Της Μαρίας
Τζαφεροπούλου, δ.φ. (**)
(Από
το εξαντλημένο βιβλίο Το
υφαντό της Πηνελόπης – διαχρονικές αναγνώσεις για το έργο και
την προσωπικότητα της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Επιμέλεια: Β.Δ. Αναγνωστόπουλος,
Εργαστήρι Λόγου και Πολιτισμού Πανεπιστημίου
Θεσσαλίας: Βόλος 2008 - κατά παράκληση φίλων).
Περιληπτική απόδοση
Βασικός φορέας
της αφήγησης είναι η γνωστή μας πεντάχρονη Νεφέλη, η οποία στα μέσα του Ιουνίου
βλέπει ξαφνικά τον Αγιοβασίλη, στην περιοχή που κατοικεί με την οικογένειά της:
στο λόφο του Στρέφη. Ποιος μπορεί να την πιστέψει; Είναι γνωστή η έντονη
φαντασία των μικρών παιδιών, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για τη Νεφέλη. Εκείνη
επιμένει και προσπαθεί να πείσει τους δικούς της χωρίς όμως να βρίσκει σύμμαχο
στους ισχυρισμούς της. Ο ντυμένος στα κόκκινα γέροντας με το σακούλι με τα δώρα
που κλείνεται στο υπόγειο κοντά στο σπίτι της, μυστηριώδης και άγνωστος
κεντρίζει τη φαντασία της και το ... αστυνομικό της δαιμόνιο. Τελικά θα
αποδειχθεί ότι πρόκειται για πρόσωπο υπαρκτό: είναι ο Λευτέρης, μετανάστης από
την Αυστραλία, ο οποίος επέστρεψε για το καλοκαίρι στην Ελλάδα και καταπιάνεται
στο υπόγειο εργαστήρι του με τη επισκευή παλιών παιχνιδιών, τα οποία στη
συνέχεια – σαν τον ΄Αγιο της παράδοσης – τα μοιράζει σε παιδιά μεταναστών και
τους προσφέρει χαρά. Το μυστήριο λύνεται και η Νεφέλη με τον αδελφό της Απελλή
και τα τριτοξάδερφά της την ΄Ολγα και τον Φραγκίσκο θα γνωρίσουν μαζί του την
Πρωτοχρονιά ετεροχρονισμένα την 1η Ιουλίου, ημέρα των Αγίων Αναργύρων – μαζί με
παιδιά μεταναστών από την Πολωνία, τις Φιλιππίνες, το Ζαίρ, την Αλβανία, τον
Πόντο, το Λίβανο και το Ιράκ, τα οποία δέχθηκαν τα δώρα του και το γνήσιο
αλτρουισμό του. Η αξιοπιστία της Νεφέλης αποκαθίσταται χάρη στη λύση του
μυστηρίου και ο μικρός αναγνώστης κλείνει το βιβλίο με αίσθημα πληρότητας και
ικανοποίησης.
Στοιχεία δομής
Αρχή της ιστορίας
ένα μυστήριο! Η εξέλιξή της οδηγεί ευθύγραμμα στη λύση του. Το κείμενο κινείται
σ’ αυτόν τον άξονα-υφάδι Το «στημόνι» όμως αποκαλύπτει δύο θεματικά επίπεδα,
δύο πλαίσια επικοινωνίας επιφανειακά αυτόνομα αλλά στην ουσία
αλληλοσυμπληρούμενα και αλληλοτροφοδοτούμενα. Ας ανιχνεύσουμε λοιπόν τη
δημιουργία αυτού του βιβλίου.
Το εύρημα της συγγραφέα: ένας
κοκκινοντυμένος ΄Αγιος Βασίλης μέσα στο καλοκαίρι, στην καρδιά της Αθήνας,
σίγουρα κεντρίζει το ενδιαφέρον μας – πόσο μάλλον ενός πεντάχρονου κοριτσιού. Η
υπερρεαλιστική αυτή εικόνα πέφτει σαν την πέτρα μέσα στη λίμνη του ... Τζ.
Ροντάρι και προκαλεί το ξύπνημα της φαντασίας και το ξεδίπλωμα της
δημιουργικότητας της συγγραφέα. Οι ομόκεντροι που σχηματίζονται από την πτώση
της συνιστούν τα συστατικά στοιχεία του βιβλίου
Ο Αγιοβασίλης με τα δώρα στο σακί γίνεται
η έμμονη ιδέα της Νεφέλης και όλοι οι άλλοι, μεγάλοι και ... μεγαλύτεροι απ’
αυτήν προσπαθούν να την πείσουν ότι σφάλλει. Σ’ αυτή τη σύγκρουση του «λογικού»
με το «παράλογο», όπου το λογικό ταυτίζεται με τη συμβατική εκλογίκευση των
μεγάλων και το παράλογο με την αγνότητα της παιδικής ψυχής που είναι ακόμη
ανοιχτή σε θαύματα και ανατροπές των φυσικών νόμων και των κοινωνικών στεγανών
υφαίνει η Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου με γνώση, φαντασία και παιγνιώδη
διάθεση το πρώτο της θεματικό επίπεδο: Παρεμβάλλει δηλαδή στην ευθύγραμμα
εξέλιξη της ιστορίας όλα εκείνα τα τεκμήρια που οι μεγάλοι επιστρατεύουν
προκειμένου να προσγειώσουν τη Νεφέλη στην πραγματικότητα: ΄Ετσι, η γιαγιά
Νεφέλη θα της αφηγηθεί την ιστορία του Μεγάλου Βασιλείου, τα της Καππαδοκίας
και της βασιλόπιτας και θα ζωντανέψει σαν παραμύθι τον βίο του Ιεράρχη.
Ο αδελφός της από την άλλη πλευρά, ο
16χρονος Απελλής, θα της απομυθοποιήσει τον Σάντα Κλάους των δυτικών
αναφερόμενος στη ... μετάλλαξή του σε τροφαντό παππούλη και σε πρωταγωνιστή της
διαφημιστικής εκστρατείας της Κόκα-Κόλα εν έτει 1931, οπότε και απέκτησε την
κόκκινη περιβολή του, η οποία παραπέμπει στο χρώμα κατατεθέν αυτού του
αναψυκτικού. Η θεωρία της σχετικότητας συμβάλλει στον «εκμοντερνισμό» του
Αγίου, αλλά δεν φαίνεται να τον γκρεμίζει από το βάθρο, στο οποίο συνειδητά τον
συντηρεί η Νεφέλη.
Τα λογοτεχνικά κείμενα χρησιμοποιούνται
επίσης ως τεκμήρια, ως σημεία αναφοράς, με σκοπό να βοηθήσουν τη Νεφέλη να...
λογικευτεί. Ο Αλ. Παπαδιαμάντης, ο Φ. Κόντογλου και ο Στ. Σπεράντσας
παρουσιάζουν τον ΄Αγιο, μια μορφή οικεία και αγαπημένη, απλή και σεμνή με φόντο
την Πρωτοχρονιά.
΄Ετσι ο Αγιοβασίλης της χριστιανικής
παράδοσης συναντά τη σύγχρονη καταναλωτική εκδοχή του, «συνεργάζεται» με την
επιστήμη και ζωντανεύει μέσα από κείμενα σπουδαίων λογοτεχνών,. Η «παρουσία»
του Αγίου Βασιλείου όμως αποκτά και άλλες διαστάσεις, καθώς η Λότη Πέτροβιτς
λογο-παίζει και αναφέρεται και στον... ΄Αγιο Βασίλειο Κυνουρίας, ένα χωριό,
τόπο καταγωγής του καλοκαιρινού Αγιοβασίλη, όπως και στον ΄Άγιο Βασίλειο, τον
ομώνυμο ιερό ναό στο κέντρο της Αθήνας. Η φαντασία υπαγορεύει και ο υπερρεαλισμός
συνεπικουρεί.
Η εξέλιξη της ιστορίας, η αποκάλυψη της
ταυτότητας του καλοκαιρινού Αγιοβασίλη και η εξήγηση της ιδιότυπης εξωτερικής
εμφάνισης και συμπεριφοράς του οδηγούν στο δεύτερο επίπεδο του κειμένου, την
άλλη, συμπληρωματική προς την προηγούμενη ανάγνωσή του: ο Λευτέρης αφιερώνει το
χρόνο του, το ενδιαφέρον και την αγάπη του στα παιδιά των μεταναστών, στα πολλά
πρόσωπα της προσφυγιάς που συναντάμε όλοι μας στην Ελλάδα του 2000. Σαν άλλος
Αγιοβασίλης, φροντίζει να δώσει χαρά σε παιδιά που δεν έχουν την οικονομική
δυνατότητα ν’ αποκτήσουν ένα παιχνίδι ή ένα βιβλίο.
Η προσφυγιά λοιπόν είναι ένα μοτίβο που
κυριαρχεί στο βιβλίο αυτό. ΄Ομως η προβολή της και ο προβληματισμός που αυτή
πυροδοτεί στον αναγνώστη προοικονομείται συστηματικά με νύξεις – αναφορές
διάσπαρτες στο κείμενο: η γιαγιά Νεφέλη έχει ζήσει διπλή προσφυγιά. Και ο
ογδοντάχρονος Λευτέρης των παιδιών υπήρξε μετανάστης στην Αυστραλία και ξέρει
τι σημαίνει να ζεις μακριά από πατρίδα και συγγενείς, να είσαι ξεριζωμένος, να
δοκιμάζεται η αξιοπρέπειά σου, να ξεκινάς από το μηδέν, να παλεύεις για τα
παιδιά σου στη «χώρα υποδοχής». Η Ιβάνκα από τη Βουλγαρία που καθαρίζει σπίτια,
η Πολωνέζα Σόνια που κουρδίζει πιάνα, οι μελαψοί μικροπωλητές της λαϊκής αγοράς
και το επεισόδιο των δεκατριών εξαντλημένων λαθρομεταναστών που εξετάζει η θεία
Δάφνη στο νοσοκομείο συναντούν το δράμα της Κύπρου και αποτελούν πρόωρες
ενδείξεις – ψηφίδες αυτού του θέματος.
Ο
εορτασμός της Πρωτοχρονιάς την 1η Ιουλίου στην καρδιά της Αθήνας, το ετερώνυμο
πλήθος των εορταζόντων παιδιών από τις τέσσερις άκρες του πλανήτη είναι το
σημείο στο οποίο τα δύο επίπεδα της ιστορίας – ο Άγιος Βασίλης της αγάπης και η
προσφυγιά που θέλει αγάπη – συγκλίνουν και γίνονται ένα. Κι αν το θέαμα είναι
υπερρεαλιστικό, το θέμα είναι ακόμα περισσότερο: στην αυγή του 21ου αιώνα η
προσφυγιά ξεπερνά κάθε έννοια ρεαλισμού. Είναι η ίδια ο παραλογισμός του
σύγχρονου κόσμου, ένας κοινωνικός υπερρεαλισμός.
Η
ανάγνωση του βιβλίου τελειώνει και οι σκέψεις κατακλύζουν τον αναγνώστη κάθε ηλικίας:
Το μυστήριο του καλοκαιρινού Αγιοβασίλη λύθηκε.
Είναι ο Λευτέρης από την Αυστραλία. ΄Ομως στις σελίδες του βιβλίου
ζωντανεύει και ο ΄Αγιος Βασίλης της χριστιανικής παράδοσης και ο Σάντα Κλάους
των δυτικών – ή μάλλον ο ΄Αγιος Νικόλας της καθ’ ημάς Λυκίας – όλοι γέροντες
σεβάσμιοι. Κι εκείνος ο φτωχοντυμένος γέροντας, που λιποθυμά στο δρόμο και τον
περιποιείται η γιαγιά Νεφέλη, ποιος είναι; Δεν θα μάθουμε ποτέ. Η Λ.Π.-Α.
αφήνει αυτό το μυστήριο να αιωρείται. ΄Εχουμε όμως την αίσθηση ότι αυτός, ο Αϊ Βασίλης
διακονιάρης, είναι η ενσάρκωση του πνεύματος της αγάπης που διακατέχει όχι μόνο
τον ΄Αγιο της Ιστορίας αλλά και τον Λευτέρη. Τη μορφή του τη γνώρισε η μικρή
Νεφέλη από τις αφηγήσεις της γιαγιάς. Και την είδε άλλη μια φορά φευγαλέα, στο
δρόμο, λίγες μέρες αργότερα...
Η Λ.Π.-Α. με λόγο πυκνό, χιούμορ και
ευαισθησία αποτυπώνει την παιδική ματιά πάνω στα πράγματα και την παιδική ψυχή.
Η ικανότητά της να ζωντανεύει τους μικρούς της ήρωες πιστοποιείται τόσο στην
έκφραση των αποριών τους όσο και στην αφέλεια, την ευπιστία και την καθαρή
ματιά του ζωηρού, έξυπνου παιδιού, όπως αυτές προβάλλονται στους εσωτερικούς
του μονολόγους: ΄Οταν η μικρή Νεφέλη ρωτά τι σημαίνουν οι λέξεις «προσφυγιά»
και «κειμήλιο», η γιαγιά θα της απαντήσει:
- Τι θα πει «προσφυγιά»; βρίσκει ευκαιρία
τώρα η Νεφέλη να ρωτήσει. Τι θα πει «πρόσφυγας»
- Προσφυγιά θα πει να σε διώξουν με τη βία ή να σε αναγκάσουν με άλλους τρόπους να φύγεις από τον τόπο σου, ν’ αφήσεις τη γειτονιά σου, το σπίτι σου, και να πας να μείνεις αλλού. Τότε γίνεσαι πρόσφυγας. Βρίσκεσαι σε ξένο τόπο, χωρίς τα πράγματά σου, τ’ αντικείμενα που αγαπάς, τα οικογενειακά σου κειμήλια, τις περισσότερες φορές μάλιστα και χωρίς αυτούς που αγαπάς πολύ.
- Προσφυγιά θα πει να σε διώξουν με τη βία ή να σε αναγκάσουν με άλλους τρόπους να φύγεις από τον τόπο σου, ν’ αφήσεις τη γειτονιά σου, το σπίτι σου, και να πας να μείνεις αλλού. Τότε γίνεσαι πρόσφυγας. Βρίσκεσαι σε ξένο τόπο, χωρίς τα πράγματά σου, τ’ αντικείμενα που αγαπάς, τα οικογενειακά σου κειμήλια, τις περισσότερες φορές μάλιστα και χωρίς αυτούς που αγαπάς πολύ.
- Τι είναι κειμήλιο, γιαγιά;
- Κάτι που έχει απομείνει από παλιά
εποχή, έχει για μας μεγάλη αξία και το φυλάμε γι’ ανάμνηση.
Μια απάντηση απλή και εύληπτη – ούτε
απλοϊκή ούτε αφελής, που βοηθά τη Νεφέλη να προσεγγίσει δύο αφηρημένες έννοιες
με βαρύ συγκινησιακό φορτίο.
΄Οσο για
τον τρόπο που η μικρή ηρωίδα ερμηνεύει την πραγματικότητα, αυτός απορρέει από
την αφέλεια της ηλικίας της, μια εμμονή κι ένα πείσμα παιδικό και την πίστη της
σε καταστάσεις και πρόσωπα που κινούνται μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας.
Η Λ.Π.-Α. εύστοχα τονίζει την τάση της Νεφέλης – αλλά και των συνομηλίκων της –
να συντηρεί το μύθο και τ’ όνειρο, τη φαντασία. Σ’ αυτήν στηρίζεται η απόφασή
της να επισκεφθεί την έκθεση βιβλίου με τον πατέρα της:
Αφού είν’
έτσι, καλά, η Νεφέλη θα φύγει. Προτιμάει να πάει στην έκθεση, παρά ν’ ακούει
την ΄Ολγα να λέει για τον Αγιοβασίλη πράγματα που δεν της αρέσουν καθόλου.
Και όταν η ΄Ολγα προσπαθεί να την πείσει ότι
δεν υπάρχει Αγιοβασίλης, διαβάζουμε:
- Λοιπόν, ξαδερφούλα, διορθώνει τώρα η
΄Ολγα, λες και κατάλαβε πάλι τι σκέφτηκε η Νεφέλη. Άκου να σου πω: Τώρα που
μεγάλωσες, τώρα που κοντεύεις να κλείσεις τα πέντε και του χρόνου θα πας στο
σχολείο, είναι καιρός πια να μάθεις την αλήθεια για τον Αγιοβασίλη. Τα δώρα,
κοριτσάκι μου...
- Ξέρω,
ξέρω, την κόβει η Νεφέλη. Τα δώρα τα ψωνίζουν οι γονείς και Αγιοβασίλης δεν
υπάρχει – μου το έχει πει μία φίλη μου. ΄Ομως εμένα δε μ’ αρέσει να τ’ ακούω
αυτό. Κι έπειτα, εγώ τον είδα τον Αγιοβασίλη. Τον είδα, σου λέω, με ρούχα
καλοκαιρινά!
Αυτή η παιδικότητα αποδίδει παραστατικά
και η ασπρόμαυρη εικονογράφηση της Λήδας Βαρβαρούση που συνοδεύει το κείμενο:
Κυριαρχεί η μορφή της Νεφέλης με την έντονη κινητικότητα και το εκφραστικό
πρόσωπο.
Με την ίδια ενάργεια ψυχογραφεί η
συγγραφέας και τα μεγαλύτερα παιδιά της οικογένειας. Η ΄Ολγα στα 12 της
υιοθετεί σταδιακά τη λογική των ενηλίκων και συμπεριφέρεται με κατανόηση αλλά
και τάσεις προστατευτισμού προς τη Νεφέλη.
Ο 16χρονος Απελλής, αθλητής και
βιβλιοφάγος τρανός εκπλήσσει ευχάριστα όχι μόνο με το συγκροτημένο χαρακτήρα
του, αλλά και με την αφίσα που κοσμεί το γραφείο του: είναι η ασκητική μορφή
του Αλ. Παπαδιαμάντη, που προβληματίζει εμάς, τους μεγαλύτερους αναγνώστες και
αποδίδει την έγνοια της συγγραφέα για τη νέα γενιά. ΄Ισως το πρότυπο του Απελλή
να έχει ελάχιστους νεαρούς θαυμαστές στις μέρες μας, όμως η Λ.Π.-Α. προτείνει
έμμεσα στους νεαρούς αναγνώστες της να επανεκτιμήσουν τα πρότυπά τους και
προλειαίνει το έδαφος χωρίς ίχνος διδακτισμού.
Εκτός από τη λεπτή ψυχογραφία των
προσώπων, το χιούμορ, η πρωτοτυπία της έμπνευσης και ο λυρισμός διαχέονται στο
κείμενο.
Το επαναλαμβανόμενο ερώτημα της Ιβάνκα από
τη Βουλγαρία «εγώ βάλει πάλι το σκούπα;» (σελ.82) προκαλεί το γέλιο χωρίς να
υποτιμά ή να γελοιοποιεί όμως την αδυναμία της να χειρισθεί την ελληνική
γλώσσα.
Κι όταν ο γηραιός Λευτέρης αποκαλύπτει ότι
τόπος καταγωγής του είναι το χωριό ΄Αγιος Βασίλειος στην Κυνουρία, η Νεφέλη
σκέφτεται ότι «τα κάλαντα λένε Αγιοβασίλης
έρχεται από την Καισαρεία, δε λένε Αγιοβασίλης
έρχεται από την Κυνουρία» (σελ. 90).
Η πρωτοτυπία στην προσέγγιση του θέματος
ερείδεται τόσο στη σύνδεση του αγίου της αγάπης με τους πρόσφυγες μετανάστες
όσο και στο δέσιμο των παραδόσεων για τον ΄Αγιο Βασίλειο με τη σύγχρονη
καταναλωτική του εικόνα και τη θεωρία της σχετικότητας: «Αγιοβασίλης και Coca Cola μαζί από το 1931;» αναρωτιέται ο αναγνώστης
κάθε ηλικίας. Και η ερμηνεία της ικανότητάς του να φέρνει τα δώρα του σε
εκατομμύρια ανθρώπων μέσα σε μια νύχτα ηχεί παράδοξα λογική, πυροδοτεί τη σκέψη
ή μας κάνει να χαμογελάμε με τον επιστήμονα που τη διετύπωσε. Εκείνο όμως που
συγκρατούμε είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα του γνήσιου συγγραφέα: την
ικανότητα συλλογής γνώσεων, αφομοίωσης τους και δημιουργικού μετασχηματισμού
τους. Παρακολουθούμε δηλαδή από κοντά τη γέννηση της Ιδέας...
Η διακειμενικότητα είναι εμφανής σ’ αυτό
το βιβλίο. Το κείμενο «διαλέγεται» με κείμενα άλλων δημιουργών επωνύμων (Φ.
Κόντογλου, Στ. Σπεράντσας, Αλ. Παπαδιαμάντης, Λάρυ Σίλβερμπεργκ, Γαλάτεια
Γρηγοριάδου-Σουρέλη, Ελένη Δικαίου, ΄Ελσα Χίου, ΄Αννα Γκέρτσου-Σαρρή, Αγγελική
Νικολοπούλου) και ανωνύμων (κάλαντα ηπειρώτικα και ποντιακά) αλλά και με παλαιότερα
κείμενα της Λ.Π.-Α.
Το
μυστήριο του καλοκαιρινού Αγιοβασίλη συνδέεται άμεσα με το Ποιος θα γράψει για το σκύλο μας; αλλά
και με τον Μικρό αδελφό, το Για την άλλη πατρίδα, το Τραγούδι για τρεις, το Γιούσουρι στην τσέπη και το Καναρίνι και μέντα. Ακόμη και στο Τσιμεντένιο δάσος γίνεται μια έμμεση
αναφορά.
Επίλογος
Ο επίλογος του βιβλίου, όπως και όλο το
κείμενο, υπαγορεύουν επίλογο αυτής της εισήγησης. “All you need is love” τραγουδούσαν οι Beatles σε μια πιο σύγχρονη εκδοχή του κυρίαρχου
συναισθήματος της χριστιανικής πίστης. Αυτή η αγάπη φωτίζει το κείμενο. Η
φιγούρα της γιαγιάς Νεφέλης αποτελεί την ανώνυμη, καθημερινή εκδήλωσή της: «Να
θυμάσαι μόνο πως η αγάπη καμιά φορά είναι σαν το ακτινίδιο, που απ’ έξω δείχνει
αγριωπό αλλά μέσα είναι ολόγλυκο και καταπράσινο» (σελ.22) θα πει στην εγγόνα
της. Κι όταν αργότερα θα φροντίσει τον ρακένδυτο γέροντα, αυθόρμητα και άμεσα
θα μονολογήσει σκεπτική «άλλη πόρτα δεν είδα ν’ ανοίξει...» (σελ.103). Αυτή την
αγάπη αντιτάσσει και ο Λεύτερης στη σύγχρονη αδιάφορη κοινωνία. Και ο
αναγνώστης αναρωτιέται: μήπως όσοι δοκιμάζονται στη ζωή από τη φτώχια, τον πόνο
ή το ξεριζωμό αποκτούν τελικά τη σοφία της αγάπης;
Η Λ.Π.-Α. αφήνει την εντύπωση ότι είναι
ένας άνθρωπος με αυτοέλεγχο, αυτοπειθαρχία, ρεαλιστική θέαση του κόσμου,
δυναμισμό και αυτοπεποίθηση. Κι έτσι είναι. ΄Ομως η αγάπη και η ευαισθησία που
νιώθει μέσα της οξύνουν στο έπακρο το λυρισμό και τον ιδεαλισμό της. Τι άλλο
είναι η έμμονή της Νεφέλης στον Αγιοβασίλη; Τι άλλο μπορεί να δηλώνει ο
μονόλογος της μικρής από τον αλτρουισμό της ουσιαστικής αγάπης;
Θέλει να του πει ότι τον αγαπάει, κι ας
μην της έφερε τίποτα όταν ήρθε το περασμένο Σάββατο στο σπίτι. ΄Επειτα μπορεί
να διψάει πάλι. Μπορεί να πεινάει σήμερα. Θα του δώσει άραγε κανένας λίγο
νεράκι; Κανένα φρούτο από τα τόσα που υπάρχουν στη λαϊκή; Αλήθεια, στον
Αγιοβασίλη δίνει ποτέ κανείς τίποτα; ΄Η μόνο ζητάει και παίρνει;
Και τι άλλο σηματοδοτεί ο εορτασμός της
Πρωτοχρονιάς μέσα στο κατακαλόκαιρο από την πίστη της ότι όλος ο χρόνος μπορεί
να είναι αφιερωμένος στη γιορτή της αγάπης, σε μια νέα αρχή;
Η αγάπη για τη ζωή και ιδιαίτερα η αγάπη
για τα παιδιά που διατηρούν την αγνότητα και την άδολη ψυχή την ανοιχτή στην
αγάπη χαρακτηρίζει τη συγγραφέα. Για του λόγου το αληθές, σας διαβάζω την αφιέρωσή
της στα παιδιά με τη μεγάλη ψυχή «Στον Αλέξη Ψαραύτη και στους φίλους του».
---------------
(*) http://www.loty.gr/mythistorima_analyt_11.htm
(**) Πτυχιούχος
του Πανεπιστημίου Αθηνών (Φιλολογικό τμήμα,1987) και Διδάκτωρ των
Επιστημών της Αγωγής ( Πανεπιστήμιο Κρήτης). Θέμα της διδακτορικής της
διατριβής (1995), την οποία εκπόνησε ως υπότροφος του ΙΚΥ «Το Χιούμορ
στην Ελληνική Παιδική Λογοτεχνία ( Πεζογραφία 1970-1990 )». Μέλος του Κύκλου
του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου και της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς.
΄Εχει συμμετάσχει σε συνέδρια Παιδικής/Νεανικής Λογοτεχνίας στην Ελλάδα
(Ιωάννινα, Αθήνα) και το εξωτερικό (Αυστρία, Ισπανία). Στο πλαίσιο της
ενασχόλησής της με την Παιδική/Νεανική Λογοτεχνία περιλαμβάνονται: ομιλίες,
βιβλιοπαρουσιάσεις, συμμετοχή σε κριτικές επιτροπές πανελληνίων βραβείων,
αξιολόγηση εκπαιδευτικού υλικού (Π.Ι.), μεταφράσεις και 14 δημοσιεύσεις. To
2005 απέσπασε το Πανελλήνιο Βραβείο του ΚΕΠΒ για την προώθηση της Παιδικής
Λογοτεχνίας στο σχολείο. Από το 1997 και ως το 2005
συνεργάστηκε με το ΠΤΔΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών στο πρόγραμμα «Ακαδημαϊκής
και Επαγγελματικής Αναβάθμισης Εκπαιδευτικών Α/θμιας Εκπαίδευσης »,
στο πλαίσιο του οποίου δίδαξε το μάθημα της Παιδικής Λογοτεχνίας. Ξένες
γλώσσες: αγγλική, γαλλική, γερμανική. Από το 2005 εργάζεται ως αποσπασμένη
καθηγήτρια φιλόλογος στο Ευρωπαϊκό Σχολείο Bruxelles I