- στα μυθιστορήματα της
Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου Καναρίνι
και μέντα και Τα τέρατα του λόφου
Του
Μερκούριου Αυτζή
(Από
το εξαντλημένο βιβλίο Το
υφαντό της Πηνελόπης – διαχρονικές αναγνώσεις για το έργο και
την προσωπικότητα της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Επιμέλεια: Β.Δ. Αναγνωστόπουλος,
Εργαστήρι Λόγου και Πολιτισμού Πανεπιστημίου
Θεσσαλίας: Βόλος 2008).
1. Διακειμενική προσέγγιση του έργου Καναρίνι και μέντα
Β. ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ
1. Στοιχεία κοινωνικού ρεαλισμού στο έργο Τα τέρατα του λόφου
3. Λ. Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Η παιδική λογοτεχνία στην εποχή μας, Καστανιώτης, Αθήνα 1990
4. Λ. Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Το μικρόβιο της ευεξίας, Πατάκης, Αθήνα 2002
5. Λ. Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Καναρίνι και μέντα, Πατάκης, Αθήνα 2000
6. Λ. Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Τα τέρατα του λόφου, Πατάκης, Αθήνα 2002
7. Ά. Γκίβαλου, Το θαυμαστό ταξίδι, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 1999
8. Ζ. Σαμαρά, Προοπτικές του κειμένου, Κώδικας, Θεσ/νικη 2000
9. Π. Χαντ, Κριτική, θεωρία και παιδική λογοτεχνία, Πατάκης, Αθήνα 2001
Εκπαιδευτικού – Συγγραφέα
Α. ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΑΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑΣ
Είναι κοινώς παραδεκτό ότι μεταξύ
των λογοτεχνικών έργων, σύγχρονων και παλιότερων, είτε αυτά απευθύνονται σε
παιδιά είτε όχι, υπάρχει μια σχέση διαρκούς επικοινωνίας. Από αυτά αρκετά
σύγχρονα έργα αντλούν τη θεματολογία τους από την αρχαία ελληνική γραμματεία,
την παγκόσμια γραμματειακή παράδοση κι ακόμη από την εκκλησιαστική υμνογραφία.
Έτσι διακείμενα, όπως λέξεις, φράσεις, θέματα, περιγραφικές αναφορές και
συστήματα, παραθέματα, που λειτουργούν ως κλειδιά ξεκλειδώνουν την ερμηνεία του
έργου κι αναδεικνύουν τη συγχρονική και διαχρονική σχέση συνύπαρξης με το
πρωτότυπο[i]. Σε
κάθε περίπτωση βέβαια για την ερμηνεία και κατανόηση του έργου, σύμφωνα με τον Riffaterre, απαιτείται από το
αναγνωστικό κοινό μια κάποια «εξοικείωση με τα παραπάνω στοιχεία» και κάποια
«ερμηνευτική» ανάγνωση. Έτσι, ως προς την πρωτοτυπία στη θεματολογία, θα
συμφωνήσουμε με τον Arthur Koestler
που έχει πει ότι «δεν υπάρχουν καινούρια θέματα στη λογοτεχνία, επειδή δεν
υπάρχουν καινούρια ανθρώπινα ένστικτα». Η επιθυμία για πρωτοτυπία όμως δεν
εγκαταλείπει ποτέ το συγγραφέα[ii], που
ως δημιουργός και πρώτος αναγνώστης του έργου του αλλά κι ως ο ένας από τους
παράγοντες που ενυπάρχουν κατά τη λογοτεχνική επικοινωνία[iii],
διαλέγεται με το κείμενο και το παιδί-αναγνώστη για να αποφασίσουν από κοινού
για το χαρακτήρα, το ρόλο και τη δράση των ηρώων, για τις αφηγηματικές
τεχνικές, την πλοκή και την όσο το δυνατόν πειστικότερη περιγραφή των
γεγονότων.
Στο βιβλίο της Καναρίνι και μέντα η γνωστή συγγραφέας
Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου ενσωματώνει στο κείμενο και στην πλοκή κυρίως
αποσπάσματα από το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Η φωνή του δράκου»[iv].
Παράλληλα ονόματα της αρχαιότητας και της λογοτεχνίας, ονόματα ηρώων άλλων
βιβλίων της, λέξεις, στερεότυπες εκφράσεις, ένας πίνακας ζωγραφικής, αναφορές,
ομολογίες, τοποθεσίες, κλπ. παρελαύνουν μέσα στο κείμενο, είναι σφιχτά δεμένα
με αυτό, το καθένα έχοντας το δικό του ουσιαστικό ρόλο, αποτέλεσμα μιας
συστηματικής επεξεργασίας[v], που
εντέλει αναδεικνύει την άριστη τεχνική και τις αρετές του έργου. Ας ξεκινήσουμε
όμως από το εξώφυλλο και τον τίτλο του βιβλίου. Και τα δύο αποτελούν
εξωκειμενικά γνωρίσματα. Το εξώφυλλο μας παραπέμπει στον πίνακα του Νικολάου
Λύτρα (1883-1927) «Το ψάθινο καπέλο», ενώ ο τίτλος «Καναρίνι και μέντα»
λειτουργεί ως κώδικας επικοινωνίας και προβάλλει έμμεσες συνδηλώσεις (την
αμοιβαία σχέση του ανθρώπου με το συγκεκριμένο πουλί, καθώς και την απεξάρτησή
του από κάποια ουσία βλαβερή με τη βοήθεια της μέντας). Στις παραδηλώσεις τους
ο αναγνώστης υποψιάζεται το αγόρι του εξώφυλλου ως το κεντρικό πρόσωπο του
βιβλίου. Υποψία που γίνεται βάσιμη από την πρώτη κιόλας σειρά του βιβλίου, όταν
δηλώνεται το όνομα του ήρωα-Απελλή, κι επιβεβαιώνεται λίγο παρακάτω (σ. 19), τη
στιγμή που ο ίδιος προβάρει ως μοντέλο στη ζωγράφο και «θεια» του Κλειώ Καρίτη,
καθώς το αγόρι στον πίνακα του Λύτρα. Αυτή είναι και η στιγμή που η συγγραφέας
βάζει στα χέρια του Απελλή το βιβλίο Διηγήματα
του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, που μαζί με το «Δωδεκάλογο του γύφτου» του Κωστή
Παλαμά και «Το αμάρτημα της μητρός μου» του Γεώργιου Βιζυηνού βρίσκονται
μπροστά-μπροστά στο μεσαίο ράφι της βιβλιοθήκης τους. Για να εγγράψει παρακάτω
αποσπάσματα από τη «Φωνή του δράκου» και να τα ενσωματώσει στο κείμενο και την
πλοκή. Παρουσιάζεται δε ως εσωτερική ανάγκη του εντεκάχρονου που,
απογοητευμένος από κείνους που πίστευε πως τον αγαπούν και μόνος, έχει την
ανάγκη ενός ανθρώπου που να του εμπνέει εμπιστοσύνη, να τον συντροφεύει και να
μπορεί να επικοινωνεί μαζί του. Κι ας είναι απλά ένας «χάρτινος» παππούς, η
ζωγραφιά του Παπαδιαμάντη.
Περνώντας στα ονόματα των προσώπων του
έργου διαπιστώνουμε ότι δεν χρησιμοποιούνται τυχαία. Το όνομα Απελλής έχει
ιδιαίτερη σημασία[vi]. Στην πολυσημία του
αρχικά μας παραπέμπει στην αρχαιότητα. Απελλής λεγόταν κάποιος μεγάλος
ζωγράφος, φίλος του Μεγαλέξανδρου. Από την άλλη ως Αλής, υποκοριστικό που
χρησιμοποιεί το αγόρι, παριστάνοντας το Αλβανάκι, μας θυμίζει μεταξύ άλλων και
τον «Αλή-μπαμπά» του παραμυθιού. Έχει μάλιστα σημαντικό ρόλο και στα
βιβλία Ποιος θα γράψει για το σκύλο μας;, Το μυστήριο του καλοκαιρινού Αγιοβασίλη και Τα τέρατα του λόφου. Επίσης το όνομα Κέβης, του τετράποδου φίλου
και φύλακα του Απελλή, υποκοριστικό του Κέρβερος, μας παραπέμπει στο μυθικό
τέρας με τα τρία κεφάλια και την ουρά φιδιού που ήταν ο φύλακας των πυλών του
Άδη. Αλλά και στην αρχαιότητα, αφού Κέβης, εξηγεί η θεία του Κλειώ (σελ. 24),
λεγόταν κι ένας φιλόσοφος και μαθητής του Σωκράτη. Επιπλέον ο μυθοπλαστικός
θάνατός του θα αποτελέσει το λογοτεχνικό υπόβαθρο στο βιβλίο Ποιος θα γράψει για τον σκύλο μας;. Από
τα υπόλοιπα ονόματα, 21 συνολικά, που εμφανίζονται στο βιβλίο, το όνομα Τέλης,
υποκοριστικό του Αριστοτέλης, μας παραπέμπει στο γνωστό μας φιλόσοφο, ενώ το
ίδιο πρόσωπο το ξαναβρίσκουμε και στα μυθιστορήματα Για την άλλη πατρίδα, Ποιος
θα γράψει για το σκύλο μας;, και Το
μυστήριο του καλοκαιρινού Αγιοβασίλη.
Συνεχίζοντας αξιοσημείωτο είναι να
σταθούμε σε δυο τοποθεσίες. α) Η λίμνη Αχερουσία που στην αρχαία εποχή, όπως
εξηγεί στον Απελλή η Αλκμήνη (σελ.46) –κι η συγγραφέας για να το πετύχει
ακολουθεί τη μέθοδο της αναδρομής– άπλωνε τα νερά της μπροστά στην πύλη του Άδη
για να περάσουν οι ψυχές και να κατέβουν στον κάτω κόσμο, ως αναφορά με ισχυρές
προσημάνσεις και παραδηλώσεις, φέρνει τον ήρωα αλλά και τον αναγνώστη
αντιμέτωπο με το θέμα του θανάτου, που θίγεται και σε άλλα σημεία του βιβλίου.
β) Ο λόφος του Στρέφη, παλιά γειτονιά της συγγραφέα, άρα γνώριμή της, με τη
σπηλιά, στοιχείο που ταυτίζεται στο κείμενο με τη δρακοσπηλιά του Παπαδιαμάντη,
καθώς και η γύρω απ’ αυτόν περιοχή θα γίνει το σκηνικό πλαίσιο για την πλοκή
των γεγονότων. Το ίδιο σκηνικό θα χρησιμοποιηθεί και στα βιβλία που αναφέρθηκαν
παραπάνω.
Οι πολλές στερεότυπες εκφράσεις, που
εγγράφονται μέσα στο κείμενο και γοητεύουν τα παιδιά με το ύφος τους, όπως «φως
φανάρι», «όταν κλείνει ο Θεός μια πόρτα, ανοίγει ένα παράθυρο» (σελ. 111) και
«καλού κακού» (σελ. 113) αποτελούν επίσης διακείμενα του έργου.
Η συγγραφέας, τέλος, με έντεχνο τρόπο,
όπως αναφέρθηκε αρχικά, ενσωματώνει στο κείμενο συνολικά 28 αποσπάσματα από το
διήγημα του Παπαδιαμάντη «Η φωνή του δράκου», άλλοτε εγγράφοντάς τα ως απλές
αναφορές, άλλοτε για να περιγράψει ή να επεξηγήσει έννοιες και σύνολα, άλλοτε
ως προσημάνσεις είτε για να δικαιολογήσει κάποια πρόθεση είτε ενέργεια του ήρωα
κι άλλοτε ως σύζευξη με το πρόσωπο του συγγραφέα, το «χάρτινο» παππού που
γίνεται η μόνιμη συντροφιά του. Φυσικά στην παρούσα ανακοίνωση είναι αδύνατο τα
διακείμενα αυτά να εξαντληθούν. Θα περιοριστούμε έτσι σε ορισμένα που κατά την
κρίση μας παρουσιάζουν ξεχωριστή σημασία. Για να προσημάνει την απόδραση του
Απελλή από το σπίτι της θειας του και τη διανυκτέρευσή του την πρώτη νύχτα στο
λόφο του Στρέφη, η συγγραφέας μετά από επάλληλες σχετικές περιγραφές, εγγράφει
το απόσπασμα που κι ο Παπαδιαμάντης χρησιμοποιεί συμβολικά κι αναφέρει (σ. 36):
«…Ο Κώτσος είχεν… μιαν ακράτητον περιέργειαν. Ήθελε να… εισέλθει εις την οπήν
του σπηλαίου εκείνου, …αλλ’ η θεία του… έτρεξε και τον ανεκάλεσε πλησίον της. …
Μην είσαι απόκοτος!..». Για να γράψει η ίδια στη σκηνή της απόδρασης (σ. 57):
«… Θα προχωρήσει… μέσ’ από τα δέντρα κι έπειτα… απ’ τους βράχους ως την κορφή,
όπως έλεγε το βιβλίο…», παρεμβάλλοντας το απόσπασμα: «… Το τέκνον εκείνο…
εγίνετο ρωμαλέος… είχεν αναδειχθεί φοβερός αναρριχητής. Ανέβαινεν… εις
κορυφάς…» και συνεχίζει η ίδια: «Κάπως έτσι… το ίδιο ρωμαλέος νιώθει τώρα κι ο
Απελλής…». Και παρακάτω (σ. 129): «… Και η μοίρα του, …έμελλε να τον… κρύψη
βαθιά, εις τα σπλάχνα της γης, δια να… μη τον ακούουν, μήτε να τους ακούη…»,
όπου είναι προφανής η πρόθεσή της συγγραφέα να ταυτίσει τα δύο πρόσωπα, τον
Απελλή με τον Κώτσο, να συσχετίσει τα δυο κείμενα, εξοικειώνοντας έτσι το
παιδί-αναγνώστη με τις «εξόριστες» λέξεις ή τη γλώσσα του «Αγίου της
λογοτεχνίας μας», γλώσσα που σύμφωνα με τον Απελλή θυμίζει το ευαγγέλιο και τα
τροπάρια της εκκλησίας.
Η Παιδική/Νεανική Λογοτεχνία και
ειδικότερα το παιδικό/νεανικό μυθιστόρημα την εποχή που εξετάζουμε, δηλ. από
τις αρχές της δεκαετίας του ’80 μέχρι και σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη,
διέπεται από ρεαλισμό και έντονο κοινωνισμό[vii] προσαρμοσμένα
στην ψυχολογία του παιδιού. Η θεματολογία την εποχή αυτή παρουσιάζει τη
μεγαλύτερη ποικιλία κι είναι συνάρτηση του κοινωνικού γίγνεσθαι, καθώς οι
συγγραφείς έχουν την πεποίθηση ότι όλα τα θέματα και προβλήματα μπορούν να
θιγούν στο παιδί, αρκεί να εξασφαλίζουν την αισθητική απόλαυση. Έτσι θέματα που
παλιότερα ούτε καν αναφέρονταν, όπως η εφηβεία, ο έρωτας, ο θάνατος, τα
ναρκωτικά, το διαζύγιο, ο ρατσισμός, η τρομοκρατία, κλπ. την εποχή αυτή
θίγονται, όχι βέβαια βεβιασμένα μόνο και μόνο για να ικανοποιήσουν
εκπαιδευτικούς στόχους, αλλά με ειλικρίνεια και σοβαρότητα, με σεβασμό και
αγάπη προς το παιδί. Γιατί η φαντασία του παιδιού, σύμφωνα με την αμερικανίδα
καθηγήτρια παιδικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο Zena Sutherland, αναπτύσσεται τόσο
με τις ρεαλιστικές ιστορίες όσο και με τα παραμύθια, οπότε τα παιδιά
χρειάζονται εξίσου και τα δύο είδη.
Στο μυθιστόρημά της Τα τέρατα του λόφου η συγγραφέας Λότη
Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου πραγματεύεται με σοβαρότητα και ευθύνη ένα θέμα που για πρώτη φορά αγγίζεται στην ελληνική παιδική λογοτεχνία. Πρωτοτυπία που κατέχει κι από προηγούμενες φορές [viii]. Η
ίδια για την επιλογή των θεμάτων της λέει: «… “εν αρχή ην το ερέθισμα”. Και
αυτό μού το δίνει συνήθως ο κοινωνικός περίγυρος, η πρόσφατη ιστορία ή η
σύγχρονη πραγματικότητα»[ix]. Και
παρακάτω: «Τα θέματά που ενδιαφέρουν ένα συγγραφέα έχω την αίσθηση ότι
βρίσκονται από καιρό εντός του». Για να συνεχίσει: «… τα θέματα είχαν από καιρό
επισημανθεί, αλλά χρειάστηκε να τα “γονιμοποιήσει” η έμπνευση για να έρθουν στο
φως και να γίνουν βιβλία».
Το ερέθισμα λοιπόν, φαίνεται, στο εργαστήρι της
υποβάλλεται σε συστηματική επεξεργασία, όπου τελικά πλέκονται συναρπαστικές
ιστορίες που διακλαδώνονται μεταξύ τους, γεγονός καθόλου τυχαίο, αφού και
μεταξύ των ηρώων των μυθιστορημάτων της αναπτύσσονται σχέσεις φιλίας και
συγγένειας[x][xi].
Έτσι οι γνωστοί από τα προηγούμενα μυθιστορήματά της ήρωες, μέλη συνολικά εφτά
οικογενειών, στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα βρίσκονται αντιμέτωποι με τέρατα
αληθινά που οραματίζονται ένα Δ΄ Ράιχ και δρουν στην περιοχή του λόφου του
Στρέφη. Ο νεοναζισμός, λοιπόν, που τις αρχές του ’90 σαν αυγό φιδιού
εκκολάφτηκε στον κόρφο της Ευρώπης και συν το χρόνο και σήμερα δηλητηριάζει το
περιβάλλον της γηραιάς ηπείρου και την Ελλάδα, είναι το θέμα για το οποίο η
συγγραφέας νιώθει την ανάγκη να ενημερώσει τους αναγνώστες της. Δια στόματος
μάλιστα της Ειρήνης, που αλληλογραφεί με τη γιαγιά της μέσω του διαδικτύου,
λέει: «… πρέπει να σου θυμώσω που δε μου μίλησες ποτέ γι’ αυτά.» (σελ. 70),
παραθέτοντας αμέσως παρακάτω ολόκληρο απόσπασμα από ένθετο της Κυριακάτικης
Ελευθεροτυπίας σχετικά με τα κολέγια-οργανώσεις του νεοναζισμού. Και δεν είναι
το μόνο. Από την αρχή μέχρι το τέλος του βιβλίου η συγγραφέας παραθέτει, είτε
ως εγγεγραμμένα αποσπάσματα είτε ως απλές αναφορές μέσα στις συζητήσεις των
ηρώων, στοιχεία-ντοκουμέντα γι’ αυτή την οργάνωση. Έτσι ο αναγνώστης ακολουθεί
βήμα-βήμα τα γεγονότα της ιστορίας, με την αγωνία του να κορυφώνεται
σελίδα-σελίδα. Γίνεται μάρτυρας των ύβρεων και του ξυλοδαρμού του μικρού
Σάμγουελ, χωρίς να υπάρχει λόγος, από τους τέσσερις νεαρούς με την ασυνήθιστη
εμφάνιση. Μόνο και μόνο, θα πει η Ειρήνη (σελ. 25), επειδή δεν ήταν άσπρο το
δέρμα του, και θα τους συσχετίσει με τους Κου Κλουξ Κλαν στην Αμερική.
Παράλληλα θα γευτεί την ανθρωπιά και τη συμπόνια των δυο κοριτσιών, της Όλγας
και της Ειρήνης, θα ταυτιστεί μαζί τους και μαζί με τα υπόλοιπα μέλη των δυο
οικογενειών, που θα βάλουν σε κίνδυνο τη ζωή τους για να σώσουν το σοκολατένιο παιδί
από τα τέρατα, αλλά και τον έναν απ’ αυτούς, που επίσης πέφτει θύμα της
αγριότητας των μέχρι πριν λίγο «δικών» του. Κι αυτό θα είναι μόνο η αρχή. Με
αφορμή το παραπάνω περιστατικό ο αναγνώστης γίνεται φίλος με το Σάμγουελ,
συνάμα μέτοχος του αγώνα και των θυσιών του πατέρα του του κ. Ντίκον για
επιβίωση, στο πρόσωπο του οποίου καθρεφτίζονται τα δεινά, οι αγωνίες και τα
προβλήματα όλων των ξένων και οικονομικών μεταναστών. Μοιράζεται τη φιλοξενία
αλλά και τη χαρά απ’ τα παιχνίδια με τα προσφυγάκια, το Γιάνους, την Τερέζα, τη
Νέλια και τα άλλα παιδιά στο εργαστήρι του «καλοκαιρινού Αγιοβασίλη», ενώ ζει
στιγμές φρίκης τη στιγμή που η φωτιά που προξενούν τα τέρατα το μετατρέπει από
«υπόγειο της χαράς» σε «υπόγειο τρόμου». Έτσι με κομμένη την ανάσα πληροφορείται
για τα θύματα του εμπρησμού κι ανησυχεί για την κατάσταση της υγείας της μικρής
Νέλια και του κύριου Λευτέρη. «Είναι κι οι δυο στην “εντατική”, γιαγιά μου» θα
γράψει η Ειρήνη στο ηλεκτρονικό μήνυμά της. Με την ίδια ανάσα παρακολουθεί και
το επεισόδιο της συμπλοκής του κ. Ντίκον με τα τέρατα: «Βρομοαράπη, θα
πεθάνεις…» του γρυλίζουν, πιάνονται στα χέρια κι ο ένας απ’ αυτούς τον χτυπάει
θανάσιμα με κάτι που αστράφτει. «Τέρατα! Κτήνη! Κακούργοι! ακούει η Όλγα
ουρλιαχτή την ίδια της τη φωνή…». Κι η αγωνία κορυφώνεται στη σκηνή της
απαγωγής της Όλγας από τα τέρατα. Είναι αποφασισμένοι για όλα. Θέλουν την
αναβάθμισή τους, την ένταξή τους στο ευρύτερο δίκτυο των Νεοναζί, περιμένουν
κάποιον Κουντς, σύνδεσμο της οργάνωσης, να του αποδείξουν ότι αξίζουν. Όμως αποδεικνύουν
το αντίθετο. «Η βλακεία τους θα μας βοηθήσει…» θα πει στα γερμανικά ο Χανς στην
Όλγα, που εισέρχεται ως Κουντς στο κρησφύγετό τους, αποκαλύπτοντας στο κορίτσι
και φυσικά στον αναγνώστη το καλοστημένο σχέδιο που είχαν καταστρώσει οι δικοί
της με τη βοήθεια της αστυνομίας. Έτσι, τα τέρατα αιφνιδιάζονται. «Ομάδα της
πλάκας», τους αποκαλεί ο Απελλής. Οι δυο απ’ αυτούς συλλαμβάνονται κι η Όλγα
απελευθερώνεται. Οι άλλοι δυο όμως καταφέρνουν να το σκάσουν και τη στιγμή του
γάμου του Φίλιππου και της Χριστίνας επιτίθενται στην εκκλησία. Μόλις από θαύμα
σώζονται οι παρευρισκόμενοι. Ο γάμος αναβάλλεται, το γαμήλιο ταξίδι των
μελλόνυμφων στην Αμερική κι αυτό. Κι η Ειρήνη θα γράψει στο μήνυμά της:
«Κανονικά, γιαγιά, θα είχαν φύγει για τον Καναδά την επομένη του γάμου, … και
μεθαύριο Τρίτη, 11 Σεπτεμβρίου, θα πήγαιναν πρωί πρωί να δουν τους περίφημους
δίδυμους πύργους», φέρνοντας τον αναγνώστη αντιμέτωπο με το τρομοκρατικό
χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου, «τις εξτρεμιστικές ισλαμικές
οργανώσεις που δρουν σε πολλές χώρες, ακόμα και στην Ελβετία» θα γράψει πιο
πάνω, και τις συνέπειες από την δίχως ανθρώπινο πρόσωπο παγκοσμιοποίηση.
ΕΠΙΛΟΓΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ
1. Β. Αναγνωστόπουλος, Εξελίξεις της Παιδικής Λογοτεχνίας, 1970-1980,
Οι Εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα 1988
2. Λ. Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Μιλώντας για τα παιδικά βιβλία,
Καστανιώτης, Αθήνα 1987 3. Λ. Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Η παιδική λογοτεχνία στην εποχή μας, Καστανιώτης, Αθήνα 1990
4. Λ. Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Το μικρόβιο της ευεξίας, Πατάκης, Αθήνα 2002
5. Λ. Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Καναρίνι και μέντα, Πατάκης, Αθήνα 2000
6. Λ. Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Τα τέρατα του λόφου, Πατάκης, Αθήνα 2002
7. Ά. Γκίβαλου, Το θαυμαστό ταξίδι, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 1999
8. Ζ. Σαμαρά, Προοπτικές του κειμένου, Κώδικας, Θεσ/νικη 2000
9. Π. Χαντ, Κριτική, θεωρία και παιδική λογοτεχνία, Πατάκης, Αθήνα 2001
[i] Ζ. Σαμαρά, Προοπτικές
κειμένου, Θεσσαλονίκη, Κώδικας, 2000, σσ. 19-23.
[ii] Λ.
Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Το μικρόβιο
της ευεξίας, Πατάκης, 2002, σελ. 124
[iii] Ζ. Σαμαρά, ό.π. σσ.
16-18
[iv] Λ.
Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, ό.π. σελ. 125
[v] Λ.
Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, ό.π. σσ. 122-124
[vi] Λ.
Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, ό.π. σελ. 120
[vii] Περ. Διαδρομές, αρ. τευχ. 47, Φθινόπωρο 1997,
σ. 163
[viii] Η
ίδια έθιξε για πρώτη φορά το 1978 στο βιβλίο της Για την άλλη πατρίδα το θέμα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και το
θέμα ναρκωτικά (1981) Στο τσιμεντένιο
δάσος. Βλ. Λ. Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Το μικρόβιο της ευεξίας, σ. 112.
[ix] Λ.
Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, ό.π. σσ. 110-111
[xi] Λ. Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου,
Τα τέρατα του λόφου, σ. 162