοιπόν, ιστορικό, κοινωνικό, εφηβικό, για μεγάλους, για όλους μας. Ένα βιβλίο διαμάντι που δεν πρέπει να λείπει από κανένα  σχολείο και από καμιά βιβλιοθήκη.  Ένας μικρός θησαυρός δοσμένος με μια ανεπανάληπτη μαεστρία.
     Θα τελειώσω με ένα πολύ μικρό απόσπασμα από την ιστορία της Αμαδρυάδας:
« …καλοδεχούμενα όλα λοιπόν στο βίο που μου έχει απομείνει. Κι αν θες μια συμβουλή σαν ένα “ευχαριστώ” που τόσες νύχτες έγραφες για μένα, έτσι να λες κι εσύ αδελφή μου. Να δέχεσαι  με θάρρος, μ’ ελπίδα, με υπομονή, ό,τι σου μέλλεται. Σκληρή σαν πέτρα η ζωή μα και γλυκύτατη σαν μέλι. Δώρο μας δόθηκε. Και πιο μεγάλο δώρο δεν υπάρχει.»

 --------------
* http://www.i-read.i-teen.gr/book/sti-skia-tis-prasinis-basilissas
   και http://www.loty.gr/mythistorima_analyt_18.htm