…Έντεκα μέρες μετά τη γιορτή της Όλγας, στις 22 Iουλίου, το ξαναφόρεσα το λουλουδάτο φουστάνι με τι μαργαρίτες, γιατί θα πηγαίναμε "βόλτα".
- Πού πάτε πάλι; Συμμαζεμό δεν έχετε! αγανάκτησε
η θεία Ηλέκτρα.
- Δεν τις αφήνετε, χρυσά μου, τις βόλτες;
λαχτάρισε η θεία Αργυρή. Μπορεί να γίνουν ταραχές πάλι σήμερα.
Κι ο θείος -πού να ξέρει;- είπε μέσ' απ' τα
δόντια του:
- Αυτά είναι τα κορίτσια τα σημερινά...
Τα "σημερινά κορίτσια" πήγαιναν να
φωνάξουν ΖΗΤΩ Η ΜΑΚΕΔΟΝIΑ και ΟΧI ΣΤΗΝ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡIΚΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ.
Χιλιάδες οι πρόσφυγες που κατέβαιναν πάλι
από τη Μακεδονία, όπως και στον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, να γλιτώσουν από το Βούλγαρο
σύμμαχο των Γερμανών - τα νέα τα είχε φέρει από βραδύς ο Μενέλαος. Κι ο Θεοδόσης
μάς είχε δώσει από μέρες μία προκήρυξη:
"...Η
Μακεδονία μας ολόκληρη στενάζει κάτω από το σκληρό ζυγό του Βούλγαρου
κατακτητή... Ο χιτλεροφασισμός μοιράζει με απλοχεριά τα πλούσια λάφυρά του στους
συνεργάτες του... Η Κεντρική Επιτροπή του ΕΑΜ, εκφράζοντας την αγανάκτησή της,
ΚΑΛΕI το λαό σε συναγερμό, για τη
σωτηρία του Μακεδονοθρακικού λαού από τα νύχια των εισβολέων, που καταπατούν τα
καθαγιασμένα χώματα των ομορφότερων και πλουσιότερων Ελληνικών περιφερειών.
ΚΑΤΩ ΟI ΤΥΡΑΝΝΟI! ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΔΑ ΜΑΣ! Αθήνα, 8 Ιουλίου 1943.
Η Κ.Ε. του ΕΑΜ."
-
Ετοιμάσου Λιζάκι κι εσύ, μου σφύριξε η 'Ολγα. Αλίμονο αν δεν πάνε σήμερα στο συλλαλητήριο
τα ελληνόπουλα της Μακεδονίας.
Στο νου μου ήρθε ολοζώντανο το σπίτι
"στα Σέρρας". Η μεγάλη πλατεία, όπου έκανα βόλτες με τις φιλενάδες μου.
Ο λόφος του Κουλά...'Έπειτα η γαλάζια παραλία κοντά στα Κερδύλιο... Η Θεσσαλονίκη
με τους ωραίους δρόμους, τα ψηλά σπίτια και τα καράβια στο λιμάνι, που τη θυμόμουν
σαν όνειρο από κάποια σύντομα ταξίδια με τους γονείς μου...
Ξεκινήσαμε βιαστικά.
Το ποτάμι ήταν ασυγκράτητο αυτή τη φορά.
'Επλεαν στ' αφρισμένα νερά του σημαίες και λάβαρα και ταμπέλες και "πανό"...
Κι όλος ο κόσμος τραγουδούσε δυνατά:
Σε γνωρίζω από
την κόψη
του σπαθιού την τρομερή...
Τα τανκς δεν άργησαν. Ούτε τα πολυβόλα. Όμως
το ποτάμι δε γυρνούσε πίσω πια. Προχωρούσε, όλο προχωρούσε, ώσπου ακούστηκαν φωνές τρομαγμένες:
- Γάζωσαν μια κοπέλα!
- Πήγε να σταματήσει μονάχη της τα τανκς!
- Χτύπησαν κι άλλη! Πυροβόλησαν κι άλλη!
Ένα
χέρι μας τράβηξε, δεν καταλάβαμε, "γρήγορα" ακούστηκε δίπλα μας ο
τσαγκάρης, "γρήγορα να μπούμε στην Ασκληπιού" έλεγε και μας σκέπαζε
με το κορμί του, "δεν είδατε που σκότωσαν δυο κοπέλες;"
(Απόσπασμα από το βιβλίο Τραγούδι για
τρεις, Πατάκης, 17η
έκδ. 2014)
http://www.lοty.gr/mythistοrima_analyt_7.htm