Πέμπτη 31 Αυγούστου 2017

Η παιδική/νεανική λογοτεχνία και οι αξίες της ζωής



(Ομιλία στο Αρσάκειο της Πάτρας, με αφορμή το σχέδιο δράσης «Το σχολείο ανοίγει τις πόρτες του στις αξίες της ζωής» – 6.2.2015)

Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω συγχαίροντας όχι τυπικά, ως συνήθως γίνεται, αλλά ειλικρινά και ουσιαστικά τους εμπνευστές και τους διαχειριστές του σχεδίου δράσης «Το σχολείο ανοίγει τις πόρτες του στις αξίες της ζωής».  Το Αρσάκειο της Πάτρας καταπιάστηκε με δύσκολο έργο σε μια εποχή όπου όλα φαίνονται να πάσχουν, παρασύροντας ακόμη και τις αξίες αυτές.
       Βέβαια, οι αξίες της ζωής δεν είναι μόνον οι εννέα που περιέλαβε το σχέδιο δράσης – η ειρήνη, ο σεβασμός, η αγάπη, η συνεργασία, η χαρά, η απλότητα, η ταπεινότητα, η ελευθερία και η υπευθυνότητα. Είναι όμως από τις βασικότερες, αξίες  που η πάροδος του χρόνου, οι κοινωνικές και θεσμικές αλλαγές, η πρόοδος της επιστήμης, καθώς και οι κατακτήσεις στον τομέα της ελευθερίας και του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, τις άφησαν αναλλοίωτες.
       Οι καιροί, ωστόσο, είναι δύσκολοι ακόμα και για τις αξίες αυτές, αφού στην εποχή μας οι έννοιές τους συχνότατα και παγκόσμια διαστρέφονται, παρερμηνεύονται ή ακυρώνονται στην πράξη από τους ενηλίκους:
- Η  ειρήνη  χρησιμοποιείται κάθε τόσο ως πρόσχημα για καταστολή ή προβάλλεται ως επιχείρημα για την απεμπόληση δίκαιων αιτημάτων.
- Ο σεβασμός, είτε  του προσώπου του άλλου, είτε των ανθρώπινων δικαιωμάτων, είτε των θεσμών, παραμερίζεται όταν πρόκειται να εξυπηρετηθούν σκοπιμότητες και συμφέροντα.
- Η αγάπη εκπίπτει όλο και περισσότερο σε κήρυγμα άνευ ουσίας.
- Η συνεργασία καταντά σε πολλές περιπτώσεις να σημαίνει ή να απαιτεί την  υποχρεωτική υποταγή των αδυνάτων στους ισχυρούς.
- Η χαρά  πολλές φορές συγχέεται με την ανάγκη για ξέσπασμα που καταλήγει σε ξέφρενη και αμφιλεγόμενη «διασκέδαση».
- Η απλότητα χάνει την πραγματική της έννοια και γίνεται συνώνυμη με την προσποιητή και συχνά πανάκριβη ατημελησία στην εμφάνιση, ή με την έλλειψη της στοιχειώδους ευγένειας στη συμπεριφορά.
- Η ταπεινότητα, στο σημερινό κλίμα της άκρατης ανταγωνιστικότητας, παρεξηγείται και αντιμετωπίζεται ως σύμπλεγμα κατωτερότητας ή ως έλλειψη αυτοπεποίθησης.
-  Η ελευθερία επανειλημμένα ερμηνεύεται ως ελευθεριότητα.
- Η υπευθυνότητα, παρερμηνευμένη και αυτή, πότε ταυτίζεται με τη συντηρητικότητα και τον φόβο του «νέου», και πότε με το αντίθετο: εν ονόματι του «νέου», καταλήγει να σημαίνει τη συλλογική απέκδυση ουσιαστικών ευθυνών. Και πού τόπος, τότε, για την πασίγνωστη ρήση του Καζαντζάκη:  «Ν’ αγαπάς την ευθύνη, να λες εγώ, εγώ μονάχος μου θα σώσω τον κόσμο. Αν χαθεί, εγώ θα φταίω».
      Δεν είναι λοιπόν περίεργο που οι παραπάνω σκόπιμες ή επιπόλαιες διαστρεβλώσεις ορισμένων βασικών αξιών της ζωής έχουν οδηγήσει όχι μόνο σε αμφισβητήσεις, αλλά -το τραγικότερο- στην αμφισβήτηση της αναγκαιότητας των αξιών!
     Μέσα σ’ αυτή την πνιγηρή ατμόσφαιρα, ποια μπορεί να είναι άραγε η σχέση της παιδικής και εφηβικής λογοτεχνίας με τις αξίες της ζωής και ποια η δυνατότητά της να συμβάλει στην ανάδειξή τους; Καταθέτω μερικές σκέψεις, ως έναυσμα για τη συζήτηση που ασφαλώς θα ακολουθήσει:
     Ας ξεκαθαρίσουμε πρώτα πρώτα κάτι ουσιώδες και βασικό. Η παιδική και εφηβική λογοτεχνία είναι κλάδος της εν γένει λογοτεχνίας. Άρα, ως τέχνη του λόγου, έχει τη δυνατότητα να προσφέρει ό,τι και εκείνη που απευθύνεται σε ενηλίκους: Αισθητική απόλαυση, ευκαιρία για διερεύνηση της ανθρώπινης εμπειρίας με τη μέθεξη, καλύτερη γνωριμία του αναγνώστη με τον εαυτό του και κατανόηση του «άλλου» με την ταύτιση, εμπλουτισμό των ανθρωπίνων συναισθημάτων, διεύρυνση των αντιλήψεων κ. ά.
     Μια ιδιαίτερη, πρόσθετη δυνατότητα που συχνά αποδίδεται στον συγκεκριμένο αυτόν κλάδο είναι το να λειτουργεί παιδαγωγικά. Η παραδοχή, ωστόσο, αυτής της δυνατότητας σημαίνει άραγε αυτόματα και την αναγνώριση ως βασικού σκοπού της παιδικής λογοτεχνίας το να παιδαγωγεί; Και για να επικεντρωθούμε στο ερώτημα που τέθηκε, είναι υποχρέωσή της να συμβάλει οπωσδήποτε στην ανάδειξη των αξιών που αναφέραμε;
      Όπως ασφαλώς είναι γνωστό, ο «σκοπός» στην τέχνη – και η παιδική λογοτεχνία είναι πρώτα απ’ όλα τέχνη – είναι θέμα παγκόσμια πολυσυζητημένο και ακόμη ανοιχτό. Πλήθος οι γνώμες και οι απόψεις που έχουν διατυπώσει κορυφές του πνεύματος ανά τον κόσμο αλλά και στον τόπο μας. Η επικρατέστερη άποψη φαίνεται να είναι ότι μόνο η τέχνη που δεν έχει πρόθεση να διδάξει, μόνο αυτή μορφώνει και ηθικά και πολιτικά.
      Ωστόσο, είτε το θέλουμε είτε όχι, το έργο του λογοτέχνη έχει απήχηση στην ψυχή των ανθρώπων (πόσω μάλλον στην ψυχή των παιδιών και των εφήβων). Άρα, όπως έχει σοφά διατυπωθεί, «με το έργο του γίνεται συντελεστής πολιτισμού, δάσκαλος των ψυχών και παιδαγωγός του λαού».[i]
      Αν λοιπόν είναι δύσκολο θεωρητικά να χρεώσουμε απαραιτήτως την παιδική λογοτεχνία με το σκοπό και την υποχρέωση να παιδαγωγεί, στην πράξη είναι φανερό πως, είτε το θέλει είτε όχι, λειτουργεί παιδαγωγικά. Κατά συνέπεια επωμίζεται βαρύτατες ευθύνες έναντι του κοινωνικού συνόλου και το αδιαμφισβήτητο χρέος που έτσι προκύπτει είναι να αναγνωρίζει, μέσω των δημιουργών της, τις ευθύνες αυτές και να πορεύεται ανάλογα.
      Πολλά στοιχεία θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ως προς τις ευθύνες αυτές. Επειδή ο χρόνος δεν το επιτρέπει, ας περιοριστούμε σε ένα από τα βασικότερα. Είναι το στοιχείο της ελπίδας. Όπως έχει ειπωθεί από ειδικούς, το παιδί έχει ανάγκη την ελπίδα, όσο και το ψωμί. ‘Ενας λογοτέχνης λοιπόν που απευθύνονται κυρίως στα παιδιά, δεν έχει δικαίωμα να τα απελπίζει με ζοφερές καταλήξεις στα έργα του, όποιο κι αν είναι το θέμα. Δεν έχει το δικαίωμα, πριν ακόμη αρχίσουν τη μάχη για  αξιοβίωτη ζωή, να τ' αφοπλίζει με τον κυνισμό, τον μηδενισμό ή την απελπισία. Είναι "άνανδρη" μια τέτοια συμπεριφορά ενηλίκου προς ανήλικο. Τι τρομακτικότερο για ένα παιδί από την αίσθηση που μπορεί να αποκομίσει ότι είναι μάταιο να προσπαθήσει για ο,τιδήποτε, άσκοπο να περιμένει κάτι αξιόλογο στο βίο του; Και ποιες αξίες μπορούν τότε να στεριώσουν εντός του; Αντίθετα, η ελπίδα για το μέλλον οδηγεί σε θετική στάση έναντι της ζωής, σε θαρραλέα αντιμετώπιση των δυσκολιών του βίου και παρακινεί για βελτιώσεις στο κοινωνικό και το προσωπικό επίπεδο, με βάση τις κοινά παραδεκτές και διαχρονικές αξίες. Βέβαια, όπως έχει εύστοχα διατυπωθεί, «γράφεις ό,τι είσαι και είσαι ό,τι γράφεις». [ii] Ο συγγραφέας πρέπει να νιώθει και να έχει ο ίδιος ελπίδα και κουράγιο για τη ζωή, ώστε να τ' αφήσει να βλαστήσουν αυτά στα βιβλία του.
     Αν, σε ποιον βαθμό, με ποια έργα και ποιον τρόπο καταφέρνει ο κάθε δημιουργός παιδικής και εφηβικής λογοτεχνίας να ανταποκρίνεται στις ευθύνες του, είναι έργο άλλων να το κρίνουν, που κι αυτοί με τη σειρά τους έχουν ευθύνες αντίστοιχες. Προσωπικά θέλω να πιστεύω ότι όσοι ενσυνείδητα γράφουν με την επιθυμία να διαβαστούν τα βιβλία τους κυρίως από νεαρούς αναγνώστες και ευσυνείδητα αποδέχονται τον χαρακτηρισμό του συγγραφέα παιδικών/εφηβικών βιβλίων, αναγνωρίζουν τις ειδικές απαιτήσεις της τέχνης τους και πορεύονται αναλόγως.
       Εύχομαι, λοιπόν, τα σχέδια δράσης σαν αυτό που εφαρμόστηκε σε τούτο το ιστορικό σχολείο, επισκέψεις συγγραφέων στις τάξεις, όπως ήδη έγιναν, και εκδηλώσεις σαν την αποψινή να πολλαπλασιαστούν και να συμβάλουν όσο περισσότερο γίνεται στη διατήρηση και την τόνωση των αξιών της ζωής, με τη συνεπικουρία της παιδικής και εφηβικής λογοτεχνίας. Οι καιροί και ιδιαίτερα ο τόπος μας το έχουν ανάγκη.
Λ.Π.-Α.

[i] Βλ. εισήγηση του Μιχ. Στασινόπουλου, Πρακτικά Πανελληνίου Συνεδρίου Λογοτεχνών με θέμα «Ο Λογοτέχνης και η εποχή μας», Αθήνα, 1976, σελ. 274.
[ii] Jane Yolen Writing Books for Children, Boston: The Writer inc., 1984, σελ.7.