Τετάρτη 2 Ιουλίου 2014

Σφαιρική παρουσίαση των χαρακτήρων και των αφηγηματικών σχημάτων στο μυθιστορηματικό έργο της Λότης Πέτροβιτς*

Της Έλενας Χ. Στανιού
Διδάκτορος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
«Η τέχνη της αφήγησης, άρρηκτα συνυφασμένη με τη μυθοπλασία, συναντά την πλήρωση των δυνατοτήτων της στο πλούσιο έργο της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου», αναφέρει χαρακτηριστικά η Τζίνα Καλογήρου. Και συνεχίζει τονίζοντας πόσο άνετα κινείται, τόσο στο χώρο του παραμυθιού όσο και στο χώρο του μυθιστορήματος, λόγω της μεγάλης της συγγραφικής εμπειρίας. Σε όλα της τα έργα η Πέτροβιτς δημιουργεί με ιδιαίτερη δεξιότητα την πλοκή. Οι ανισοχρονίες, η συνεπαγωγή και η συνέπεια στη διάρθρωση των γεγονότων, το κλίμα του μυστηρίου και της εναγώνιας αναμονής συντελούν στη σαγήνευση του αναγνώστη και τροφοδοτούν το ενδιαφέρον του από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα1.
  
       Ο αναγνώστης, σε κάθε έργο της Πέτροβιτς – που αποτελεί μέρος μιας μεγάλης ενιαίας αφήγησης –, αντλεί την αίσθηση του ενιαίου, αλλά και του δημιουργικού αποσπάσματος, ώστε κάθε φορά να περιμένει το επόμενο σε μια πορεία συμπλήρωσης του όλου. Και αυτό, γιατί συναντά ήρωες από κάποιο μυθιστόρημα και σε διαφορετική ηλικία, σε άλλα μυθιστορήματά της. Έτσι, το λογοτεχνικό γεγονός βρίσκεται εν δυνάμει σε αυτό το ενιαίο μυθιστόρημα, όπου πραγματοποιείται σταδιακά και η μυθιστορηματική ενηλικίωση των ηρώων2.
      Σύμφωνα με την ίδια τη συγγραφέα, όταν δημιουργήσει τον πυρήνα του μυθιστορήματος, σειρά έχει η πλοκή, μια πλοκή ενδιαφέρουσα και συναρπαστική. Γράφει μία σύντομη περίληψη της ιστορίας ή, ακόμη, τη χωρίζει πρόχειρα σε ενότητες ή κεφάλαια. Αν και το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα εξαρτάται κυρίως από τους χαρακτήρες που θα πάρουν μέρος στην υπόθεση.3. Η Λότη Πέτροβιτς λέει χαρακτηριστικά ότι «όταν ο πυρήνας ενός μυθιστορήματος δημιουργηθεί, τότε χρειάζεται η σάρκα της πλοκής για να τον ντύσει. Ωστόσο, το πώς ακριβώς θα εξελιχθούν τα πράγματα θα το καθορίσουν οι χαρακτήρες, οι οποίοι θα ζήσουν τα γεγονότα και θ’ αποφασίσουν πώς και πότε θα κινηθούν και θα δράσουν»4.
    
     Οι χαρακτήρες της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, όπως λέει η ίδια, έχουν γεννηθεί από την πραγματικότητα, αλλά τελικά πλάστηκαν από τη φαντασία της. Τα πρώτα τους κύτταρα τις πιο πολλές φορές είναι πραγματικά, ανήκουν σε μεγάλους ή μικρούς που γνώρισε στο παρελθόν, ανήκουν στο στενό ή ευρύτερο περιβάλλον της. Όμως εξελίσσονται, μεγαλώνουν διαφορετικά και γίνονται άλλα πρόσωπα. Άλλοτε πάλι αποτελούν τμήματα πραγματικών ανθρώπων ή του ίδιου της του εαυτού, και διαμορφώνουν τη δική τους προσωπικότητα, καθορίζουν τη ζωή τους και αρχίζουν να υπάρχουν ως πρόσωπα ολοζώντανα. Στη συνέχεια τους πλάθει με τη φαντασία της τόσο ζωντανά, ώστε να μπορεί να περιγράψει κάθε τι που τους αφορά. Σκιαγραφεί την προσωπικότητά τους, καταγράφει τις ιδιομορφίες, τις συνήθειες, τα χαρακτηριστικά τους. Μάλιστα, εμφανίζονται τόσο ζωντανοί, που σαν παλιοί γνώριμοι συνεχίζουν τη μυθιστορηματική τους πορεία και στα επόμενα κείμενά της5.
 Σημαντικό ρόλο παίζει, κατά τη γνώμη της συγγραφέως, ο τρόπος αφήγησης και παρουσίασης των χαρακτήρων, ο τρόπος περιγραφής των γεγονότων και των καταστάσεων, αλλά και ο τρόπος παρουσίασης και δράσης των ηρώων. Έτσι, τις πιο πολλές φορές παρακάμπτει την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, όπως και την τριτοπρόσωπη αφήγηση του παντογνώστη αφηγητή, και από την οπτική γωνία ενός παιδιού μόνο, καθώς και την ευθύγραμμη πορεία της ιστορίας, με μερικές απλές αναδρομές στο παρελθόν [Ο μικρός αδερφός (1976), Για την άλλη πατρίδα (1978), Ζητείται μικρός (1982), Στο τσιμεντένιο δάσος (1981), Ιστορίες που ταξιδεύουν (1986)], προχώρησε στα εξής:
  • Στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση περισσότερων του ενός ηρώων [Σπίτι για πέντε (1987), Λάθος, κύριε Νόιγκερ! (1989)] ή στην ανάμιξη τριτοπρόσωπης και πρωτοπρόσωπης αφήγησης ή εσωτερικού μονολόγου [Τραγούδι για τρεις (1992), Γιούσουρι στην τσέπη (1994)], ώστε να απεικονίζεται όσον το δυνατόν πιο ολοκληρωμένα η πολυπλοκότητα της πραγματικότητας.
  • Στο συνδυασμό διαφορετικών αφηγηματικών χρόνων και στη μείξη παρόντος και παρελθόντος [Τραγούδι για τρεις (1992), Γιούσουρι στην τσέπη (1994), Λάθος, κύριε Νόιγκερ! (1989)], ώστε να διευρύνεται η έννοια του χρόνου και να συλλαμβάνεται, όσο γίνεται, η διαφορετική για την κάθε ροή βίωση και σημασία του6.
     Ωστόσο, όπου κρίνεται απαραίτητο από το ύφος και τη μορφή του μυθιστορήματος, επιλέγεται και η πρωτοπρόσωπη, αλλά και η τριτοπρόσωπη αφήγηση. Έτσι, η πρωτοπρόσωπη αφήγηση που συναντάμε στα μυθιστορήματα Σπίτι για πέντε, Λάθος, κύριε Νόιγκερ!, Τραγούδι για τρεις και Ποιος θα γράψει για το σκύλο μας; είναι η αυτοδιηγητική αφήγηση, η αφήγηση των προσωπικών εμπειριών του αφηγητή. Με τον τρόπο αυτό προβάλλεται η προσωπική αλήθεια καθενός από τους ήρωες, δίνεται έμφαση στην προσωπικότητα και το χαρακτήρα του, ενώ προσδίδεται αμεσότητα και ζωντάνια στο λόγο7.
     Στο μυθιστόρημα Σπίτι για πέντε, τέσσερα πρόσωπα με τέσσερις διακοπτόμενους και επανερχόμενους μονολόγους, δηλαδή μέσα από πρωτοπρόσωπη αφήγηση, ξετυλίγουν μία ιστορία με κωμικοτραγικά γεγονότα. Δύο παιδιά και δύο ενήλικες αφηγούνται την ιστορία με διαφορετικό κειμενικό λόγο ο καθένας, δηλαδή προφορικό ημερολόγιο, επιστολή και τηλεφωνήματα. Κάθε αφηγητής εστιάζει στα πρόσωπα που απασχολούν και επηρεάζουν τη ζωή του8. Είναι, δηλαδή, αξιοπρόσεχτο το ότι το κείμενο αυτό δουλεύει μία ιστορία από τέσσερις διαφορετικές σκοπιές. Ο εξωτερικός μύθος είναι κοινός για τα τέσσερα πρόσωπα του έργου, όπως κοινό είναι και το σπίτι που θα τα ενώσει, με συνδετικό κρίκο, ωστόσο, το πέμπτο αναμενόμενο πρόσωπο. Μέχρι τότε όμως, το κάθε άτομο κουβαλά μέσα του τη δική του ανάγνωση της ιστορίας, τον δικό του μονόλογο, που θέλει να εγγραφεί κάπου, να γίνει αφήγημα9.

     Η σαφής διάκριση του σκηνικού ανάμεσα στο καθημερινό υλικό της κοινής ιστορίας των προσώπων και στην έγγραφη προβολή της δεν αποκλείει και τη συχνή αλληλοεμπλοκή τους. Γιατί η κοινή ιστορία λειτουργεί πάντα ως νωπή ανάμνηση στο νου των προσώπων. Υπάρχει, δηλαδή, το καθημερινό σκηνικό ως πρώτη ύλη, αλλά αναδιαμορφώνεται σε κάθε ανάγνωση, ανάλογα με το πρόσωπο που σχολιάζει και καταθέτει τις εμπειρίες του. Οι φωνές που «ακούγονται» στο κείμενο διηγούνται μία εν εξελίξει ιστορία. Οι χρόνοι της αφήγησης δεν είναι μόνο παρελθοντικοί, γιατί δεν αποτυπώνουν μόνο κάτι που συνέβη, αλλά και κάτι που συμβαίνει εκείνη τη στιγμή10.
      Ο επαναληπτικός τρόπος αφήγησης, ο οποίος αναπαράγει περισσότερο από μία φορά κάτι που συνέβη, συνδέεται με τη γενικότερη τεχνική του επιστολικού μυθιστορήματος και ανάγεται στον 18ο αιώνα. Σύμφωνα με αυτό, σημειώνεται μία μετατόπιση της προοπτικής της γραφής από τον μονόλογο του παντογνώστη συγγραφέα προς τη διαλογική περιφέρεια της άποψης των μυθιστορηματικών προσώπων. Οι διαδοχικές αναγνώσεις της πραγματικότητας, μέσα από την οπτική των προσώπων που τη συνιστούν, ξεπερνούν, χωρίς να καταργούν, τον πρωτογενή αντικειμενικό ρεαλισμό, προς μία υποκειμενικότερη πολυφωνία. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα αφήγημα εξωτερικής εστίασης, με αφηγητές –που λειτουργούν συγχρόνως ως εξωτερικοί παρατηρητές– τα ίδια τα πρόσωπα του έργου. Έτσι, το προφορικό ημερολόγιο έρχεται να αποτυπώσει στην ταινία του μαγνητοφώνου –που λειτουργεί σαν ένα είδος καταφύγιου εξομολόγησης των μυθιστορηματικών προσώπων που το χρησιμοποιούν– ό,τι θα αποτυπωνόταν άλλοτε στο χαρτί ως επιστολή ή σελίδα ημερολογίου. Μάλιστα, ο Philippe Lejeune θα πει για το μαγνητόφωνο: «Κάθε άνθρωπος κουβαλά μέσα του κάτι σαν πρόχειρο τετράδιο, συνεχώς αναδιαμορφούμενο, της αφήγησης της ζωής του: είναι αυτό που προσπαθεί να αιχμαλωτίσει, με το μαγνητόφωνο, η προφορική ιστορία»11. Ταυτόχρονα, σημειώνονται και τηλεφωνήματα και γράμματα από τους γονείς-χαρακτήρες της ιστορίας. Όλα όμως καταγράφουν την πραγματικότητα των ηρώων από την οπτική γωνία του καθενός. Μια πραγματικότητα σύγχρονη και αληθοφανή, όπου ο νεαρός αναγνώστης θα μπορούσε πολύ εύκολα να αναγνωρίσει στα πρόσωπα των ηρώων κάποια πρόσωπα γνωστά του, που το καθένα σηκώνει μέσα του κάποιο φορτίο από μνήμες τις οποίες θέλει να ξεπεράσει για κάτι καινούργιο, για μιαν άλλη, πιο όμορφη ζωή12.
     Στο μυθιστόρημα Λάθος, Κύριε Νόιγκερ!, οι ήρωες αφηγούνται ταυτόχρονα την ιστορία μέσα από διαφορετικούς κειμενικούς τύπους (αναφορές, επιστολές, ημερολόγιο, αφήγηση) στους οποίους κάθε αφηγητής εστιάζει στους υπόλοιπους μυθιστορηματικούς χαρακτήρες13. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα με άρτια δομή και εσωτερική ισορροπία, με πλούσια και σύνθετη πλοκή, αλλά και ενδιαφέρον θέμα, όπου ζωντανεύουν στη μνήμη και ανακαλούνται ιστορικά πρόσωπα, γεγονότα, αρχαιολογικές μαρτυρίες, βυζαντινές και –ιδιαίτερα– του αιώνα μας. Τα πρόσωπα, ηθικά άρτια και ολοκληρωμένα, ξεκάθαρα τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά, χρησιμοποιούν με ωριμότητα και τέχνη την ελληνική γλώσσα απευθυνόμενα όχι μόνο σε νεαρούς, αλλά και σε ενήλικες αναγνώστες14.

      Στο μυθιστόρημα Για την άλλη πατρίδα, το οποίο βασίζεται σε πραγματικά περιστατικά, σε αληθινές ιστορίες προσφύγων που μετακινήθηκαν στην πενταετία 1970-1975, μέσα από τα μηνύματα αγάπης, ειρήνης, ανθρωπιάς, πίστης στην ελευθερία και στη ζωή και αγάπης για την πατρίδα, που είναι διάχυτα σε όλο το κείμενο, οι χαρακτήρες του διαγράφονται στέρεα και ολοκληρωμένα. Έχουν ψυχική δύναμη και αντοχή, δύναμη για αντίσταση στην εμπλοκή των καιρών, ενώ γενικά τους διακρίνει μία εσωτερική αρχοντιά. Σε όλο το έργο οι χαρακτήρες είναι σφικτά δεμένοι με έναν στέρεο κρίκο, το πάθος για γυρισμό στην ελεύθερη πατρική γη, κάτι που θα προσπαθήσουν να πετύχουν ακόμη και με οποιαδήποτε δοκιμασία και θυσία. Το ύφος του μυθιστορήματος είναι απλό, με έναν, ωστόσο, δυνατό ρεαλισμό, που τον προσδίδουν ιδιαίτερα οι ζωντανοί και λιτοί διάλογοι. Η περιπετειώδης πλοκή, αλλά και το συναίσθημα της αισιοδοξίας και απαισιοδοξίας που διαδέχονται το ένα το άλλο, η χαρά, ο πόνος, η ελπίδα και η απογοήτευση, η προσμονή για κάτι καλύτερο, η δραματικότητα και η επικαιρότητα που παρουσιάζει το κείμενο κάνουν το μυθιστόρημα ιδιαίτερα συναρπαστικό15.
     Στα μυθιστορήματα Καναρίνι και μέντα και Ο κόκκινος θυμός οι χαρακτήρες παρουσιάζονται ακέραιοι και ψυχολογημένοι, δημιουργώντας στον αναγνώστη ένα αίσθημα πληρότητας, βαθιά ικανοποίηση και υψηλή συγκίνηση, βιώνοντας τις σφοδρές συγκρούσεις και τις περιπέτειες των μυθιστορηματικών προσώπων, καθώς ακολουθούν τα βήματά τους και ανησυχώντας για την τύχη τους. Ωστόσο, με την ολοκλήρωση του κειμένου επέρχεται ένα αίσθημα ανακούφισης, ασφάλειας και ισορροπίας. Στον Κόκκινο θυμό, όπως και στο Μυστήριο του καλοκαιρινού Αγιοβασίλη, η αφήγηση είναι τριτοπρόσωπη και πρωτοπρόσωπη στους πλούσιους διαλόγους και ενισχύεται με διάφορα μέσα, όπως επιστολές, συνεντεύξεις σε εφημερίδες, το λεξικό ζωγράφων, το διαδίκτυο, CD, κ.ά. Ακόμη, ιδιαίτερης προσοχής χρήζει και η ιδεολογία του κειμένου, κατά την οποία γίνεται αισθητό ένα διάχυτο πνεύμα ανθρωπιάς, αλληλεγγύης, σεβασμού στον άνθρωπο16. Ας μην ξεχνάμε δε, ότι τα λογοτεχνικά κείμενα, ιδιαίτερα αυτά που απευθύνονται στο νεανικό αναγνωστικό κοινό, αποτελούν φορείς κοινωνικών αξιών και συμπεριφορών της απτής πραγματικότητας, αλλά και ουσιαστικά μέσα κοινωνικοποίησης και διαμόρφωσης ιδεολογικών στάσεων του αναγνώστη17.
     Στον Κόκκινο θυμό η οπτική του αναγνώστη ταυτίζεται με τον νεαρό πρωταγωνιστή Απελλή – έτσι, υπάρχει η δυνατότητα να εισερχόμαστε στον εσωτερικό του κόσμο. Άξονας του μυθιστορήματος Ο κόκκινος θυμός είναι η αγάπη. Και η συγγραφέας δομεί όλο το μυθιστόρημα πάνω σε δύο φαινομενικά αντιθετικά συναισθήματα, την αγάπη και το θυμό, που ίσως, μερικές φορές, να ταυτίζεται με το μίσος. Και τα δύο είναι έντονα, ταράζουν, συγκλονίζουν και σημαδεύουν τον αναγνώστη, βάφουν τη ζωή του με κόκκινο, το χρώμα που ερεθίζει την όραση και επιβάλλεται στη μνήμη, καθώς βλέπει να καταγράφονται στις σελίδες αυτού του βιβλίου σχέσεις αγάπης που προκαλούν θυμό. Η συγγραφέας κυριολεκτικά τις «ζωγραφίζει», αν σκεφτεί κανείς ότι η ζωγραφική είναι η μεγάλη αγάπη που ενώνει τα τέσσερα κεντρικά πρόσωπα αυτού του μυθιστορήματος: Ο Απελλής και η Κλειώ, η μητέρα του, μοιράζονται το ίδιο εργαστήρι. Η Νιόβη θα τραβήξει το ενδιαφέρον του Απελλή στην αυλή του σχολείου, την ώρα που ζωγραφίζει στο μπλοκ της μια μεγάλη σκουριασμένη άγκυρα, ριγμένη στη στεριά. Ο Μάικ Τζίσεν, ο βιολογικός του πατέρας, θα γνωρίσει τον Απελλή μέσα από τους πίνακές του, ενώ, όπως θα αποκαλυφθεί στο τέλος, η γνωριμία του με τη 15χρονη τότε Κλειώ είχε γίνει στη Σχολή Ηλιάδη, όπου παρακολουθούσαν και οι δύο μαθήματα ζωγραφικής. Όλες οι διαπροσωπικές σχέσεις στο κείμενο αυτό υφαίνονται γύρω από τη σχέση μητέρας-γιου, όπως αυτή προβάλλεται στους δύο πίνακες που κυριαρχούν στο λογοτέχνημα: Ο ένας ανήκει στην Κλειώ και απεικονίζει τον Απελλή 11 χρονών, με ένα ψάθινο καπέλο. Ο πίνακας αυτός δεσπόζει στον κεντρικό χώρο του σπιτιού και αποτυπώνει ξεκάθαρα την αγάπη που τρέφει η Κλειώ για το γιο της. Είναι ένα έργο που περιλαμβάνεται σε όλες τις ατομικές εκθέσεις της, αλλά πάντα με την ένδειξη «Δεν πωλείται». Ο άλλος πίνακας είναι έργο του Απελλή. Είναι ο «κόκκινος θυμός», στον οποίο αποτυπώνει, χωρίς ο ίδιος να το έχει συνειδητοποιήσει, τα συναισθήματα που τον προκαλούν. Η Νιόβη είναι εκείνη που θα αποκρυπτογραφήσει πρώτη αυτό το έντονο συναίσθημα18:
     «–Δεν ξέρω τι έχεις κατά νου, εγώ πάντως βλέπω ήδη ζωγραφισμένο κάποιο έντονο συναίσθημα, καλά κρυμμένο κάτω από μια φαινομενική αταξία, είπε η Νιόβη συλλογισμένη»19.
      Κλειώ και Απελλής, μάνα και γιος. Πρόκειται για δύο κόσμους με κοινή αρχή. Είναι δύο όντα με αυτόνομη πορεία στη ζωή, άρα και στην τέχνη. Δεν είναι τυχαίο που οι δύο πίνακες διαφοροποιούνται ως προς την τεχνοτροπία: Ο εξπρεσιονισμός της Κλειώς και ο κυβισμός του Απελλή έχουν κοινό πεδίο συνάντησης την τέχνη της ζωγραφικής. Η Κλειώ εκφράζει την αγάπη της και ο Απελλής το θυμό του, έναν θυμό που προκαλείται από τον ασφυκτικό κλοιό της αγάπης. Βέβαια, η αποκάλυψη της ταυτότητας του Μάικ Τζίσεν θα διώξει για πάντα αυτό το αρνητικό συναίσθημα από την ψυχή του Απελλή και αυτή η λύτρωση θα αποτυπωθεί στον τελειωμένο πίνακα:
     «Στο κέντρο δέσποζε τώρα ένα σχήμα πυρίμορφο, κάτι σαν κόκκινη φλόγα. «Πύρινη αγάπη», έτσι θα τ’ ονομάτιζε. Γιατί τώρα ήταν σίγουρος, αγάπη άχνιζε ο πίνακάς του. Τ’ άλλα σχήματα, τα οργισμένα, έδειχναν να λιώνουν κάτω απ’ τη φλόγα. Ο πορφυρός θυμός είχε σβήσει»20.
     Στο βιβλίο Τα τέρατα του λόφου παρατηρείται εναλλαγή του ετεροδιηγητικού αφηγητή με ένα από τα βασικά πρόσωπα της ιστορίας, την Ειρήνη, η οποία στέλνοντας στη γιαγιά της στην Αμερική ηλεκτρονικά μηνύματα παρέχει στον αναγνώστη πληροφορίες για όσα συμβαίνουν στη δική της ζωή, καθώς και στων άλλων λογοτεχνικών προσώπων. Το αναγνωστικό ενδιαφέρον διατηρείται αμείωτο, καθώς τα κρισιμότερα γεγονότα αποδίδονται μέσα από την οπτική των προσώπων τα οποία αφορούν21. Έτσι, στα Τέρατα του λόφου η συγγραφέας εναλλάσσει, σε ένα προς ένα στα είκοσι κεφάλαια του βιβλίου, την τριτοπρόσωπη αφήγηση με μεταβλητή εστίαση στην πρωτοπρόσωπη επιστολικής μορφής αφήγηση, με αφηγήτρια την Ειρήνη. Με τις αφηγηματικές αυτές τεχνικές ανανεώνεται η μορφή του νεανικού μυθιστορήματος, καθώς η συγγραφέας προσπαθεί με επιτυχία, μέσα από την εναλλαγή των αφηγητών και μέσα από τη μεταβλητή εστίαση σε διάφορους ήρωες, να σηματοδοτήσει την τόσο σύνθετη πραγματικότητα που διέπει τις ανθρώπινες σχέσεις. Μάλιστα, ο έφηβος αναγνώστης με αυτόν τον τρόπο αναγνωρίζει τη συνθετότητα των κοινωνικών καταστάσεων και των ιδεολογικών συγκρούσεων που καθορίζουν τις ανθρώπινες συμπεριφορές22.


Στο μυθιστόρημα Ένα αγγελάκι στα Εξάρχεια έχουμε μία πολυσύνθετη λειτουργία του παντοδύναμου αφηγητή. Το αυτοδιηγητικό στοιχείο έργων της συγγραφέως, όπως είναι το Γιούσουρι στην τσέπη και το Λάθος, Κύριε Νόιγκερ!, εδώ μεταλλάσσεται ως προς τη συμμετοχή του αφηγητή στην ιστορία. Η αφήγηση είναι δευτεροπρόσωπη, όπου το δεύτερο πρόσωπο υποκρύπτει το συγγραφικό εγώ, το οποίο δηλώνεται και από την Πηνελόπη, την αδερφή της Ρούλης και συγγραφέα του μυθιστορήματος. Κρατώντας την απόσταση που επιθυμεί από τα γεγονότα, παρουσιάζεται, από τη μια μεριά, ως ετεροδιηγητικός αφηγητής, αλλά αφού υπάρχει ταυτοπροσωπία μεταξύ αυτού και της αδερφής της κεντρικής ηρωίδας είναι ταυτόχρονα και ομοδιηγητικός23.
 
   Ο μυθιστορηματικός κύκλος της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, που είχε ανοίξει με το μυθιστόρημα Ο μικρός αδερφός, κλείνει με το μυθιστόρημα Η προφητεία του κόκκινου κρασιού. Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα, μέσα από τις ιστορικές μνήμες που ανασύρει για πρόσωπα και γεγονότα, ο αναγνώστης παρακολουθεί τα αφηγηματικά πρόσωπα να εναλλάσσονται στο παρόν και το παρελθόν, κάτι που προσδίδει ποικιλία στο λόγο και κάνει ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα την εξιστόρηση των γεγονότων24. Οι ψυχολογικά άρτιοι, δομημένοι και ακέραιοι χαρακτήρες του μυθιστορήματος ακολουθούν την τριτοπρόσωπη αφήγηση που επιλέγει η συγγραφέας, σκιαγραφώντας την έντονη προσωπικότητα και τη δυναμική παρουσία τους μέσα στο κείμενο, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στον αναγνώστη να παρακολουθήσει τη ροή και την εξέλιξη των γεγονότων, κερδίζοντας ταυτόχρονα σημαντικές εμπειρίες που αφορούν τόσο στους ήρωες και την ιστορία τους όσο και στον ίδιο τον εαυτό τους25.
*Η παρούσα εργασία αποτελεί τμήμα της Διδακτορικής Διατριβής που εκπόνησε η συγγραφέας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, με Επιβλέπουσα την κ. Τασούλα Τσιλιμένη, Αν. Καθ. Παν. Θεσσαλίας. H Διατριβή της ΄Ελενας Στανιού υποστηρίχτηκε στις 24.6.2014 και έλαβε τον βαθμό «άριστα».
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.      Καλογήρου, Τ. (2006), «Το πρίσμα και το κάτοπτρο: Η συγκρότηση της αφήγησης στα παραμύθια της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου Κάθε μέρα παραμύθι, κάθε βράδυ καληνύχτα», στο: Γ. Παπαντωνάκης (επιμ.), Πρόσωπα και προσωπεία του αφηγητή στην ελληνική παιδική και νεανική λογοτεχνία της τελευταίας τριακονταετίας (σσ. 131-146).
2.      Παπαδάτος, Γ. (2008), «Ένα αγγελάκι στα Εξάρχεια ή οι δυνατότητες της αφήγησης των άστρων», στο: Β. Δ. Αναγνωστόπουλος (επιμ.), Το υφαντό της Πηνελόπης – Διαχρονικές αναγνώσεις για την προσωπικότητα και το έργο της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου (σσ. 173-178), Βόλος: Εκδόσεις Εργαστηρίου Λόγου και Πολιτισμού.
3.      Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Λ. (2002), Το μικρόβιο της ευεξίας – Γράφοντας βιβλία για παιδιά (σ. 117), Αθήνα: Πατάκης.
4.      Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Λ. (1998), «Ο συγγραφέας βιβλίων για παιδιά μπροστά στη λευκή σελίδα», στο: Ι. Ν. Βασιλαράκης (επιμ.), Σύγχρονες οπτικές και προοπτικές της λογοτεχνίας για παιδιά και νέους (σσ. 45-57), Αθήνα: Τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδανός.
5.      Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Λ. (2002), Το μικρόβιο της ευεξίας – Γράφοντας βιβλία για παιδιά (σσ. 118-119), Αθήνα: Πατάκης.
6.      Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Λ. (1998), «Ο συγγραφέας βιβλίων για παιδιά μπροστά στη λευκή σελίδα», στο: Ι. Ν. Βασιλαράκης (επιμ.), Σύγχρονες οπτικές και προοπτικές της λογοτεχνίας για παιδιά και νέους (σσ. 45-57), Αθήνα: Τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδανός.
7.      Γεωργοπούλου, Α. (1999), «Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση στο μυθιστορηματικό έργο της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου», περ. Διαδρομές (Χειμώνας 1999), 56, 302.
8.      Παπαντωνάκης, Γ. Δ. (2009), Θεωρίες λογοτεχνίας και ερμηνευτικές προσεγγίσεις κειμένων για παιδιά και για νέους (σσ. 412, 418, 445-446), Αθήνα: Πατάκης. Βλ. σχετικά και Μ. Καρπόζηλου, Μ. (2002), Το παιδί στην χώρα των βιβλίων (σ. 76), Αθήνα: Καστανιώτης.
9.      Βασιλαράκης, Ι. Ν. (2005), Γλώσσα και πράξη της παιδικής λογοτεχνίας – Δοκίμια-Αναγνώσεις κειμένων (σ. 204), Αθήνα: Gutenberg.
10.  Βασιλαράκης, Ι. Ν. (2005), Γλώσσα και πράξη της παιδικής λογοτεχνίας – Δοκίμια-Αναγνώσεις κειμένων (σ. 205), Αθήνα: Gutenberg.
11.  Philippe Lejeune, Ρ. (1986), Moi aussi (p. 32), Paris: Seuil.
12.  Βασιλαράκης, Ι. Ν. (2005). Γλώσσα και πράξη της παιδικής λογοτεχνίας – Δοκίμια-Αναγνώσεις κειμένων (σσ. 205-209), Αθήνα: Gutenberg.
13.  Παπαντωνάκης, Γ. Δ. (2009), Θεωρίες λογοτεχνίας και ερμηνευτικές προσεγγίσεις κειμένων για παιδιά και για νέους (σ. 446), Αθήνα: Πατάκης.
14.  Αναγνωστόπουλος, Β. Δ. (2008), «Λάθος, Κύριε Νόιγκερ!», στο: Β. Δ. Αναγνωστόπουλος (επιμ.), Το υφαντό της Πηνελόπης – Διαχρονικές αναγνώσεις για την προσωπικότητα και το έργο της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου (σσ. 61-63), Βόλος: Εκδόσεις Εργαστηρίου Λόγου και Πολιτισμού.
15.  Κολιός, Χ. (2008), «Για την άλλη πατρίδα», στο: Β. Δ. Αναγνωστόπουλος (επιμ.), Το υφαντό της Πηνελόπης – Διαχρονικές αναγνώσεις για την προσωπικότητα και το έργο της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου (σσ. 147-150), Βόλος: Εκδόσεις Εργαστηρίου Λόγου και Πολιτισμού.
16.  Αναγνωστόπουλος, Β. Δ. (2008), «Σκέψεις για τη λογοτεχνία με αφορμή τα μυθιστορήματα της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου Καναρίνι και μέντα και Ο κόκκινος θυμός», στο: Β. Δ. Αναγνωστόπουλος (επιμ.), Το υφαντό της Πηνελόπης – Διαχρονικές αναγνώσεις για την προσωπικότητα και το έργο της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου (σσ. 66-71), Βόλος: Εκδόσεις Εργαστηρίου Λόγου και Πολιτισμού.
17.  Τσιλιμένη, Τ. (2009), «Έμφυλες αναπαραστάσεις στο Ανθολόγιο λογοτεχνικών κειμένων για το Νηπιαγωγείο του ΥΠΕΠΘ», περ. Διαδρομές (Άνοιξη 2009), 93, 30-53.
18.  Τζαφεροπούλου, Μ.-Μ. (2008), «Ο κόκκινος θυμός», στο: Β.Δ. Αναγνωστόπουλος (επιμ.), Το υφαντό της Πηνελόπης – Διαχρονικές αναγνώσεις για την προσωπικότητα και το έργο της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου σσ. 194-201 ), Βόλος: Εκδόσεις Εργαστηρίου Λόγου και Πολιτισμού.
19.  Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Λ. (2007), Ο κόκκινος θυμός (σ. 113), Αθήνα: Πατάκης.
20.  Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Λ. (2007), Ο κόκκινος θυμός (σ. 270), Αθήνα: Πατάκης.
21.  Ηλία, Ε. (2009), «Η σύγχρονη ελληνική κοινωνία σε πρόσφατα λογοτεχνικά έργα της Αγγελικής Βαρελά και της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου», στο: Τ. Τσιλιμένη (επιμ.), Σύγχρονα κοινωνικά θέματα στην ελληνική παιδική και νεανική λογοτεχνία Ξεκλειδώνοντας τα μυστικά της σημερινής κοινωνίας (σσ. 149-157), Βόλος: Εκδόσεις Εργαστηρίου Λόγου και Πολιτισμού.
22.  Ακριτόπουλος, Α. Ν. (2009), «Βία, ρατσισμός και εγκληματικότητα στο σύγχρονο νεανικό μυθιστόρημα», στο: Τ. Τσιλιμένη (επιμ.), Σύγχρονα κοινωνικά θέματα στην ελληνική παιδική και νεανική λογοτεχνία – Ξεκλειδώνοντας τα μυστικά της σημερινής κοινωνίας (σσ. 77-90), Βόλος: Εκδόσεις Εργαστηρίου Λόγου και Πολιτισμού.
23.  Παπαδάτος, Γ. (2008), «Ένα αγγελάκι στα Εξάρχεια ή οι δυνατότητες της αφήγησης των άστρων», στο: Β. Δ. Αναγνωστόπουλος (επιμ.), Το υφαντό της Πηνελόπης – Διαχρονικές αναγνώσεις για την προσωπικότητα και το έργο της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου (σσ. 173-178), Βόλος: Εκδόσεις Εργαστηρίου Λόγου και Πολιτισμού.
24.  Αναγνωστόπουλος, Β. Δ. (2008), «Χυμένο κόκκινο κρασί…», στο: Β. Δ. Αναγνωστόπουλος (επιμ.), Το υφαντό της Πηνελόπης – Διαχρονικές αναγνώσεις για την προσωπικότητα και το έργο της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου (σσ. 203-205), Βόλος: Εκδόσεις Εργαστηρίου Λόγου και Πολιτισμού.
25.  Τσιλιμένη, Τ. & Σταυρουλάκη, Ε. (2008), «Αφήγηση ιστοριών: Ο φυσικός τρόπος μέσα από τον οποίο μαθαίνουμε τον κόσμο μας και τα συναισθήματά μας», περ. Διαδρομές (Καλοκαίρι 2008), 90, 49-53.
 ΣΗΜ.: Ολόκληρη η διατριβή της Δρος ΄Ελενας Στανιού :
http://thesis.ekt.gr/thesisBookReader/id/38266#page/1/mode/2up