Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2012

Κωνσταντίνος Δεμερτζής (1919 - 5.12.1990) -Β΄ ΜΕΡΟΣ


Ο πράος άνθρωπος, ο σοφός δάσκαλος
και οι θησαυροί του – Μέρος Β’

(συνέχεια από την προηγούμενη ανάρτηση)

Στην ΄Ενωση Σμυρναίων, στις 5.11.1990, τιμητική εκδήλωση
για τον Κ.Π. Δεμερτζή
Στις 5 Νοεμβρίου του 1990 - ακριβώς ένα μήνα πριν από το θάνατό του - η ΄Ενωση Σμυρναίων είχε διοργανώσει μια εκδήλωση προς τιμήν του. Στην εκδήλωση εκείνη είχα την τιμή να είμαι ομιλήτρια – μια τιμή που την είχα δεχτεί με μεγάλο δισταγμό. Πίστευα ότι για μια προσωπικότητα σαν τον Κωνσταντίνο Δεμερτζή  - τον λαμπρό επιστήμονα, τον άριστο εκπαιδευτικό, τον ακούραστο μελετητή, τον σεμνό συγγραφέα, τον πολύτιμο συνεργάτη σε τόσους συλλόγους και σωματεία με στόχους πνευματικούς και κοινωνικούς - ο χρόνος των δέκα λεπτών που θα είχα στη διάθεσή μου δεν ήταν διόλου επαρκής, ώστε ν’ αναπτύξω στην έκταση που έπρεπε όλα του τα επιτεύγματα και να μιλήσω για το έργο και την προσφορά του με τον τρόπο που του άξιζε. ΄Ηταν όμως και δική του προσωπική επιθυμία. ΄Ετσι δέχτηκα και περιορίστηκα να πω λίγα μόνο λόγια για τον τιμώμενο όπως τον είχα γνωρίσει προσωπικά και για κείνες από τις αρετές του που προσωπικά μου προκαλούσαν τον μεγαλύτερο θαυμασμό.
     Στο τέλος της ομιλίας το πρόσωπό του έδειχνε βαθιά συγκίνηση και ικανοποίηση. Μεταφέρω λοιπόν εδώ την ομιλία εκείνη ολόκληρη, με τη σκέψη ότι καταγράφει πλευρές του Κωνσταντίνου Δεμερτζή, περιστατικά και εντυπώσεις που τον συγκίνησαν και που ίσως ο αναγνώστης δε θα βρει σε άλλα κείμενα σχετικά με την προσωπικότητά του. ΄Αρχιζα με την αφήγηση ενός μικρού περιστατικού από τη δική μου παιδική ηλικία, ως εξής:

     «Τι θα πει “πραείς;” τράβηξα το μανίκι του πατέρα μου μια μέρα στην εκκλησία, σαν άκουσα – παιδάκι τότε του δημοτικού – τους μακαρισμούς από την “επί του όρους ομιλία”, στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο.
     «Θα σου πω στο σπίτι» μου ψιθύρισε κείνος.
     Και στο σπίτι συνέβη ό,τι γινόταν πάντα με τις νέες λέξεις που πεινούσα να μάθω: Με έβαλε να ψάξω μόνη μου στο λεξικό, «για να έχω τη χαρά της ανακάλυψης».
     Διάβασα λοιπόν: «Πράος-ος-ον και πραΰς-εία-ύ: ο ήπιος, ο ήρεμος, ο γαλήνιος, ο καταπραΰνων, ο εξημερών, ο δαμάζων»...
     «Να θυμάσαι πάντα αυτό που άκουσες σήμερα» με συμβούλεψε από κοντά ο πατέρας μου. «Σου χρειάζεται – ειδικά εσένα! Μακάριοι οι πραείς!»
     Μου χρειαζόταν πραγματικά, έτσι κάπως ορμητική και ευέξαπτη που είχα γεννηθεί. Γι’ αυτό και σε όλη μου τη ζωή με εντυπωσίαζαν οι γαλήνιοι άνθρωποι. Ωστόσο, «πράον» άνθρωπο αυθεντικό, με όλη τη σημασία της λέξης, όπως την όριζε κείνο το παλιό μεγάλο λεξικό, δεν είχε τύχει να γνωρίσω, ως το φθινόπωρο του 1976.
     Το 15ο Συνέδριο της Διεθνούς Οργάνωσης Βιβλίων για τη Νεότητα – της ΙΒΒΥ που θαύμαζα - γινόταν τότε στην Αθήνα, και ήθελα να γνωρίσω από κοντά τον Πρόεδρο του ελληνικού της τμήματος. Είχα ακούσει από φίλους ότι πρόκειται για διαλεχτό πνευματικό άνθρωπο, φίλεργο, δραστήριο, με ευρύτητα πνεύματος και ζέση για τα κοινά. Και στο μυαλό μου είχα σχηματίσει την εικόνα ενός ανθρώπου μεγαλόσχημου.

Στο 15ο Διεθνές Συνέδριο της ΙΒΒΥ (Αθήνα,
Σεπτ. 1976). Από αριστερά: Κων. Τρυπάνης.
Κ.Π. Δεμερτζής, Hans Halby.
     ΄Ενας από τους φίλους εκείνους ανέλαβε να με συστήσει μία των ημερών του συνεδρίου. Πλησιάσαμε δύο κυρίους που συζητούσαν. Ο ένας πληθωρικός, θορυβώδης, εντυπωσιακός, υποστήριζε κάποιο θέμα με υψηλό τόνο φωνής και ζωηρές χειρονομίες. Ο άλλος, παρουσία σεμνή και διακριτική, τον άκουγε υπομονετικά. ΄Οταν ο πρώτος τελείωσε, ο δεύτερος του αποκρίθηκε χαμηλόφωνα με λίγες φράσεις. Ο θορυβώδης χαμογέλασε ικανοποιημένος και η συζήτηση, που προφανώς αφορούσε κάποια παρεξήγηση, έληξε αίσια.
     Εκείνη τη στιγμή αυθόρμητα σκέφτηκα έναν άλλο μακαρισμό: «Μακάριοι οι ειρηνοποιοί». Και ευχαρίστησα νοερά εκείνον που είχε ηρεμήσει τον πληθωρικό κύριο – τον πρόεδρο του Κύκλου, όπως φανταζόμουν. Γιατί συνηθέστατο είναι το φαινόμενο των στωμύλων, εντυπωσιακών, επιβλητικών στην εμφάνιση προέδρων. Στράφηκα λοιπόν προς το μέρος του πληθωρικού...
     «Ο άλλος είναι» με σταμάτησε ψιθυριστά ο φίλος.
     Ο «άλλος» ήταν ο απίστευτα σεμνός. Ο εντυπωσιακά διακριτικός. Ο ειρηνοποιός Κωνσταντίνος Δεμερτζής.
     Από τις πρώτες φράσεις που ανταλλάξαμε, κατάλαβα πως δεν μπορούσε παρά μόνον ένας τέτοιος «ειρηνοποιός» να ηγείται του Ελληνικού Τμήματος της ΙΒΒΥ, που κύριο μέλημά της είναι να καταστήσει το παιδικό βιβλίο «γέφυρα που να ενώνει τους λαούς σε ειρηνική συνύπαρξη». Ο άνθρωπος που στεκόταν μπροστά μου μιλούσε με αφοπλιστική γλυκύτητα, με ηρεμία εκπληκτική για την περίσταση, για τις στιγμές εκείνες, όπου τριγύρω συνωστίζονταν απαιτητικοί κάπου 400 σύνεδροι απ’ όλα τα μέρη του κόσμου. Και, το κυριότερο, εξέπεμπε μια φυσική, έμφυτη ευγένεια, προσόν που είχε ήδη από τότε αρχίσει να σπανίζει και στον τόπο μας.


O Κ.Π. Δεμερτζής με τον Πρόεδρο της ΙΒΒΥ Niilo Visapaa
στο 15ο Διεθνές Συνέδριο της Οργάνωσης στην Αθήνα, τον
Σεπτέμβρη του 1976
     Δεν ξεκαθάρισα ποτέ αν ήταν η παγκοσμιότητα, οι ευγενικοί σκοποί και οι υψηλοί στόχοι της ΙΒΒΥ ή η ηπιότητα, η ευγένεια και οι χαμηλοί τόνοι του Προέδρου του Ελληνικού της Τμήματος που με έπεισαν πιο πολύ ότι άξιζε τον κόπο ν’ αφιερώσω στον Κύκλο του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου τον λίγο ελεύθερο χρόνο που διέθετα τότε. Οι καιροί για μένα ήταν δύσκολοι την εποχή εκείνη – με επτάωρη ημερήσια βιοποριστική απασχόληση και με πάθος για το γράψιμο, σπιτικό να νοιαστώ και δυο μικρά παιδιά να φροντίσω τις υπόλοιπες ώρες. Δέχτηκα πάντως. Και από τις αρχές του 1978 είχα τη χαρά να συνεργάζομαι στενότερα μαζί του, ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Κύκλου.
     Λέω «τη χαρά» και κυριολεκτώ. Γιατί, πράγμα περίεργο, όσο κουρασμένη κι αν ήμουν, όταν τον αντίκριζα στις συναντήσεις μας για τις υποθέσεις του Κύκλου, η κούραση εξαφανιζόταν. ΄Οταν μάλιστα οι συναντήσεις πλήθυναν και η συνεργασία έγινε ακόμη πιο στενή από το 1984 που ανέλαβα τη Γενική Γραμματεία του Κύκλου, οι «θεραπευτικές» αυτές ιδιότητες της παρουσίας του έγιναν ακόμη πιο αισθητές.
     Στα χρόνια που ακολούθησαν μου δινόταν καθημερινά σχεδόν η ευκαιρία να διαπιστώσω πόσο ευεργετική πραγματικά ήταν η παρουσία του, έτσι καθώς ζούσα από κοντά τις προσπάθειες για την άψογη λειτουργία του Κύκλου, την πραγμάτωση και στην Ελλάδα των στόχων της ΙΒΒΥ, την προαγωγή της παιδικής λογοτεχνίας, την εδραίωση της αξίας της στη συνείδηση του κοινωνικού συνόλου, τη γόνιμη ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των μελών και ιδιαίτερα για την αρμονική συνεργασία των συγγραφέων μεταξύ τους, όπως και των εικονογράφων.
     Σ’ αυτό το τελευταίο, οι δυσκολίες ήταν μεγαλύτερες. Ανήσυχοι, εκρηκτικοί και κάπως εγωκεντρικοί – όπως είναι συνηθισμένο, φυσικό σχεδόν για δημιουργούς – οι συγγραφείς και οι εικονογράφοι δυσκολεύονταν συχνά να συνυπάρξουν αρμονικά με συναδέλφους που είχαν αντίθετες απόψεις – καλλιτεχνικές, πολιτικές, θεωρητικές... Ο ειρηνοποιός μας όμως έκανε πάντα το θαύμα του! Τον παρατηρούσα και απορούσα πώς κατόρθωνε να βρίσκει σε κάθε περίπτωση τον κοινό παρονομαστή, πώς βοηθούσε ουσιαστικά, ώστε να επικρατεί πνεύμα ειρηνικό και στις σχέσεις μεταξύ των μελών του Κύκλου, όχι μόνο στο έργο τους. Και ήταν τελικά προσωπικό του επίτευγμα το ότι επί 20 χρόνια – δύσκολα χρόνια – κατάφερε ο Κύκλος να είναι το μοναδικό ίσως πνευματικό/πολιτιστικό σωματείο στην Ελλάδα που συνένωνε όλους όσοι εργάζονταν για το παιδικό βιβλίο, όσες διαφορές και αν είχαν, όσο διαφορετικά κι αν σκέφτονταν – καλλιτεχνικά, πολιτικά, θεωρητικά...


Στο Συνέδριο της ΙΒΒΥ στην Αθήνα (Σεπτ.1976)
Από αριστερά: Ξένη Κερασιώτη, Γεν. Γραμ. του
Ελληνικού Τμήματος/Κύκλου του Ελληνικού
Παιδικού Βιβλίου, ο ακαδημαϊκός Πέτρος Χάρης,
Κ.Π. Δεμερτζής. 
     Αυτή η καθημερινή συνεργασία δεν άργησε να με βεβαιώσει πως ήταν ο μόνος πραγματικά «πράος» άνθρωπος που γνώρισα ποτέ – πάντα «ήπιος, ήρεμος, γαλήνιος, ευγενής εις τους τρόπους αλλά και καταπραΰνων, εξημερών, δαμάζων...». Γι’ αυτό και κάθε φορά που τον άκουγα ν’ ανεβαίνει τα σκαλάκια του γραφείου του Κύκλου, στην οδό Ζαλόγγου 7, όπου έφτανε με βήματα κουρασμένα τις πιο πολλές φορές από τις τόσες έγνοιες και φροντίδες, αυθόρμητα έλεγα μέσα μου: «Μακάριοι οι πραείς». Και λυπόμουν που δε ζούσε πια ο πατέρας μου, για να χαρεί που είχα απέναντί μου τέτοιο στήριγμα στο εθελοντικό έργο που είχα αναλάβει, τέτοιο συμπαραστάτη, σύμβουλο και συνεργάτη, αλλά και τέτοιο παράδειγμα για τον προσωπικό μου βίο, τέτοιο πρότυπο για να συνεχίσω την προσπάθεια να ξεπεράσω βασικά ελαττώματα του χαρακτήρα μου!
     Να γιατί προτίμησα να μην πω τίποτα για τις άλλες αρετές του: Να μη μιλήσω για τη γενικότερη προσφορά του ως φωτισμένου εκπαιδευτικού˙ ως επιτυχημένου λυκειάρχη στην Ιταλική Σχολή για κοντά 30 χρόνια˙ ως προσεκτικού και ακάματου μελετητή με δείγματα πολύτιμης δουλειάς σαν αυτά που εξέδωσε ο Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων˙ ως εμπνευσμένου ομιλητή και συμβούλου, που πλήθος γονιών καθοδήγησε και βοήθησε σε ειδικές συναντήσεις ή σε ραδιοφωνικές εκπομπές˙ ως συγγραφέα με έργο σεμνό αλλά τόσο πολύτιμο για παιδιά και δασκάλους˙ κι ακόμα για το παράδειγμά του ως καλού οικογενειάρχη και εξαίρετου πατέρα.
     Ούτε καν σε όλα όσα προσέφερε στον Κύκλο δε στάθηκα πολύ. Για παράδειγμα, τόμοι ολόκληροι θα ήταν μόνο οι ομιλίες του κάθε χρόνο, στις 2 Απριλίου, για την Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου, με τις αναλύσεις των έργων που υποβάλλονταν στους ετήσιους διαγωνισμούς παιδικής λογοτεχνίας. Δεν τα θεώρησα ως τα πιο σημαντικά. Γιατί πιστεύω πως όλ’ αυτά ίσως και άλλοι θα μπορούσαν να τα επιτύχουν. Εκείνο που σπάνια θα μπορούσε κανείς να επιτύχει είναι να συνταιριάσει τέτοιο πολύπλευρο και πολύτιμο έργο με την προσωπική πραότητα σε όλη της την έννοια. Για τέτοιο επίτευγμα ίσως μόνον οι ασκητές είναι ικανοί. Και ένας ασκητής εντός της κοινωνίας, ένας «ασκητής του πλήθους» υπήρξε πάντα ο Κωνσταντίνος Δεμερτζής.
     Πέρασαν δώδεκα ολόκληρα χρόνια στενής συνεργασίας. Και δε θυμούμαι ούτε μία μέρα, ούτε μία ώρα, ούτε μία στιγμή να απώλεσε την ψυχραιμία του, να ξέχασε τους ευγενικούς του τρόπους, να εκνευρίστηκε σε σημείο ώστε να χαθεί η ηρεμία του – δηλαδή να τον εγκαταλείψει η πραότητά του. Είκοσι ολόκληρα χρόνια ήταν ακατάπαυστα «ο βελούδινος πρόεδρός μας», όπως ποιητικά τον χαρακτήριζε η Ρένα Καρθαίου˙ «ο Κώστας μας», όπως απλά αλλά τόσο περιεκτικά τον αποκαλούσε η Ξένη Κερασιώτη˙ «ο αβρότατος Δεμερτζής μας», όπως πετυχημένα τον έλεγε η Αλεξάνδρα Πλακωτάρη˙ «ο καλότατος εκείνος άνθρωπος», όπως τον έλεγε η μακαριστή Τατιάνα Σταύρου˙ «ο γλυκύτατος κύριος Δεμερτζής μας», όπως αναφερόταν πάντα σ’ αυτόν η Αγγελική Βαρελλά˙ «ο ζαχαρένιος πρόεδρος», όπως ψιθύριζε η Ζωή Κανάβα˙ «ο πρόεδρος», όπως λιτά και κοφτά τον ανέφερε η Λίτσα Ψαραύτη – και ήταν σαν να έλεγε «ο στυλοβάτης μας»˙ «ο συμπαθέστατος Δεμερτζής», όπως συχνά τον θυμούνταν η Βίτω Αγγελοπούλου και η Γαλάτεια Σουρέλη˙ ή «ο μειλίχιος», ή «ο προσηνής», ή «ο πραγματικός κύριος», όπως τόσοι και τόσοι τον αποκαλούσαν. Κι εμένα μου ερχόταν να συμπληρώσω: «Ναι, πραγματικός κύριος και πρώτ’ απ’ όλα κύριος του εαυτού του». Γιατί μόνον όποιος είναι απόλυτα κύριος του εαυτού του μπορεί να είναι πάντα κύριος και προς τους άλλους. Θα πρόσθετα μάλιστα και πραγματικά «ελεύθερος», αφού πάντα νηφάλια μπορεί να στοχάζεται, πάντα ήρεμα να κρίνει, πάντα γαλήνια ν’ αποφασίζει – με λίγα λόγια να έχει ανεπηρέαστη από εσωτερικούς και εξωτερικούς παράγοντες, γνήσια ελεύθερη βούληση.
     Τώρα δε βλεπόμαστε πια συχνά, μιλάμε το περισσότερο από το τηλέφωνο και όχι για πολύ, αφού η υγεία του απαιτεί προσοχή. ΄Ομως κι αυτές οι σύντομες συνομιλίες, όταν τελειώνουν, μου αφήνουν πάντα την ίδια αίσθηση, όπως τότε, στο μικρό γραφείο του Κύκλου – αίσθηση ηρεμίας, γαλήνης, βεβαιότητας ότι όλα μπορούν να ξεπεραστούν, αν υπάρχει νηφαλιότητα και πραγματική αγάπη για τους ανθρώπους, για τις ιδέες, για τους στόχους, για τον κόσμο. Γι’ αυτό πιστεύω ακράδαντα ότι και το πρόβλημα της υγείας του θα το ξεπεράσει ολότελα. Και κάθε φορά που κλείνω το τηλέφωνο τον μακαρίζω. Σκέφτομαι πως, με τέτοιες αρετές, πρέπει – παρ’ όλες τις αντιξοότητες του βίου, τις δοκιμασίες, τις πίκρες – πρέπει να είναι μέσα του ένας πραγματικά ευτυχισμένος άνθρωπος. Πρέπει. Γιατί το είπε και ο Χριστός: «Μακάριοι οι πραείς, ότι αυτοί κληρονομήσουσι την γην».

     Ακριβώς ένα μήνα μετά την ομιλία που παρέθεσα παραπάνω, στις 5 Δεκεμβρίου 1990, ο Κωνσταντίνος Δεμερτζής έφυγε για πάντα. Ο κόσμος της Παιδικής Λογοτεχνίας τον αποχαιρέτησε το απόγευμα της 6ης Δεκεμβρίου στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας. Και σε μένα ανατέθηκε πάλι να πω δυο λόγια αποχαιρετισμού. Τα μεταφέρω κι αυτά εδώ για να κλείσω όσο καλύτερα γίνεται το μικρό αυτό αφιέρωμα στη μνήμη του:

     «Ο Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου κηδεύει σήμερα τον στοργικό του πατέρα. Πριν από τριάντα μέρες ακριβώς, στη μικρή αίθουσα της ΄Ενωσης Σμυρναίων, τιμούσαμε τον Κωνσταντίνο Δεμερτζή για την πολύπλευρη προσφορά του στα Γράμματα και ιδιαίτερα στην προαγωγή και την ανάπτυξη της Ελληνικής Παιδικής Λογοτεχνίας, με την 20χρονη προεδρία και τον μόχθο του στον Κύκλο. ΄Ημασταν όλοι χαρούμενοι, αισιόδοξοι ότι ο κίνδυνος για τη ζωή του είχε περάσει. Και όμως, η ατμόσφαιρα, με κέντρο την ευγενέστατη παρουσία του και τριγύρω τους γνωστούς και τους φίλους που τον τιμούσαν, είχε κάτι από τη θλίψη του Δείπνου του Μυστικού.
     Πήραμε, πράγματι, όλοι μας μέρος σε δείπνο πνευματικό, μυστικό σχεδόν, αφού δεν ξεπερνούσαν τους εκατό οι συμμετέχοντες, μέσα σε μια πρωτεύουσα τεσσάρων εκατομμυρίων ανθρώπων, πολύβουη και αδιάφορη για τις πραγματικές αλλ’ αθόρυβες αξίες. Μεταλάβαμε των αρετών του, τιμήσαμε την προσφορά του, μα πάνω απ’ όλα τον θαυμάσαμε ως γνήσια πράον άνθρωπο και πραγματικό ειρηνοποιό. Θα θυμούνται όσοι βρέθηκαν εκεί ότι δύο μακαρισμοί από την επί του όρους ομιλία συνόψιζαν τα όσα είχα την εξαιρετική τιμή να πω για την προσωπικότητά του εκείνο το βράδυ του «δείπνου του μυστικού»: «Μακάριοι οι πραείς» και «μακάριοι οι ειρηνοποιοί».
     Σήμερα, ημέρα επιτάφιου θρήνου, θέλω να προσθέσω έναν τρίτο: «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». Η μεγαλύτερη, ίσως, αρετή του Κωνσταντίνου Δεμερτζή ήταν η ολοκάθαρη, γι’ αυτό και τόσο εύθραυστη, καρδιά του. Καθαρός τη καρδία ο Κωνσταντίνος Δεμερτζής και δίχως αμφιβολία «τον Θεόν όψεται» σήμερα που τον αποχαιρετούν οι οικείοι, οι φίλοι, ο προσφιλής του Κύκλος, έτσι μαζεμένος γύρω του, σαν ανθρώπινο στεφάνι, για το ύστατο «χαίρε».
     Απόστολος της καλοσύνης, της εντιμότητας, της ανιδιοτέλειας στην πονηρή εποχή μας υπήρξε και «έλαμψε το φως» του «ενώπιον» ημών «των ανθρώπων» που τον γνωρίσαμε. Είδαμε «τα καλά αυτού έργα». Τώρα δεν μένει παρά να ευχηθούμε ολόψυχα «λαμψάτω η μνήμη του», για να μείνει το παράδειγμά του φωτεινό «ενώπιον» εκείνων που θα τον διαδεχτούν.”

     Λίγα χρόνια μετά το θάνατό του, ο Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου καθιέρωσε στη μνήμη του το «Βραβείο Κ.Π. Δεμερτζή στον ΄Ελληνα δάσκαλο». Και το απονέμει κάθε χρόνο σε εν ενεργεία εκπαιδευτικό που δείχνει έμπρακτα και αποτελεσματικά το ενδιαφέρον του για την παιδική/νεανική λογοτεχνία.  
     
(*) Από το βιβλίο μου "Ο Δάσκαλος, ο ΄στρατηγός΄ και η ποιήτρια"  (Αθήνα 2001)
                                http://www.loty.gr/meletimata_analyt_4.htm