Μεγάλο
μέρος της ετήσιας παραγωγής παιδικών/νεανικών βιβλίων καταλαμβάνουν τα
μεταφρασμένα έργα. Συμφέρει τους εκδότες να τα εκδίδουν. Η έκδοσή τους είναι λιγότερο
δαπανηρή από την έκδοση βιβλίων ελλήνων δημιουργών, κυρίως επειδή οι μεταφραστές
αμείβονται «κατ’ αποκοπήν». Σπεύδουν λοιπόν οι εκδότες και αγοράζουν τα
αντίστοιχα πνευματικά δικαιώματα, που συνήθως δε στοιχίζουν πολύ. Σύμφωνα
ωστόσο με τις δικές τους δηλώσεις, το νεανικό αναγνωστικό κοινό προτιμά τα έργα
ελλήνων συγγραφέων.
Παρόμοια αποδεικνύεται και η προτίμηση του
αναγνωστικού κοινού λογοτεχνικών βιβλίων για μεγάλους. «Γιατί διαβάζουμε ελληνική
πεζογραφία;» αναρωτιόταν η κριτικός Ελισάβετ Κοτζιά προ ετών σε ομότιτλο άρθρο
της («Καθημερινή» 20.11.05), αναφερόμενη
σε έργα για ενηλίκους. Και παρατηρούσε μεταξύ άλλων: «Το δικό μας ιδιαίτερο
ελληνικό περιβάλλον, τη δική μας μοναδική ελληνική πραγματικότητα, μόνο η
ελληνική πεζογραφία είναι σε θέση να τη χειριστεί: να την αντικρίσει, να
προσπαθήσει να την κατανοήσει, να την αποτυπώσει και να τη σχολιάσει. Μόνο η
δική μας πεζογραφία μπορεί να αποτελέσει τον αναντικατάστατο δείκτη εθνικής και
κοινωνικής αυτογνωσίας τον οποίο συνιστά κάθε εθνική πεζογραφία μέσα στο δικό
της χώρο...»
Δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε με την παρατήρηση
της Ελισάβετ Κοτζιά, προσθέτοντας ότι τα παραπάνω ισχύουν και για τα έργα
παιδικής/νεανικής λογοτεχνίας. Καθόλου περίεργο λοιπόν που τα έργα των Ελλήνων
λογοτεχνών, για μικρούς ή για μεγάλους, έχουν την προτίμηση των ελληνικού
αναγνωστικού κοινού.