Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Από το βιβλίο "Μιλώντας για τα παιδικά βιβλία". Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Από το βιβλίο "Μιλώντας για τα παιδικά βιβλία". Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2016

Oι δικές μου τρεις κατηγορίες πολιτών...


“… ΄Εχω την πεποίθηση ότι πολιτικά οι άνθρωποι χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες:

α) σ’ εκείνους που νοιάζονται για το γενικό καλό και το μέλλον της ανθρωπότητας, άσχετα από την κομματική τους τοποθέτηση

β) στους αδιάφορους, και

γ) σ’ εκείνους που επιδιώκουν με κάθε μέσο μονάχα το ατομικό τους συμφέρον εις βάρος των άλλων, άσχετα και πάλι από την κομματική τους τοποθέτηση.

       Αν τώρα η πρώτη κατηγορία καταφέρει να ξυπνήσει τη δεύτερη, αν καταφέρει να ενεργοποιήσει τους αδιάφορους και να τους κάνει να ενδιαφερθούν, τότε θα βρεθούν δύο κατηγορίες εναντίον μιας – εναντίον των αδίστακτων κερδοσκόπων. Και μια μεγάλη μάχη θα έχει σίγουρα κερδηθεί”.

 
(Από το βιβλίο «Μιλώντας για τα παιδικά βιβλία»., σελ. 145.


 

Παρασκευή 8 Μαρτίου 2013

Η γυναίκα και η παιδική λογοτεχνία (9-τελευταίο)

Συνέχεια από την προηγούμενη ανάρτηση
Από το βιβλίο μου Μιλώντας για τα παιδικά βιβλία (Καστανιώτης 1983, 1987 - εξαντλημένο[1]).


 Και στο σημείο αυτό, να που ήρθε η ώρα να γυρίσω στην  «προφήτισσά» μας και στο πρώτο σωστό φεμινιστικό μας βιβλίο. Στο Παραμύθι χωρίς όνομα είναι η Γνώση που εμπνέει το Συνετό και ζευγαρώνει μαζί του για το όφελος του κοινωνικού συνόλου αλλά και να αποκατασταθεί η αρμονία στη μέσα και την έξω του ανθρώπου φύση. Είναι η Φρόνηση που καθοδηγεί για να ξυπνήσουν τελικά από το λήθαργο της κακομοιριάς και της ντροπής οι Μοιρολάτρες και να θαυματουργήσουν. Να σε τι επίπεδο έβλεπε, προφητικά, το όλο θέμα της ισοτιμίας των δύο φύλων η Πηνελόπη Δέλτα. Δεν είχε τόση σημασία αν γυναίκες μαγείρευαν στο μεγάλο καζάνι για να φάει ο στρατός. Σημασία είχε που ξύπνησε η ανάγκη στους ανθρώπους για αξιοπρέπεια. Η αξιοπρέπεια είναι λέξη γένους θηλυκού. Το νόημά της δεν έχει γένος.
     Βιβλία όμως που να τοποθετούν σε ορθή βάση την ισοτιμία του αρσενικού και του θηλυκού στοιχείου δεν μπορούν παρά να γραφούν από ώριμες προσωπικότητες. Η ανάγκη λοιπόν ξεκινάει από την επίτευξη αρμονίας στον ψυχικό κόσμο των συγγραφέων για παιδιά. Όπως λέει η ξένη συγγραφέας παιδικών βιβλίων Mollie Hunter, «δεν υπάρχει βιβλίο που να λέει κάτι αξιόλογο, αν πρώτα αυτό το κάτι δεν το είπε η ζωή στο συγγραφέα του∙ που πρέπει μέσα του να έχει σχηματίσει τη δική του φιλοσοφία, τις δικές του ιδέες, το δικό του πνεύμα. Τούτη η βασική διαδικασία πρέπει να έχει συντελεστεί από πριν, για να είναι δυνατή η λογοτεχνική δημιουργία […] και λόγω ειδικών ευθυνών, η αλήθεια τούτη αφορά πολύ περισσότερο το συγγραφέα που θέλει να γράψει για παιδιά. Ειδικά για το συγγραφέα αυτόν, το ταλέντο μόνο δε φτάνει – οπωσδήποτε όχι. Ακούστε λοιπόν όλοι εσείς, κριτικοί, εκδότες, γονείς, δάσκαλοι, εσείς που θα πάρετε στα χέρια σας ένα παιδικό βιβλίο. Πρέπει να υπάρχει ένα ολοκληρωμένο πρόσωπο πίσω απ’ το βιβλίο αυτό»[2].


 Ένα πρόσωπο – οφείλω τώρα εδώ να σημειώσω εγώ – που στο μέλλον δεν θα πρέπει πια να προσέχουμε αν είναι άντρας ή γυναίκα. Σε κοινωνίες όπου πραγματικά ισότιμα θ’ αντιμετωπίζονται τα δύο φύλα και οι «συγκαταβάσεις» θα έχουν εκλείψει μαζί με τους «προστατευτικούς θαυμασμούς», το αν είναι περισσότερες ή λιγότερες οι γυναίκες που γράφουν για παιδιά δεν θα πρέπει ν’ αποτελεί γεγονός ιδιαίτερα αξιοπαρατήρητο, δεν θα πρέπει να έχει καν σημασία. Όπως δεν έχει σημασία το γένος των λέξεων, αλλά το πνεύμα που μεταδίδουν. Μπορεί σήμερα ν’ αποτελεί ακόμα φεμινιστικό επιχείρημα ότι η ειρήνη, η κατανόηση, η αγάπη, η ζωή είναι λέξεις γένους θηλυκού και ο πόλεμος, ο εγωισμός, ο φθόνος και ο θάνατος γένους αρσενικού. ΄Ομως προσέξτε το γένος των λέξεων: δικτατορία - κοινοβουλευτισμός∙ καταδυνάστευση - αλτρουϊσμός∙  αυταρχικότητα - αλληλοσεβασμός∙ πυρηνική καταστροφή – αφοπλισμός. Δείτε την πληρότητα που δηλώνουν, άσχετα από το γένος τους,  οι λέξεις: εκδημοκρατισμός, ελευθερία, εντιμότητα, ανθρωπισμός, χριστιανισμός, ανεξιθρησκία – και αφήνω τον κατάλογο ανοιχτό για να τον συμπληρώσει καθένας κατά την κρίση του.
        Πνεύμα τέτοιας πληρότητας θα πρέπει, θαρρώ, να διέπει τα σύγχρονα βιβλία για παιδιά – τούτη είναι η σημερινή ανάγκη, ως προς το θέμα της θέσης της γυναίκας. Και δεν έχω αμφιβολία ότι όσο τα πνεύματα θα ηρεμούν, τόσο οι γυναίκες-συγγραφείς, που προς το παρόν τουλάχιστον πλειοψηφούν, και πάλι θα θαυματουργήσουν, προσθέτοντας πολλές ακόμη σελίδες στην ήδη πολύτιμη προσφορά τους,


[2] Mollie Hunter: Talent is not enough – on writing for children, New York, Harper & Row, 1976, sel. 30.

Τρίτη 5 Μαρτίου 2013

Η γυναίκα και η παιδική λογοτεχνία (8)

Συνέχεια από την προηγούμενη ανάρτηση
Από το βιβλίο μου Μιλώντας για τα παιδικά βιβλία (Καστανιώτης 1983, 1987 - εξαντλημένο[1]).


Εξετάζοντας κανείς τα βιβλία των τελευταίων ετών, διαπιστώνει ότι ο προβληματισμός γύρω από την παρουσίαση της γυναίκας σύμφωνα με τη σύγχρονη πραγματικότητα υπάρχει. Από τις μικρές ιστορίες για την προσχολική ηλικία και τα παραμυθάκια, ως τα μυθιστορήματα για μεγάλα παιδιά, παρατηρείται μια προσπάθεια να μη γίνουν τα λάθη του παρελθόντος. Περισσότερα τώρα είναι τα βιβλία με κορίτσια ηρωίδες, συχνότερα αναφέρονται εργαζόμενες μητέρες και έλειψαν οι έμμεσες υποδείξεις ότι «τα κοριτσάκια πρέπει να προετοιμάζονται αποκλειστικά για το ρόλο της νοικοκυράς». Παραδείγματα και πάλι δεν θα αναφέρω, για το λόγο που ήδη εξήγησα. Το σημείο όπου έχουμε φτάσει δεν θεωρείται βέβαια απόλυτα ικανοποιητικό από τις οργισμένες φεμινίστριες. Φοβούμαι όμως ότι εκείνα τα παραπάνω που ζητούνται δεν θα βοηθήσουν στη λύση του προβλήματος, γιατί αφορούν σημεία εξωτερικά. Συμβαίνει δηλαδή το ίδιο που παρατηρεί κανείς και γενικότερα στο ζήτημα της ισότητας των δύο φύλων.
 Εκείνο που προσπαθώ να πω, είναι ότι το όλο θέμα δεν μπορεί να φτάσει σε «αίσιο τέλος», αν καταπιανόμαστε μόνο με ό,τι αφορά τον εξωτερικό μας κόσμο, αν δεν μας απασχολήσει το ίδιο και ο εσωτερικός. Η κοινωνική αρμονία δεν μπορεί να αποκατασταθεί, αν δεν αποκατασταθεί πρώτα στα ανθρώπινα πλάσματα η ψυχική τους αρμονία, αν δεν αποδεχτούν μέσα τους την αναγκαιότητα υπάρξεως και του αρσενικού και του θηλυκού στοιχείου. Για να εξηγήσω καλύτερα αυτό που εννοώ, θα ζητήσω τη βοήθεια του ΄Αγγλου κριτικού και συγγραφέα παιδικών βιβλίων Aidan Chambers, που τον άκουσα να μιλά στο 18ο Συνέδριο της Διεθνούς Οργάνωσης βιβλίων για τη Νεότητα, που έγινε στο Cambridge[2]. Είπε: «Ένα από τα καινούρια που έφερε ο αιώνας μας είναι η νέα γνώση γύρω από το “αρσενικό” και το “θηλυκό”. Είμαστε βέβαιοι τώρα, από επιστημονικές, βιολογικές έρευνες, ότι καθένα από τα δύο γένη περιέχει στοιχεία από το αντίθετό του κι αυτό έχει μεγάλη σημασία. Το σωστό “πάντρεμα” αυτών των δύο στοιχείων (άσχετα από το ποιο επικρατεί) δημιουργεί πληρότητα. 
 
Δε θέλω εδώ – τόνισε ο Chambers – να νομιστεί ότι υποστηρίζω οποιαδήποτε κατάσταση “unisex”, κάθε άλλο! Μιλώ μονάχα για ολοκλήρωση της προσωπικότητας που προέρχεται από την ισορροπία στον εσωτερικό μας κόσμο του “Animus” και της “Anima”. Μόνο μαζί με τούτη την ισορροπία μπορεί να έρθει και η άλλη, στον εξωτερικό, στην κοινωνία, με τις κοινωνικές ηθικές, πολιτικές διαστάσεις του θέματος, σχετικά με τη θέση των δύο φύλων. Κι εδώ, μη φανταστείτε ότι μιλώ απλώς για την απελευθέρωση της γυναίκας. Μια τέτοια διεκδίκηση είναι μονομερής και λαθεμένη, όταν αφορά την εξωτερική πλευρά του ζητήματος. Μιλώ για την αναγνώριση της αναγκαιότητα να συνυπάρχουν σε αρμονία τα δύο αυτά στοιχεία, τόσο μέσα μας, όσο κι έξω στην κοινωνία».[3]
 
 Ας δούμε πώς βλέπει το θέμα κι ένας δικός μας διανοητής, ο Χρήστος Μαλεβίτσης: «Η απελευθέρωση των γυναικών […] πρέπει ταυτοχρόνως να αποτελεί και απελευθέρωση του θηλυκού στοιχείου, προκειμένου τούτο να συμβάλλει με τη δική του εισφορά στη διαμόρφωση του πολιτισμού. Απελευθέρωση των γυναικών και υποταγή τους στις αξίες της ανδροκρατικής κοινωνίας είναι μια άλλη μορφή υποδούλωσης ίσως χειρότερης από την προηγούμενη. […] Οι γυναίκες πρέπει να συνειδητοποιήσουν μόνες τους τη σημασία του θηλυκού στοιχείου στη ζωή, στην ιστορία, στον πολιτισμό. […] Η πλήρης και πραγματική απελευθέρωση θα πραγματοποιηθεί όταν τούτη απαλλαγεί από την ανδροκρατική ιδεολογία […]. Επιβάλλεται η στράτευση του θηλυκού στοιχείου της ζωής. Στράτευση υπέρ της ειρήνης και της ζωής και όχι υπέρ του πολέμου και του θανάτου. […] Τότε το θηλυκό στοιχείο θα έχει συμπαραστάτες στο έργο του τις ευγενικές θεές-μητέρες, καθώς τούτες θα επιστρέφουν από την εξορία πολλών χιλιετιών»[4].
 
Πρέπει να σκεφτούμε, λοιπόν, σοβαρά ότι το θέμα δεν μπορεί να βρίσκεται μόνο στο χαμηλό επίπεδο των διεκδικήσεων του τύπου «να δούμε και τους άντρες με ποδιά» και «τις γυναίκες να οδηγούν μπουλντόζες». Δεν είναι ύστερα, μόνο να δούμε την εργάτρια ν’ αμείβεται όσο και ο εργάτης. Δεν είναι μόνο να επιτύχουμε ίση φροντίδα για τα παιδιά, τόσο από μέρους της μάνας όσο και του πατέρα. Δεν είναι να υποτιμούμε και να υποβιβάζουμε τη μητρότητα –το θείο αυτό έργο- ούτε να περιφρονούμε τη μάνα της παράδοσης. Γιατί, όπως πάλι γράφει ο Χρήστος Μαλεβίτσης: «Τον μέγα πόνο του κόσμου τον σήκωσε […] αυτό το ταπεινό πλάσμα, το αμνημόνευτο, το σιωπηλό, το στοιχειό της ιστορίας, το στοιχειό της γης. Αυτό το ταπεινό πλάσμα που όσο αφανίζεται από τη σύγχρονη ιστορική συγκυρία, τόσο εξαίρεται η υπαρξιακή της σημαντικότητα και αθανατίζεται ως ανεπανάληπτος ανθρώπινος τύπος»[5].
            Δεν είναι λοιπόν εκεί ή μόνο εκεί το θέμα. Είναι να δουλέψουμε για ν’ αποκαταστήσουμε τη σπουδαιότητα του «θηλυκού» πνεύματος στον κόσμο και να παντρέψουμε αρμονικά τον «Animus» με την  «Anima», με άλλα λόγια, το ανήσυχο πνεύμα με την ψυχική γαλήνη, την επιθετική έκφραση με την κατάφαση της ζωής, τη δημιουργία με την αγάπη. Μόνο έτσι θα προκύψουν πραγματικά ανθρώπινα πρόσωπα και μόνο έτσι υπάρχει ελπίδα να φτάσουμε σε κάποια κοινωνική αρμονία.
            Κάτι ανάλογο χρειάζεται, φρονώ, και στα παιδικά βιβλία, πέρα από τα κοριτσάκια-ηρωίδες, τα κοριτσάκια-αστροναύτισσες, τα κοριτσάκια-επιστημόνισσες και τ’ αγοράκια-καλούς μπαμπάδες, τ’ αγοράκια που βοηθούν κι αυτά στο σπίτι. Γιατί, όπως παρατηρεί πάλι ο Champers, από τις ψυχολογικές έρευνες γνωρίζουμε ότι σ’ ένα σωστό σύγχρονο παιδικό βιβλίο, όπου το θηλυκό και το αρσενικό πνεύμα αλληλοσυμπληρώνονται, δεν έχει σημασία αν πρωταγωνιστής είναι αγόρι ή κορίτσι.
 
(το τέλος στην επόμενη ανάρτηση  http://lotypetrovits.blogspot.gr/2013/03/9.html )
 

[1] http://www.loty.gr/meletimata_analyt_1.htm    
[4] Βλ. περιοδικό Ευθύνη, Οκτώβριος 1977, σ. 558-559.
[5] Βλ. περιοδικό Ευθύνη, Μάιος 1978, σ. 265.
 

Παρασκευή 1 Μαρτίου 2013

Η γυναίκα και η παιδική λογοτεχνία (7)


Συνέχεια από την προηγούμενη ανάρτηση
Από το βιβλίο μου Μιλώντας για τα παιδικά βιβλία (Καστανιώτης 1983, 1987 - εξαντλημένο[i]).

 ‘Ένα από τα κοινωνικά προβλήματα που τα τελευταία χρόνια απασχολεί όσους ερευνούν ή ασχολούνται με την παιδική λογοτεχνία, όσους κρίνουν ή γράφουν, είναι και η θέση της γυναίκας στα παιδικά βιβλία. Θα σταθώ σ’ αυτό για τρεις λόγους: (α) γιατί είναι ένα από τα θέματα που προκαλούν τις περισσότερες συζητήσεις, (β) γιατί έχει στενή σχέση με το θέμα μας και (γ) γιατί η ανάγκη να παρουσιαστεί ορθά φοβούμαι πως ακόμα δεν έχει καλυφθεί με το σωστό πνεύμα από τους συγγραφείς που – όπως είπαμε- στην πλειοψηφία τους, γενικά, είναι γυναίκες.
Είναι ίσως γνωστό ότι, από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, οι διαμαρτυρίες για το στερεότυπο τρόπο που παρουσιαζόταν η γυναίκα στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, στις διαφημίσεις, στα βιβλία γενικά και ειδικότερα στα παιδικά και στ’ αναγνωστικά, άρχισαν στις προηγμένες χώρες της Δύσης να φουντώνουν. Η εικόνα της γυναίκας που άλλο σκοπό δεν μπορεί να έχει από το να είναι  ωραία και κομψή με αποκλειστικό στόχο την πρόκληση και την ικανοποίηση του ανδρικού φύλου, ή από το να φέρνει στον κόσμο παιδιά και να μαγειρεύει, άρχισε να θεωρείται ολότελα προσβλητική και απορριπτέα. Οι εκστρατείες που ξεκίνησαν για να διορθωθεί το κακό ήταν πάμπολλες και η ποικιλία τους σε προέλευση, σε βαθμό οξύτητας,  σε σοβαρότητα και σε μέγεθος, πολύ μεγάλη. Μια τέτοια κίνηση δεν ήταν βέβαια δυνατό να μη φτάσει και στη χώρα μας.
 
Kατηγορήθηκαν λοιπόν πολλά παιδικά βιβλία, και ιδιαίτερα τ’ αναγνωστικά, για τα «στερεότυπα» που επαναλαμβάνουν, για τη δευτερεύουσα θέση όπου τοποθετούν το γυναικείο φύλο. Οι κατηγορίες αυτές είχαν μεγάλη απήχηση, αφού ως ένα βαθμό ήταν βάσιμες, τουλάχιστον για τα βιβλία με σύγχρονα θέματα. ΄Ηταν πραγματικά εντελώς αφύσικο, για παράδειγμα, να μη συναντά κανείς σε τέτοια βιβλία ή αναγνωστικά ούτε μια μητέρα-επιστήμονα, ούτε μια έστω και απλώς εργαζόμενη μητέρα.
            Όμως η οργή για τέτοιες καταστάσεις – και όχι μόνο στην Ελλάδα – έφτασε κάποτε σε υπερβολές. Ζητήθηκαν ευθύνες ως και από τα παραδοσιακά λαϊκά παραμύθια κι έγιναν προσπάθειες για «απομυθοποίηση» ή και παντελή απόρριψή τους, γιατί διαιώνιζαν – υποστηρίχτηκε – την εικόνα της καταπιεσμένης γυναίκας και ενίσχυαν τις αρχές των ανδροκρατικών κοινωνιών. Ως και στα ιστορικά μυθιστορήματα θεωρήθηκε ύποπτος ο τρόπος που παρουσιαζόταν η γυναίκα, λες και θα ήταν ποτέ δυνατόν, οι συγγραφείς ιστορικών μυθιστορημάτων να μη ζωντάνευαν ιστορικά γεγονότα και χαρακτήρες σύμφωνα με τις αντιλήψεις και τα δεδομένα της εποχής όπου στήνουν τα μυθιστορήματά τους. ΄Αλλωστε και για τα σύγχρονα ρεαλιστικά παιδικά μυθιστορήματα υπάρχει αντίλογος: Η λογοτεχνία – υποστηρίζουν πολλοί – δεν μπορεί παρά να απεικονίζει την πραγματικότητα και όχι να «διδάσκει» σωστές θέσεις. Και η πραγματικότητα δεν είναι πάντα σύμφωνη με τις φεμινιστικές προδιαγραφές. Πλήθος γυναίκες εξακολουθούν να περνούν τον περισσότερο καιρό τους στην κουζίνα, να υφίστανται μειώσεις και να μην τους αναγνωρίζονται στην ουσία δικαιώματα, ενώ από την άλλη πλευρά ένας σημαντικότατος αριθμός γυναικών ασχολείται αποκλειστικά και εκούσια με τα οικιακά ή με την ανατροφή των παιδιών και όχι μόνο δεν πιστεύει ότι αυτό είναι υποτιμητικά, αλλά αντίθετα το θεωρεί θεμελιώδη προσφορά στην κοινωνία.
 
Ο πολύς θόρυβος, πάντως, και οι υπερβολές, στις περισσότερες ξένες χώρες τουλάχιστον, άρχισε από καιρό να κοπάζει[ii] και μια πιο ισορροπημένη αντιμετώπιση του όλου θέματος παίρνει τη θέση τους. Για την αξία των παραδοσιακών παραμυθιών άλλωστε πολλές επιστημονικές μελέτες έχουν ήδη αποδείξει τη διαχρονική λειτουργία τους και τη σημασία του συμβολισμού τους, που καμιά σχέση δεν  έχει με σκόπιμη αντιφεμινιστική προπαγάνδα, αλλά αποσκοπεί στην ωρίμαση της ανθρώπινης προσωπικότητας – είτε αρσενικής, είτε θηλυκής[iii].
            Και οι συγγραφείς παιδικών βιβλίων; Πώς αντιμετώπισαν στον τόπο μας όλο αυτό το ζήτημα;
           
  (Συνεχίζεται :  http://lotypetrovits.blogspot.gr/2013/03/8.html )


[ii] Η διαπίστωση αυτή, π.χ., που αφορά όχι μόνο το συγκεκριμένο θέμα όσο και άλλα κοινωνικά ζητήματα ως θέματα των παιδικών βιβλίων, περιλαμβάνεται στην εισήγηση της Gerda Neumann, με τίτλο “The Social Role of Fiction for Young People”, στο 18ο Συνέδριο της Διεθνούς Οργάνωσης Βιβλίων για τη Νεότητα (ΙΒΒΥ – www.ibby.org ), Cambridge, 1982. (βλ. στα πρακτικά : http://www.literature.at/viewer.alo?objid=14826&viewmode=fullscreen&scale=3.33&rotate=&page=95  
[iii] Ενδεικτικά τα όσα αναφέρονται στα βιβλία των : Carl Jung: Man and his Symbols”, New York, Dell Publishing Co, 1968, sel. 68, και Nicholas Tucker: The Child and the Book, Cambridge University Press, 1981, sel. 86, 87, 212, 213.
 

Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2013

Η γυναίκα και η παιδική λογοτεχνία (6)


Συνέχεια από την προηγούμενη ανάρτηση
Από το βιβλίο μου Μιλώντας για τα παιδικά βιβλία (Καστανιώτης 1983, 1987 - εξαντλημένο[1]).


Ας προχωρήσουμε, ωστόσο, εξετάζοντας κάποιες ειδικότερες ανάγκες του καιρού μας. Οι πολιτικές τραυματικές εμπειρίες του πρόσφατου παρελθόντος μας δημιούργησαν την ανάγκη για βιβλία με στόχο την πολιτικοποίηση του παιδιού. Το θέμα δύσκολο και η προσοχή που χρειάζεται μεγάλη. «Το εγχείρημα» γράφει ο Βασίλης Αναγνωστόπουλος στο βιβλίο του που ήδη αναφέρθηκε «αποτελεί ευχής έργο, όταν το παιδικό βιβλίο δεν υπηρετεί μια συγκεκριμένη κομματική γραμμή, όποια κι αν είναι. Το δόγμα πάντοτε έβλαψε, γιατί δεσμεύει την ελεύθερη συνείδηση και καλλιεργεί το φανατισμό. Κι ένας τέτοιος πολιτικός δογματικός διαποτισμός –που φτάνει πολλές φορές την προπαγάνδα- ζημιώνει καίρια της ψυχές των παιδιών. Βέβαια όλη η ζωή μας είναι πολιτική. Αλλά […] η πολιτική αφορά το σύνολο των δραστηριοτήτων του ανθρώπου ως πολιτικού όντος από τη φύση του […] Δεν είναι πολιτική όταν εξυμνούνται και θαυμάζονται και στήνονται πρότυπα ηρωισμού –άρα μίμησης- άτομα που ανήκουν σε μια συγκεκριμένη πολιτική ή κομματική παράταξη»[2].
Βασίλης Δ. Αναγνωστόπουλος
Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου
Θεσσαλίας
       Παρά της τεράστιες δυσκολίες πάντως και τις παγίδες που ενέχει το θέμα, γυναίκες πρωτοστάτησαν για να καλυφθεί και τούτη η ανάγκη, Κι αν με το πέρασμα του χρόνου διαπιστώνονται λάθη στο χειρισμό κάποιων θεμάτων, η αγαθή πρόθεση των συγγραφέων-γυναικών πιστεύω ότι δε θα αμφισβητηθεί. Τα λάθη ίσως να οφείλονται στην έλλειψη ικανής χρονικής απόστασης από τα γεγονότα, που συνήθως φέρνει και την κρίση την αντικειμενική.
       Και τα χρόνια περνούν και τα παιδιά που διαβάζουν πληθαίνουν. Πληθαίνουν και οι ανάγκες, προσθέτονται κι άλλες σ΄ εκείνες που είχαν διαπιστωθεί από την προηγούμενη δεκαετία: Ανάγκη, με την τέχνη, να προετοιμάσουμε τα παιδιά για να αντιμετωπίσουν σωστά τον τεράστιο κίνδυνο από τη μόλυνση και την καταστροφή του περιβάλλοντος∙ ανάγκη να τους μιλήσουμε για το διαζύγιο, με τρόπο που να τα βοηθήσει να ξεπεράσουν τα ψυχικά τραύματα που τυχόν προκάλεσε ή θα τους προκαλέσει, αφού είτε το θέλουμε είτε όχι, σύμφωνα με τις στατιστικές, περίπου ένα παιδί στα 6 είναι παιδί γονιών τελεσίδικα χωρισμένων∙ ανάγκη να τα προφυλάξουμε απ΄ τον κίνδυνο των ναρκωτικών που ολοένα αυξάνει∙ ανάγκη να μιλήσουμε για πλήθος άλλα κοινωνικά θέματα, ώστε να βοηθήσουμε, μέσω της τέχνης, στην ψυχολογική τους ωρίμαση και στην πνευματική τους υγεία: π.χ. προβλήματα που δημιουργούνται από το σύγχρονο τρόπο ζωής, από την εξωτερική κι εσωτερική μετανάστευση, από την εισβολή της τεχνολογίας. Την αρχή σε τέτοιες προσπάθειες την κάνουν γυναίκες. Το χάραμα της δεκαετίας του 1980 τις βρίσκει πάλι να πρωτοστατούν. Θα μπορούσα ν’ αναφέρω παραδείγματα. Δε θα το πράξω, από φόβο μήπως παραλείψω και αδικήσω έστω και μία από τις άξιες συναδέλφους-συγγραφείς.
Οκτώβρης 1991: Από την πρώτη Γενική Συνέλευση
 της Γυν. Λογοτεχνικής Συντροφιάς, ως επίσημου
 πλέον σωματείου, αναγνωρισμένου από το Πρωτοδικείο
 Αθηνών (με την απόφαση υπ’ αριθ. 3335 /1990)
 στο σπίτι της Αντιγόνης Χατζηθεοδώρου. 
Από αριστερά: Ζωή Κανάβα (πίσω), Αντ. Χατζηθεοδώρου,
Γαλάτεια Παλαιολόγου†, Νίτσα Τζώρτζογλου†, Κατερίνa
 Μουρίκη, Μαρία Γουμενοπούλου, ΄Εφη Αιλιανού†,
Χρυσούλα Χατζηγιαννιού, Λίτσα Ψαραύτη. Κάτω: Λότη Πέτροβιτς.

 


[2] Β. Δ. Αναγνωστόπουλου: Τάσεις και εξελίξεις της παιδικής λογοτεχνίας στη δεκαετία 1970-1980. Αθήνα, Οι Εκδόσεις των Φίλων, 1981, σελ. 81.
 
Στο ίδιο θέμα αναφέρεται και η ανάρτηση σ’ αυτό το blog, στις 15.11.2012, http://lotypetrovits.blogspot.gr/2012/11/blog-post_16.html
 
 
 
 
 
 
 

Τρίτη 26 Φεβρουαρίου 2013

Η γυναίκα και η παιδική λογοτεχνία (5)


Συνέχεια από την προηγούμενη ανάρτηση
Από το βιβλίο μου Μιλώντας για τα παιδικά βιβλία (Καστανιώτης 1983, 1987 - εξαντλημένο[i]).
 

Καθώς τα χρόνια περνούν και τα ελληνικά βιβλία πληθαίνουν, άλλες ανάγκες αναφαίνονται και πάλι γυναίκες πρωτοστατούν για την κάλυψή τους στην παιδική λογοτεχνία. Είναι η ανάγκη για διεθνή συνεργασία, η ανάγκη ν’ αποτελέσει το παιδικό βιβλίο «τη γέφυρα που θα ενώνει τους λαούς» κατά το «μότο» της Διεθνούς Οργάνωσης Βιβλίων για τη Νεότητα (ΙΒΒΥ)[ii], ώστε ποτέ πια να μη γνωρίσει ο κόσμος άλλη φρίκη σαν εκείνη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Είναι η ανάγκη να φτάσει η ελληνική παιδική λογοτεχνία και στο εξωτερικό, όσο και όταν είναι αυτό δυνατόν. Ιδρύεται, έτσι, επίσημα το 1969 ο Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου[iii], ως παράρτημα ελληνικό της ΙΒΒΥ. Κι επειδή οι στόχοι του είναι πανανθρώπινοι, κάθε άλλο παρά μονάχα «γυναικείοι», αν και ιδρύεται από γυναίκες, καλεί και αποκτά με χαρά πολλούς άντρες μέλη του και σε άντρα εμπιστεύεται για πολλά χρόνια την προεδρία: στον παιδαγωγό, Λυκειάρχη Κ.Π. Δεμερτζή[iv]. «Ο Κύκλος συμμετέχει με αντιπροσώπου στα παγκόσμια συνέδρια για την Παιδική Λογοτεχνία, προτείνει υποψήφιους ΄Ελληνες συγγραφείς και εικονογράφους για το Βραβείο ΄Αντερσεν και τον Τιμητικό Πίνακα, αποστέλλει στην ΙΒΒΥ για μετάφραση έργα Ελλήνων λογοτεχνών, συμμετέχει σε διεθνείς εκθέσεις παιδικού βιβλίου […] ιδρύει παιδικές βιβλιοθήκες, οργανώνει ομιλίες και διαλέξεις για το παιδικό βιβλίο […] παροτρύνει με τα βραβεία του τους συγγραφείς ν’ ασχοληθούν με σύγχρονα θέματα και προβλήματα της ελληνικής ζωής»[v].
 
 
Από αριστερά: ΄Αλκη Γουλιμή,
Κ.Π. Δεμερτζής, Ρένα
Καρθαίου
-τρία από τα ιδρυτικά μέλη
 του Κύκλου
Οι προσπάθειες των δύο φορέων που προαναφέρθηκαν έχουν φέρει ήδη τους καρπούς τους. Η άνθηση που γνώρισε το παιδικό βιβλίο στη δεκαετία 1970-1980 είναι πραγματικά αξιοσημείωτη, για να μην πούμε εκπληκτική. Και τον πρώτο λόγο τον έχουν γυναίκες. Όπως αναφέρει ο Βασίλης Δ. Αναγνωστόπουλος στη μελέτη του Τάσεις και εξελίξεις της παιδικής λογοτεχνίας στη δεκαετία 1970-1980: «Οι Ελληνίδες συγγραφείς και ποιήτριες κρατούν σταθερά το προβάδισμα […] ΄Εχει δημιουργηθεί μια παράδοση ξεκινώντας από την Πηνελόπη Δέλτα, την Αντιγόνη Μεταξά και τη Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά. Η έντονη παρουσία των Ελληνίδων στο χώρο της παιδικής λογοτεχνίας σημασιολογεί τη γυναικεία ψυχολογία, που είναι τόσο κοντά στο παιδί. Υπάρχει μια μεγάλη πνευματική συμμαχία με στόχο όχι την κατακύρωσή της στην ανδροκρατούμενη κοινωνία, αλλά την προαγωγή και αξιοποίηση του παιδικού βιβλίου. ΄Ετσι, αποσπούν τα περισσότερα βραβεία της δεκαετίας, διακρίνονται διεθνώς, προηγούνται στη μετάφραση και διασκευή ξένων έργων στα Ελληνικά και ασκούν κριτική στο μεγαλύτερο ποσοστό των παιδικών βιβλίων που κυκλοφορούν. Στην εικονογράφηση ελάχιστα μόνο υπολείπονται από τους άνδρες, Γενικά η επιρροή που ασκούν είναι αποφασιστική και καθοριστική μέχρις ενός βαθμού για την εξέλιξη της παιδικής λογοτεχνίας»[vi].
 
΄Οπως βέβαια ήταν φυσικό, δεν έλειψαν και τα ζιζάνια ανάμεσα στα ολόδροσα βλαστάρια και τους ανθούς της παιδικής λογοτεχνίας των ετών εκείνων. Πολλοί αλλά και πολλές εκείνες που παρανόησαν την κατάσταση και είδαν το παιδικό βιβλίο σαν εύκολο είδος ή ακόμα και σαν ευκαιρία για κέρδη ή προσωπική προβολή. Οι θλιβερές αυτές περιπτώσεις, αν και δεν είναι λίγες, δεν μπορούν να μειώσουν τη συμβολή τόσων άξιων και
αφοσιωμένων γυναικών συγγραφέων.




Εγκαίνια της βιβλιοθήκης του Κύκλου «Κ.Π. Δεμερτζής»στο Λαύριο,
στις 5.12.1993, ακριβώς δύο χρόνια μετά το θάνατό του αλησμόνητου
Προέδρου του. Από αριστερά: Βίτω Αγγελοπούλου†, Λότη Πέτροβιτς,
Γαλάτεια Παλαιολόγου†, Φράνση Σταθάτου, Λίτσα Ψαραύτη,
Φιλομήλα Βακάλη, Μαρία Τζαφεροπούλου, Σπύρος Τσίρος.
Κάτω: Μαρία Βελετά-Βασιλειάδου† και Ευτυχία Βλάχου Μπάτση†.
 
 
(Συνεχίζεται :  http://lotypetrovits.blogspot.gr/2013/02/6.html  )

[iii] Ο Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου ξεκίνησε τη δράση του το 1963, ως άτυπος αρχικά όμιλος, όταν μια ομάδα λογοτεχνών, εκπαιδευτικών και βιβλιοθηκονόμων άρχισε να εργάζεται με ζήλο για την ποσοτική και ποιοτική προαγωγή του ελληνικού παιδικού βιβλίου και τη διάδοσή του, εντός και εκτός της  χώρας, ώστε να φτάσει 6 χρόνια αργότερα στην ίδρυση του πρώτου επίσημου πολιτιστικού σωματείου στον τομέα αυτόν, με καταστατικό εγκεκριμένο από το Πρωτοδικείο Αθηνών.
[iv] Στην προσωπικότητα και τη δράση του Κ.Π. Δεμερτζή αναφέρονται τα κείμενα που αναρτήθηκαν σ’ αυτό το blog στις αρχές του Δεκέμβρη 2012.
[v] Β. Δ. Αναγνωστόπουλου: Τάσεις και εξελίξεις της παιδικής λογοτεχνίας στη δεκαετία 1970-1980. Αθήνα, Οι Εκδόσεις των Φίλων, 1981, σελ. 26.
[vi] Ο.π. σελ. 19
 
  

 

Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2013

Η γυναίκα και η παιδική λογοτεχνία (4)

Συνέχεια από την προηγούμενη ανάρτηση
Από το βιβλίο μου Μιλώντας για τα παιδικά βιβλία (Καστανιώτης 1983, 1987 - εξαντλημένο[1]).

 
Οι έπαινοι που ακούει η Αντιγόνη Μεταξά είναι πολλοί, μα και πολλές οι επικρίσεις που θα διατυπωθούν με τα χρόνια εναντίον της. Γέμισε – λένε πολλοί – την παιδική λογοτεχνία με ζωάκια και παιδάκια και κουκλίτσες και τρενάκια, με υποκοριστικά και ροζ κόσμο που καμιά σχέση δεν είχε με την πραγματικότητα και που καμιά κριτική σκέψη δεν καλλιεργούσε. Ξεχνούν όμως κι εδώ οι επικριτές την εποχή και τις ειδικές ανάγκες που κάλυψε η προσφορά της. Με τα «ζωάκια και τα ροζ παιδάκια» κράτησε μια πόρτα ολάνοιχτη, την «΄Ωρα του Παιδιού», για ν’ ακούνε τα παιδιά –όσα μπορούσαν- τη γλώσσα τους και να παίρνουν κουράγιο, να νιώθουν ζεστασιά και να περνούν, έστω και νηστικά, λίγα λεπτά γαλήνης, όταν όλα γύρω τους τα τάραζαν και τα τρόμαζαν και δεν τους έκρυβαν τίποτα από την τραγική πραγματικότητα και τη φρίκη του πολέμου. ΄Οντας παιδί προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας τα χρόνια εκείνα, είμαι σε θέση να καταθέσω την προσωπική μου μαρτυρία γι’ αυτό. Και παρόλο που οι μετέπειτα προβληματισμοί μου, όταν πια είχα ταχτεί στην υπηρεσία της παιδικής λογοτεχνίας, μ’ έκαναν να μην ανήκω στους φανατικούς θαυμαστές του ύφους της, δεν μπορώ παρά ανεπιφύλακτα να συμφωνήσω με τις μαθήτριες της Σχολής Νηπιαγωγών Καρδίτσας που έγραψαν σε μια μελέτη τους για την Αντιγόνη Μεταξά:

               «Στα χρόνια που η Ελλάδα στέναζε κάτω απ’ τον εχθρικό ζυγό (1941-1944), η γλυκιά Θεία Λένα με τα παραμύθια της γύριζε το Ελληνόπουλο στις παλιές εποχές και δόξες, το ενθάρρυνε και κρατούσε άσβεστη μέσα στην καρδιά τουτη φλόγα που λέγεται ελπίδα και ταξίδευε μαζί της χέρι με χέρι, καρδιά με καρδιά, από την εποχή της δόξας της Ελλάδας μέχρι την εποχή εκείνη της σκλαβιάς, ανάμεσα στα δρομάκια και στα υπόγεια, όπου η πείνα, ο τρόμος και ο θάνατος είχαν φωλιάσει»[2].
      Προσωπικά, βαθιά την ευγνωμονώ γιατί κάποια λεπτά της ημέρας, στα μικρά ζοφερά παιδικά μου χρόνια, ερχόταν στο κρύο σπίτι μας μέσ’ απ’ το κουτί του «σφραγισμένου» ραδιοφώνου, σαν καλή νεράιδα, κι έσβηνε με τη φωνή της τους ήχους του πρώτου και του πιο φρικτού δράκου που γνώρισα: Σκέπαζε τους χτύπους της μπότας των Ναζί πάνω στους έρημους δρόμους των Εξαρχείων. Σήμερα, αναμφίβολα μπορεί κανείς να πει, φρονώ, ότι η Αντιγόνη Μεταξά κάλυψε τις ειδικές ανάγκες των τρομαγμένων παιδιών της Κατοχής και των έπειτα ταραγμένων χρόνων που γνώρισε ο τόπος μας.Με τις νέες ανάγκες και ελλείψεις που διαπιστώθηκαν, από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 και ύστερα, άλλες θα έρχονταν ν’ ασχοληθούν με τα παιδιά και τα βιβλία τους, και άλλα με την τέχνη τους να προσφέρουν.
Τατιάνα Σταύρου
Τα ελληνικά παιδικά βιβλία, τα πραγματικά ελληνικά που να κινούνται στην ελληνική πραγματικότητα, ήταν ακόμη λίγα. ΄Ετσι, στα 1958 αρχίζει τις προσπάθειές της η Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά (που είχε συσταθεί ως άτυπη ομάδα από το 1955). Προκηρύσσει για πρώτη φορά στην Ελλάδα διαγωνισμούς για τη συγγραφή παιδικών βιβλίων, έργο που θα το συνεχίσει ευσυνείδητα ως τις μέρες μας. όπως σημειώνει στην έκδοση Τα Βραβεία (1958-1973) η (τότε) Πρόεδρός της Τατιάνα Σταύρου, «πολλοί μήτε θα παρατήρησαν μια φράση που επαναλαμβάνεται μόνιμα στην κάθε προκήρυξή μας: τα έργα να κινούνται μέσα στην ελληνική πραγματικότητα. Αυτός ο προσδιορισμός θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι δεν εκφράζει διόλου πνεύμα αντίθεσης προς καμιά ξένη πραγματικότητα μήτε κανένα αίσθημα στενού τοπικισμού. Αν ζητούμε την ελληνική μας ζωή να εκφράσουμε, τα δικά μας ιδιώματα, τα ήθη, το τοπίο, δε θα πει πως  θέλουμε ν’ αγνοήσουμε τα ξένα […] Την ελληνοποίηση του παιδικού βιβλίου που ζητούμε δεν την περιορίζουμε σε εξωτερικά σχήματα. Θα επιθυμούσαμε να μην τρέφονται τα Ελληνόπουλα μονάχα με ξένες τροφές, να έχουν παράλληλα και τις εγχώριες. Να υπάρχουμε κι εμείς μέσα σο παραμύθι, στο τραγούδι, σαν λαός, σαν έθνος, σαν Ιστορία, με τις παραδόσεις μας, το χρώμα, την ψυχή μας»[3].
          Και πραγματικά: Στα χρόνια της δουλειάς της που ακολούθησαν, κρίνοντας χιλιάδες έργα, η Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά θα βραβεύσει εκατοντάδες παιδικά βιβλία καλής ποιότητας, «θ’ αναδείξει νέους αφοσιωμένους συγγραφείς» και «θ’  αφυπνίσει συνειδήσεις γύρω από το παιδικό βιβλίο»[4].
Οκτώβρης 1991: Από την πρώτη Γενική Συνέλευση της
Γυν. Λογοτεχνικής Συντροφιάς, ως επίσημου πλέον σωματείου, 
με καταστατικό αναγνωρισμένο από το Πρωτοδικείο Αθηνών
(3335/1990), στο σπίτι της Αντιγόνης Χατζηθεοδώρου.
Από αριστερά: Ζωή Κανάβα, Αντ. Χατζηθεοδώρου, Γαλάτεια
Παλαιολόγου, Νίτσα Τζώρτζογλου, Μαρία Γουμενοπούλου,
 Φιλομήλα Βακάλη, ΄Εφη Αιλιανού, Χρυσούλα
Χατζηγιαννιού, Αγγελική Βαρελλά, Λίτσα Ψαραύτη.
   
                            
(Συνεχίζεται :   http://lotypetrovits.blogspot.gr/2013/02/5.html  )

[1] http://www.loty.gr/meletimata_analyt_1.htm
[2] Βλ. Μελέτη Σχολής Νηπιαγωγών Καρδίτσας: Πηνελόπη Δέλτα – Αντιγόνη Μεταξά, Εισαγωγή στην Παιδική Λογοτεχνία, Καρδίτσα, 1979, σελ. 109.
[3] Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά: Τα Βραβεία (1978-1973), Αθήνα 1974, σελ. 21
[4] Β. Δ. Αναγνωστόπουλου: Τάσεις και εξελίξεις της παιδικής λογοτεχνίας στη δεκαετία 1970-1980. Αθήνα, Οι Εκδόσεις των Φίλων, 1981, σελ. 26.